Google

ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

http://pneumatikotita.forumotion.com/

ΑΓΙΟΣ ΣΙΛΟΥΑΝΟΣ


Έγινε γνωστός πριν ακόμα αγιοποιηθεί από την Ορθόδοξη Εκκλησία με το βιογραφικό έργο "Ο γέροντας Σιλουανός του Άθω", που το συνέγραψε με ωραίο τρόπο ο Ηγούμενος της Μονής Τιμίου Προδρόμου στο Έσσεξ της Αγγλίας Αρχιμανδρίτης Σωφρόνιος, που έζησε κοντά στον Άγιο για πολύ καιρό στον Άθω. Σύμφωνα λοιπόν με τον Σωφρόνιο, ο Άγιος Σιλουανός ασκήθηκε στο Άγιον Όρος για 46 ολόκληρα χρόνια και συγκεκριμένα στη Μονή του Αγίου Παντελεήμονα. Γεννήθηκε το 1866 στο χωριό Σόβοκ της επαρχίας Λεμπεντιάσκ της Ρωσίας και το κοσμικό του όνομα ήταν Συμεών Ιβάνοβιτς Αντόνωφ. Στη Ρωσία έκανε το επάγγελμα του ξυλουργού. Στο Άγιο Όρος ήλθε το 1892 και αφιερώθηκε ολοκληρωτικά στην άσκηση και την προσευχή. Το 1911 έγινε μεγαλόσχημος και στολίστηκε με πολλές άγιες αρετές και γέμισε όλος από θείο φως. Το 1905 βγήκε για λίγο από το Άγιον Όρος και επισκέφθηκε τα μοναστήρια της πατρίδας του. Απεβίωσε στις 24 Σεπτεμβρίου του 1938 και η Ορθόδοξη Εκκλησία πρόσφατα τον αγιοποίησε.


Απολυτίκιο.

Ήχος δ’. Κανόνα πίστεως.

Χριστόν διδάσκαλον εν οδώ ταπεινώσεως προσευξάμενος έλαβες, μαρτυρούντος του Πνεύματος, εν ση καρδία την λύτρωσιν, δια τούτο ασκήσεως ανεδείχθης συ οδηγός, ως φωτός θείου έμπλεως. Όσιε πάτερ Σιλουανέ, πρέσβευε Χριστώ τω Θεώ σωθήναι τας ψυχάς ημών.

ΑΓΙΟΣ ΑΡΣΕΝΙΟΣ Ο ΚΑΠΠΑΔΟΚΗΣ



Άγιος Αρσένιος ο Καππαδόκης





Ο Οσιότατος Αρσένιος ο Καππαδόκης γεννήθηκε γύρω στα 1840 στα Φάρασα ή Βαρασιό, στο Κεφαλοχώρι των έξι Χριστιανικών χωριών της περιφερείας Φαράσων της Καππαδοκίας. Οι γονείς του ήταν πλούσιοι σε αρετές και μέτριοι σε αγαθά. Είχαν αποκτήσει δύο αγόρια, τον Βλάσιο και τον Θεόδωρο (τον Άγιο Αρσένιο). Από μικρή ηλικία έμειναν ορφανά και τα προστάτεψε η θεία τους, αδελφή της μητέρας τους. Ένα θαυμαστό γεγονός που συνέβηκε στα παιδιά και την θαυματουργική διάσωση του μικρού τότε Θεόδωρου από τον Άγιο Γεώργιο που τον έσωσε από βέβαιο πνιγμό, είχε ως αποτέλεσμα, για τον μεν Βλάσιο να δοθεί με τον δικό του τρόπο στον Θεό, να τον δοξολογεί ως δάσκαλος της Βυζαντινής Μουσικής και κατέληξε αργότερα στην Κωνσταντινούπολη, για τον Θεόδωρο δε να θέλει να γίνει καλόγερος. Στη συνέχεια μεγαλώνοντας, στάλθηκε στη Νίγδη και μετά στη Σμύρνη όπου τέλειωσε τις σπουδές του. Στα είκοσι έξι του περίπου χρόνια πήγε στην Ιερά Μονή Φλαβιανών του Τιμίου Προδρόμου όπου αργότερα κάρηκε Μοναχός και πήρε το όνομα Αρσένιος. Δυστυχώς όμως δε χάρηκε πολύ την ησυχία του, διότι εκείνη την εποχή είχαν ανάγκη μεγάλη από δασκάλους και ο Μητροπολίτης Παϊσιος ο Β΄, τον χειροτόνησε Διάκο και τον έστειλε στα Φάρασα για να μάθει γράμματα στα εγκαταλειμμένα παιδιά. Αυτό φυσικά γινόταν στα κρυφά, με χίλιες δυο προφυλάξεις, για να μη μάθουν τίποτε οι Τούρκοι. Στο τριακοστό έτος της ηλικίας του χειροτονήθηκε στην Καισαρεία πρεσβύτερος με τον τίτλο του Αρχιμανδρίτου και την ευλογία ως Πνευματικός. Άρχισε πια η πνευματική του δράση να γίνεται μεγαλύτερη και να απλώνεται. Με την άφθονη Θεία Χάρη που τον προίκισε ο Θεός θεράπευε τις ψυχές και τα σώματα των πονεμένων ανθρώπων. Είχε πολλή αγάπη στον Θεό και προς την εικόνα Του, τον άνθρωπο και όχι στον εαυτό του, διότι , όταν έβλεπε πολύ πόνο και καταπίεση Τουρκική, η αγάπη τον έβγαζε έξω από τον εαυτό του και έξω από το χωριό του και αγκάλιαζε και τα γύρω χωριά. Θεράπευε αδιάκριτα τον ανθρώπινο πόνο όπου τον συναντούσε σε Χριστιανούς ή Τούρκους. Για τον Άγιο δεν είχε καμιά σημασία, διότι έβλεπε στο πρόσωπό τους, την με πολλή αγάπη πλασθείσα εικόνα του Θεού. Αναρίθμητα είναι τα θαύματα που επετέλεσε ο Άγιος με τη Χάρη του Θεού. Στείρες γυναίκες τεκνοποιούσαν, αφού τις διάβαζε ευχή ή έδιδε "φυλακτό" που ήταν ένα κομμάτι χαρτί γραμμένο με κάποιες ευχές που τις έγραψε ο ίδιος. Διάβαζε το Άγιο Ευαγγέλιο σε σοβαρές περιπτώσεις, όπως στους τυφλούς, βουβούς, χωλούς παραλυτικούς, δαιμονιζομένους και γινόντουσαν καλά, μόλις τελείωνε την ανάγνωση. Πολλοί Χριστιανοί και Τούρκοι είχαν θεραπευθεί, αφού πήραν χώμα από το κατώφλι του κελιού του και αναμιγνύοντάς το με λίγο νερό το έπιναν, πιστεύοντας ότι θα εθεραπεύοντας ότι θα εθεραπεύοντο και η πίστη τους που είχαν στον Άγιο, έκανε το θαύμα. Χρήματα φυσικά δε δεχόταν ποτέ ούτε κι έπιανε στα χέρια του. Συνήθιζε να λέγει "η πίστη μας δεν πουλιέται". Βίωνε ολοκληρωτικά και "έπασχε τα Θεία". Ζούσε με αυταπάρνηση, διότι αγαπούσε πολύ πρώτα τον Θεό και μετά την εικόνα Του, τον Θεό και μετά την εικόνα Του, τον πλησίον. Αιματηρούς αγώνες και προσπάθειες κατέβαλε για να διατηρήσει τους συγχωριανούς και τους συμπατριώτες του στην πίστη, για να μην κλονιστούν και αλλαξοπιστήσουν στις χαλεπές εκείνες ημέρες και εποχές, από τις πολλές και διάφορες πιέσεις που δεχόντουσαν από τους Τούρκους, αλλά και από διάφορους προβατόσχημους λύκους, τους προτεστάντες, που προσπαθούσαν να ποιμάνουν την ποίμνη του Χριστού. Το κελί του, μικρό, απέριττο, ευρισκόταν μέσα στον κόσμο. Ζούσε μέσα στον κόσμο, αλλά συγχρόνως κατόρθωνε να ζει και εκτός του κόσμου. Σε αυτό, καθώς και για τα θεία του κατορθώματα, πολύ τον βοηθούσαν οι δύο ημέρες (η Τετάρτη και η Παρασκευή) που έμενε έγκλειστος στο κελί του, προσευχόμενος. Οι οποίες καρποφορούσαν περισσότερο πνευματικά τότε, διότι αγίαζαν και την εργασία των άλλων ημερών. Ώρες έμενε γονατιστός προσευχόμενος στον Θεό για τον λαό Του, που τον είχε εμπιστευθεί στα ασκητικά χέρια του δούλου Του Αρσενίου. Η μεγάλη ευαισθησία του Αγίου Πατρός δεν άντεχε να κάνει κανένα κακό στην πλάση. Ιδιαίτερα στα ζώα. Ποτέ του δεν κάθισε σε ζώο να το κουράσει, για να ξεκουράσει τον εαυτό του. Προτιμούσε πάντοτε να βαδίζει πεζός και όπως συνήθιζε ξυπόλυτος. Είχε πάντοτε μπροστά του τον Χριστό που ποτέ Του δεν κάθισε σε ζώο - μόνο μια φορά - και όπως χαρακτηριστικά έλεγε: "Εγώ που είμαι χειρότερος και από το γαιδουράκι, πως να καθίσω σ' αυτό;" Για να κρύψει τις αρετές του από τα μάτια των ανθρώπων και να αποφύγει έτσι τους επαίνους, κατάφευγε σ' ορισμένες "ιδιοτροπίες". Παρουσιαζόταν σαν σκληρός θυμώδης, οξύθυμος, απόπαιρνε τις διάφορες γυναίκες, που από αγάπη γι' αυτόν και ευγνωμοσύνη προσπαθούσαν να τον βοηθήσουν, με διάφορους τρόπους, να του μαγειρεύουν και να του στέλνουν φαγητό. Όπως χαρακτηριστικά έλεγε στον πιστό του φίλο και ψάλτη Πρόδρομο τα εξής: "Εάν ήθελα να με υπηρετούν γυναίκες, θα γινόμουν έγγαμος ιερεύς και θα με υπηρετούσε παπαδιά. Τον καλόγηρο που τον υπηρετούσε γυναίκες, δεν είναι καλόγηρος". Όταν ύψωνε τα χέρια του για να παρακαλέσει για κάτι τον Θεό, άρχιζε να τον παρακαλεί προσευχόμενος και φωνάζοντας, "Θεέ μου! λες και ξεκοβόταν η καρδιά του εκείνη την ώρα, και θαρρείς πώς έπιανε τον Χριστό από τα πόδια και δεν του έκανε το αίτημά του. Εμείς όπως έλεγαν οι Φαρασιώτες "στην Πατρίδα μας τι θα πει γιατρός, δεν ξέραμε στον Χατζεφεντή τρέχαμε. Στην Ελλάδα μάθαμε από γιατρούς, αλλ' αν τα πούμε στους εντόπιους, τους φαίνονται παράξενα". Εκτός από τα άλλα του χαρίσματα είχε και το προορατικό χάρισμα. Είχε πληροφορηθεί από τον Θεό, πως θα έφευγαν για την Ελλάδα και έγινε στις 14 Αυγούστου του 1924 με την ανταλλαγή των πληθυσμών. Γνώριζε από προηγουμένως και τον θάνατό του και ότι αυτός θα συνέβαινε σ' ένα νησί. Η αγία του μορφή συνέχεια σκοπούσε Χάρη και παρηγοριά. Το πρόσωπό του έλαμπε από την ασκητική γυαλάδα, που έμοιαζε σαν το χρώμα του φτιασμένου κυδωνιού. Είχε πια εξαϋλωθεί από τους υπερφυσικούς πνευματικούς αγώνες, που έκανε από αγάπη στον Χριστό, καθώς και από τους πολλούς του κόπους για την αγάπη προς το ποίμνιο του, που το ποίμανε πενήντα χρόνια σαν καλός Ποιμένας. Τρεις μέρες πριν την εκδημία του ήλθε η Παναγία, τον γύρισε σ' όλο το Άγιο Όρος, τα Μοναστήρια, τους Ναούς που τόσο επιθυμούσε να δει και δεν είχε αξιωθεί και του είπε ότι σε τρεις ημέρες θα παρουσιαστεί στον Κύριο, που τόσο πολύ αγάπησε και έδωσε όλο του τον εαυτό σ' Αυτόν. Έφυγε στις 10 Νοεμβρίου το 1924. Με λίγα λόγια αυτός ήταν ο Άγιος Αρσένιος. Ας έχομε όλοι τις Αγίες του Ευχές.

Ήχος γ' Θείας πίστεως.

Βίον ένθεον, καλώς ανύσας, σκεύος τίμιον, του Παρακλήτου, ανεδείχθης θεοφόρε Αρσένιε, και των θαυμάτων την χάριν δεξάμενος, πάσιν πάρέχεις ταχείαν βοήθειαν. Πάτερ όσιε Χριστόν τον Θεόν ικέτευε δωρήσασθαι ημίν το μέγα έλεος.

Απολυτίκιον. Ήχος πλ. α'.
Τον συνάναρχον Λόγον.
Των τερπνών απανέστης εμφρόνως Όσιε, χρηματισθείς ουρανόθεν ως Αβραάμ ο κλεινός, και Αγγέλων μιμητής, ώφθης τω βίω σου, λόγω εμπρέπων πρακτικώ, και σοφία αληθεί, Αρσένιε θεοφόρε. Και νυν απαύστως δυσώπει, ελεηθήναι τας ψυχάς ημών.

ΑΓΙΟΥ ΣΙΛΟΥΑΝΟΥ Η ΤΑΠΕΙΝΩΣΗ

Η ΤΑΠΕΙΝΩΣΗ
... Τον πρώτο καιρό μετά τη δωρεά του Αγίου Πνεύματος σκέφθηκα : Ο Κύριος μου συγχώρεσε τις αμαρτίες μου , το μαρτυρεί μέσα μου η χάρη. Τι μου χρειάζεται , λοιπόν , περισσότερο ; Δεν πρέπει όμως να σκεφτόμαστε έτσι . Παρότι μας συγχωρούνται τα αμαρτήματα , εν τούτοις πρέπει να τα θυμόμαστε όλη τη ζωή μας και να θλιβόμαστε γι ‘ αυτά , για να διατηρούμε τη συντριβή της καρδιάς . Εγώ δεν το ήξερα αυτό και έπαψα να έχω συντριβή και υπέφερα πολλά από τους δαίμονες . Και απορούσα , τι συμβαίνει μ ‘ εμένα ; Η ψυχή μου γνωρίζει τον Κύριο και την αγάπη Του . Τότε πώς μου έρχονται κακοί λογισμοί ; Αλλά ο Κύριος με σπλαχνίστηκε και με δίδαξε ο Ίδιος πώς πρέπει να ταπεινωθώ : «Κράτα το νου σου στον Άδη και μην απελπίζεσαι».
Μ ‘ αυτό τον τρόπο νικόνται οι εχθροί . Όταν όμως ο νους μου λησμονεί τη φωτιά του Άδη , τότε οι λογισμοί ξαναποκτούν δύναμη . ...
... Πρέπει να υπομείνεις πολλούς κόπους και να χύσης πολλά δάκρυα , για να διατηρήσεις το πνεύμα ταπεινωμένο κατά Χριστόν . Χωρίς αυτό σβήνει το φως της ζωής στην ψυχή και αυτή πεθαίνει .
Μπορείς σε σύντομο χρονικό διάστημα να αποξηράνεις το σώμα με τη νηστεία . Να ταπεινώσεις όμως την ψυχή , έτσι που να μένει συνεχώς ταπεινή , αυτό ούτε εύκολο είναι ούτε γίνεται σύντομα . Η Μαρία η Αιγύπτια επάλαιβε δεκαεπτά έτη με τα πάθη , σαν να ήταν άγρια θηρία, και μόνο τότε βρήκε ανάπαυση . Κι όμως το σώμα της μαράθηκε σε λίγο χρόνο , γιατί στην έρημο δεν υπάρχει πολλή τροφή . ...
... Έλκεται η ψυχή μου να δει τον Κύριο και διψά με ταπείνωση γι ‘ Αυτόν , γιατί είναι ανάξια για τέτοιο μεγάλο αγαθό .
Η υπερηφάνεια εμποδίζει την ψυχή να μπει στο δρόμο της πίστεως . Στον άπιστο δίνω αυτή τη συμβουλή . Ας πει : «Κύριε , αν υπάρχεις , φώτισέ με και θα Σε υπηρετήσω μ ‘ όλη την ψυχή μου». Και ο Κύριος εξάπαντος θα φωτίσει μια τέτοια ταπεινή σκέψη και προθυμία για την υπηρεσία του Θεού . Δεν πρέπει όμως να λέγει : «Αν υπάρχεις, τότε παίδεψέ με» , γιατί αν έρθει η τιμωρία , είναι δυνατό να μη βρεις τη δύναμη να ευχαριστήσεις τον Θεό και να μετανοήσεις . ...
... Ο κενόδοξος ή φοβάται τους δαίμονες ή γίνεται όμοιος μ ‘ αυτούς . Δεν πρέπει όμως να φοβόμαστε την κενοδοξία και την υπερηφάνεια , γιατί προκαλούν την απώλεια της χάρης . ...
... Ο Κύριος μας αγαπά πολύ . Κι όμως εμείς πέφτομε σ ‘ αμαρτίες , γιατί δεν έχομε ταπείνωση . Για να διαφυλάξεις την ταπείνωση , πρέπει να νεκρώσεις τη σάρκα και να δεχτείς το Πνεύμα του Χριστού . Οι Άγιοι είχαν ισχυρό πόλεμο με τους δαίμονες κι ενίκησαν με την ταπείνωση , την προσευχή και τη νηστεία . ...
... Τι πρέπει να κάνομε για να έχομε ειρήνη στην ψυχή και το σώμα ;
Πρέπει ν ‘ αγαπάς όλους τους ανθρώπους , όπως τον εαυτό σου , και να είσαι κάθε ώρα έτοιμος για το θάνατο . ‘Όταν η ψυχή θυμάται τον θάνατο , ταπεινώνεται και παραδίνεται ολόκληρη στο θέλημα του Θεού και επιθυμεί να έχει ειρήνη με όλους και να τους αγαπά όλους .
Όταν έλθει στην ψυχή η ειρήνη του Χριστού , τότε είναι ευχαριστημένη και κάθεται σαν τον Ιώβ στην κοπριά και χαίρεται που βλέπει τους άλλους δοξασμένους κι η ίδια είναι η πιο ασήμαντη από όλους . Το μυστήριο της κατά Χριστόν ταπεινώσεως είναι μεγάλο και άρρητο . Η ψυχή που αγαπά επιθυμεί για κάθε άνθρωπο περισσότερα αγαθά από ότι για τον εαυτό της και χαίρεται σαν βλέπει τους άλλους να είναι πιο ευτυχισμένοι από την ίδια και θλίβεται όταν τους βλέπει να βασανίζονται . ...
... Ο Κύριος αγαπά τους ανθρώπους . Εν τούτοις παραχωρεί τις θλίψεις, για να γνωρίσουν οι άνθρωποι την αδυναμία τους και να ταπεινωθούν και με την ταπείνωση να λάβουν το Άγιο Πνεύμα . Με το Άγιο Πνεύμα όλα γίνονται ωραία , χαρούμενα , υπέροχα . ...
... Αν ήμαστε ταπεινοί , ο Κύριος από αγάπη θα μας απεκάλυπτε όλα τα μυστήρια . Αλλά η συμφορά μας είναι πώς δεν είμαστε ταπεινοί , υπερηφανευόμαστε και είμαστε ματαιόδοξοι για κάθε τι ασήμαντο κι έτσι βασανίζομε τον εαυτό μας και τους άλλους . ...
... Είναι αξιολύπητοι οι άνθρωποι που δεν γνωρίζουν τον Θεό και πονώ γι ‘ αυτούς . Υπερηφανεύονται γιατί πετούν ΄ αλλά τι το αξιοθαύμαστο ; Και τα πουλιά πετούν και δοξάζουν τον Θεό . Κι όμως ο άνθρωπος . το κτίσμα του Θεού , εγκαταλείπει τον Κτίστη . Αλλά σκέψου , πώς θα σταθείς στη Φοβερή Κρίση του Θεού ; Πού θα φύγεις ή πού θα κρυφτείς από το Πρόσωπο του Θεού ; ...
... Υπάρχουν πολλά είδη ταπεινώσεως . Ο ένας είναι υπάκουος και για όλα μέμφεται τον εαυτό του , κι αυτό είναι ταπείνωση . Ο άλλος μετανοεί για τις αμαρτίες του και θεωρεί τον εαυτό του βδέλυγμα ενώπιον του Κυρίου , κι αυτό είναι ταπείνωση . Όμως άλλη ταπείνωση έχει εκείνος που γνώρισε με το Πνεύμα το Άγιο τον Κύριο . Εκείνος έχει άλλη γνώση και άλλη γεύση .
Όταν η ψυχή δει με το Άγιο Πνεύμα τον Κύριο , πόσο πράος και ταπεινός είναι , τότε ταπεινώνεται και η ίδια πλήρως . Και η ταπείνωση αυτή είναι εντελώς ιδιαίτερη και κανένας δεν μπορεί να την περιγράψει και γνωρίζεται μόνο με το Άγιο Πνεύμα . Κι αν οι άνθρωποι εγνώριζαν με το Άγιο Πνεύμα ποιος είναι ο Κύριος μας , τότε θα άλλαζαν οι πάντες : οι πλούσιοι θα εγκατέλειπαν τα πλούτη τους , οι επιστήμονες τις επιστήμες τους , οι κυβερνήτες τη δόξα και την εξουσία τους και θα γινόταν όλοι ταπεινοί , θα ζούσαν με μεγάλη ειρήνη και αγάπη και θα βασίλευε στη γη χαρά μεγάλη . ...
... Κύριε , δώσε να γνωρίσουν όλοι οι λαοί της γης πόσο μας αγαπάς και ποια θαυμαστή ζωή χαρίζεις σ ‘ όσους πιστεύουν σε Σένα .
Όποιος έχει μέσα του την ειρήνη του Αγίου Πνεύματος , σκορπίζει ειρήνη και στους άλλους . Όποιος όμως έχει μέσα του πνεύμα κακό , σκορπά και στους άλλους το κακό . ...
... Ο θυμώδης άνθρωπος υποφέρει ο ίδιος μεγάλο μαρτύριο από πονηρό πνεύμα , εξαιτίας της υπερηφάνειας του . Ο υφιστάμενος , όποιος κι αν είναι , πρέπει να το καταλαβαίνει και να προσεύχεται για τον ψυχικά άρρωστο προ’ι’στάμενό του και τότε ο Κύριος , βλέποντας την υπομονή του , θα του δώσει άφεση αμαρτιών και αδιάλειπτη προσευχή . Είναι μέγα έργον ενώπιον του Θεού το να προσεύχεται κανείς γι ‘ αυτούς που τον αδικούν και τον προσβάλλουν . Εξαιτίας αυτού θα του δώσει ο Κύριος τη χάρη και θα γνωρίσει με το Άγιο Πνεύμα τον Κύριο . Κι έτσι θα υπομείνει τότε , χάριν του Κυρίου , με χαρά όλες τις θλίψεις και θα του δώσει ο Κύριος αγάπη για όλο τον κόσμο και θα επιθυμεί ολόψυχα το καλό για όλους και θα προσεύχεται για όλους όπως για την ψυχή του .
Ο Κύριος μας έδωσε την εντολή ν ‘ αγαπούμε τους εχθρούς και όποιος αγαπά τους εχθρούς εξομοιώνεται με τον Κύριο . Η αγάπη για τους εχθρούς δεν είναι δυνατή παρά μόνο με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος . Γι ‘ αυτό , μόλις σε προσβάλει κανείς , προσευχήσου γι ‘ αυτόν στον Θεό κι έτσι θα διατηρήσεις την ειρήνη του Θεού στην ψυχή σου . ...

ΛΟΓΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΕΥΧΗ
... Η προσευχή δίνεται στον προσευχόμενο . Η προσευχή που γίνεται μόνο από συνήθεια , χωρίς καρδιά συντετριμμένη για τις αμαρτίες της , δεν είναι αρεστή στον Θεό . ...
... Ω άνθρωπε , μάθε την κατά Χριστόν ταπείνωση και θα σου χαρίσει ο Κύριος να γευθείς τη γλυκύτητα της προσευχής . Κι αν θέλεις να προσεύχεσαι καθαρά , τότε γίνε ταπεινός , εγκρατής , εξομολογήσου ειλικρινώς και θα σε αγαπήσει η προσευχή . Γίνε υπάκουος , υποτάξου ευσυνείδητα στις αρχές και μείνε ευχαριστημένος για όλα , και τότε ο νους σου θα καθαριστεί από μάταιους λογισμούς . Να θυμάσαι πως σε βλέπει ο Κύριος και πρόσεχε μήπως λυπήσεις με κάτι τον αδελφό - μη τον κατακρίνεις και μη τον στενοχωρήσεις ούτε μ ‘ ένα βλέμμα - . και το Πνεύμα το Άγιο θα σε αγαπήσει και Αυτό θα σε βοηθήσει σ ‘ όλα .
... Πολλοί προσεύχονται προφορικά ή προτιμούν να προσεύχονται με βιβλία . Και αυτό καλό είναι και ο Κύριος δέχεται την προσευχή τους . Αν όμως κανείς προσεύχεται στον Κύριο και σκέφτεται άλλα πράγματα , τότε ο Κύριος δεν εισακούει αυτού του είδους την προσευχή .
Όποιος προσεύχεται από συνήθεια , δεν έχει αλλαγές στην προσευχή . Όποιος όμως προσεύχεται θερμά , υφίσταται πολλές αλλαγές κατά την προσευχή : Δίνει μάχη εναντίον του εχθρού , μάχη εναντίον του εαυτού του , εναντίον των παθών του , εναντίον των ανθρώπων , και πρέπει να είναι κάθε στιγμή ανδρείος . ...
... Οι συμφορές και οι κίνδυνοι εδίδαξαν πολλούς να προσεύχονται . Μ ‘ επισκέφθηκε κάποτε στην αποθήκη τροφίμων ένας στρατιωτικός , που κατευθυνόταν στη Θεσσαλονίκη . Η ψυχή μου τον αγάπησε και του λέγω:
«Προσεύχου στον Κύριο να λιγοστέψουν οι θλίψεις».
Και αυτός απαντά : «Ξέρω να προσεύχομαι . Το έμαθα στον πόλεμο, όταν ήμουν στις μάχες . Παρακαλούσα θερμά τον Κύριο να με φυλάξει ζωντανό . Τα βόλια έπεφταν , τα βλήματα έσκαζαν και λίγοι έμειναν στη ζωή . Αν και πήγα πολλές φορές στη μάχη , ο Κύριος με εφύλαξε».
Ενώ τα έλεγε αυτά , έδειχνε πως προσευχόταν και από τη στάση του σώματος του φαινόταν πως ήταν όλος βυθισμένος στον Θεό . ...
... Όταν αγαπάς κάποιον θέλεις να τον σκέφτεσαι , να μιλάς γι ‘ αυτόν , να είσαι μαζί του . Η ψυχή αγαπά τον Κύριο ως Πατέρα και Δημιουργό και παρουσιάζεται μπροστά Του , με φόβο και αγάπη : με φόβο , γιατί είναι ο Κύριος ΄ με αγάπη , γιατί η ψυχή δεν Τον ξέρει ως Πατέρα γεμάτον έλεος και η χάρη Του είναι γλυκύτερη από κάθε τι άλλο . ...

Η ΜΕΤΑΝΟΙΑ
... Μη θλίβεστε , λαοί , που είναι δύσκολη η ζωή . Αγωνίζεστε μόνον εναντίον της αμαρτίας και ζητάτε βοήθεια από τον Κύριο κι Αυτός θα σας χαρίσει ότι είναι ωφέλιμο , γιατί είναι σπλαγχνικός και μας αγαπά ...
... Αλήθεια σας λέω : Δεν ξέρω νάχω κανένα καλό κι έχω πολλές αμαρτίες . Η χάρη του Αγίου Πνεύματος όμως εξάλειψε τις αμαρτίες μου και ξέρω πως σ ‘ όσους παλεύουν εναντίον της αμαρτίας ο Κύριος τους χαρίζει όχι μόνο την άφεση αλλά και τη χάρη του Αγίου Πνεύματος , η οποία δίνει χαρά στην ψυχή και την γεμίζει με βαθιά και γλυκιά ειρήνη ...
...Ναι , Κύριε , άκουσε την προσευχή της γης . Όλοι οι λαοί αδημονούν . Όλοι χάθηκαν μέσα στις αμαρτίες . Όλοι στερήθηκαν τη χάρη Σου και ζουν στο σκοτάδι . ...
... Ας είναι δοξασμένος ο Κύριος , που μας έδωσε τη μετάνοια και με τη μετάνοια σωζόμαστε όλοι μας χωρίς εξαίρεση . Δεν θα σωθούν μόνον όσοι δεν μετανοούν ΄ κι εδώ βλέπω την απόγνωσή τους και κλαίω από συμπόνια γι ‘ αυτούς . Αν κάθε ψυχή εγνώριζε τον Κύριο , θα ήξερε πόσο μας αγαπά Αυτός και κανένας δεν θ ‘ απελπιζόταν για την σωτηρία του , ούτε καν θα εγόγγυζε .

ΤΟ ΘΕΛΗΜΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΚΑΙ Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ
... Ο υπερήφανος δεν αναζητεί το θέλημα του Θεού , αλλά προτιμά να κατευθύνει ο ίδιος τη ζωή του . Και δεν καταλαβαίνει πώς , χωρίς τον Θεό , δεν επαρκεί το λογικό του ανθρώπου για να τον καθοδηγεί . Κι εγώ , όταν εζούσα στον κόσμο προτού να γνωρίσω τον Κύριο και το Άγιο Πνεύμα , εστηριζόμουν στο λογικό μου . Όταν όμως εγνώρισα με το Άγιο Πνεύμα τον Κύριο μας Ιησού Χριστό , τον Υιό του Θεού , τότε παραδόθηκε η ψυχή μου στον Θεό και δέχομαι οτιδήποτε θλιβερό μου συμβεί και λέω : «Ο Κύριος με βλέπει ... Τι να φοβηθώ ;» Προηγουμένως όμως δεν μπορούσα να ζω κατ ‘ αυτό τον τρόπο .
Για όποιον παραδόθηκε στο θέλημα του Θεού η ζωή γίνεται πολύ ευκολότερη , γιατί στις αρρώστιες , στη φτώχεια και στο διωγμό σκέφτεται : «Έτσι ευδόκησε ο Θεός και πρέπει να υπομείνω για τις αμαρτίες μου» .
Να , εδώ και πολλά χρόνια πάσχω από πονοκέφαλο και δύσκολα τον υποφέρω , αλλά με ωφελεί , γιατί με την ασθένεια ταπεινώνεται η ψυχή . Η ψυχή μου επιθυμεί διακαώς να προσεύχεται και να αγρυπνεί αλλά η ασθένεια με εμποδίζει , διότι το άρρωστο σώμα απαιτεί ανάπαυση . Και παρακάλεσα πολύ τον Κύριο να με θεραπεύσει , αλλά δεν με άκουσε . Κι αυτό σημαίνει πώς αυτό δεν θα ήταν προς όφελός μου .
Να όμως και μια άλλη περίπτωση , που ο Κύριος με άκουσε και με έσωσε . Σε μια γιορτή πρόσφεραν στην τράπεζα ψάρι . Ενώ λοιπόν έτρωγα , ένα κόκαλο μπήκε πολύ βαθιά στο λαιμό μου . Επικαλέστηκα τον Άγιο Παντελεήμονα , παρακαλώντας να με θεραπεύσει , γιατί ο γιατρός του Μοναστηριού δεν θα μπορούσε να μου βγάλει το κόκαλο από το φάρυγγα . Και μόλις είπα : «γιάτρεψέ με» , η ψυχή μου πήρε απάντηση : «Βγες , έξω από την τράπεζα , κάνε μια βαθιά εισπνοή και μια απότομη εκπνοή και το κόκαλο θα βγει με αίμα» . Έτσι κι έκαμα και βγήκε ένα μεγάλο κόκαλο με αίμα . Και κατάλαβα πώς , αν ο Κύριος δεν με θεραπεύει από τον κεφαλόπονο , αυτό σημαίνει ότι είναι ωφέλιμο για την ψυχή μου να υποφέρω τον πόνο . ...
... Όταν η χάρη είναι μαζί μας , είμαστε δυνατοί στο πνεύμα . Όταν όμως την χάσομε , βλέπομε την αδυναμία μας , βλέπομε πως χωρίς τον Θεό δεν μπορούμε ούτε να σκεφτούμε το καλό .
Πώς μπορείς να ξέρεις αν ζεις σύμφωνα με το θέλημα του Θεού ;
Να η ένδειξη : Αν στενοχωριέσαι για κάτι , αυτό σημαίνει πως δεν παραδόθηκες τελείως στο θέλημα του Θεού , έστω κι αν σου φαίνεται πως ζεις σύμφωνα με το θέλημα του Θεού .
Όποιος ζει κατά το θέλημα του Θεού , αυτός δεν μεριμνά για τίποτε . Κι αν κάτι του χρειάζεται , παραδίνει τον εαυτό του και την ανάγκη του στον Θεό . Κι αν πάρει ότι θέλει , μένει ήρεμος , σαν να το είχε .
Ψυχή που παραδόθηκε στο θέλημα του Θεού δεν φοβάται τίποτε : ούτε θύελλες ούτε ληστές ούτε τίποτα άλλο . ‘Ότι κι αν έλθει , λέγει : «Έτσι ευδοκεί ο Θεός» , κι έτσι διατηρείται η ειρήνη στην ψυχή και στο σώμα .
Το καλύτερο έργο είναι να παραδοθούμε στο θέλημα του Θεού και να βαστάζομε τις θλίψεις με ελπίδα . Ο Κύριος βλέποντας τις θλίψεις μας δεν θα επιτρέψει ποτέ κάτι που να ξεπερνά τις δυνάμεις μας . Αν οι θλίψεις μας φαίνονται υπερβολικές , αυτό σημαίνει πως δεν έχομε παραδοθεί στο θέλημα του Θεού . ...
... Όποιος κάνει το θέλημα του Θεού , είναι ευχαριστημένος με όλα , έστω κι αν είναι φτωχός και ίσως ασθενής και πάσχει , γιατί τον ευφραίνει η χάρη του Θεού . Όποιος όμως δεν είναι ικανοποιημένος με την μοίρα του και γογγύζει για την αρρώστια του ή εναντίον εκείνου που τον προσέβαλε , αυτός να ξέρει πως κατέχεται από υπερήφανο πνεύμα και έχασε την ευγνωμοσύνη για τον Θεό . Αλλ ‘ ακόμα και σε μια τέτοια περίπτωση μη στενοχωριέσαι , αλλά ζήτησε μ ‘ επιμονή από τον Κύριο πνεύμα ταπεινό . Κι όταν έλθει σ ‘ εσέ το ταπεινό Πνεύμα του Θεού που αναζητάς , τότε θα Τον αγαπήσεις και θα έχεις βρει ανάπαυση , παρ ‘ όλες τις θλίψεις σου .
Ψυχή που απέκτησε την ταπείνωση θυμάται πάντα τον Θεό και αναλογίζεται : «Ο Θεός με έκτισε ΄ έπαθε για μένα ΄ συγχωρεί τις αμαρτίες μου και με παρηγορεί ΄ με τρέφει και φροντίζει για μένα . Γιατί λοιπόν να μεριμνώ εγώ για τον εαυτό μου ή τι έχω να φοβηθώ , έστω κι αν με απειλή ο θάνατος» . ...
... Κάθε ψυχή που ταράζεται από οποιαδήποτε αιτία πρέπει να καταφεύγει στον Κύριο και ο Κύριος θα την καθοδηγήσει . Αυτό όμως γίνεται κυρίως σε καιρό συμφοράς και απροσδόκητου συγχύσεως - κανονικά πρέπει να ρωτάμε τον πνευματικό , γιατί αυτό είναι ταπεινότερο
Και όλα , όλα δίνουν τότε αγάπη στην καρδιά , διότι όλα είναι του Θεού.
Ο Κύριος νουθετεί με το έλεος Του τον άνθρωπο , για α δέχεται μ ‘ ευγνωμοσύνη τις θλίψεις . Ποτέ σ ‘ όλη μου τη ζωή , ούτε μια φορά δεν εγόγγυσα για τις θλίψεις , αλλά τα δεχόμουν όλα σαν φάρμακο από τα χέρια του Θεού και πάντα Τον ευχαριστούσα και γι ‘ αυτό ο Κύριος μου έδωσε να υπομένω ελαφρά τον αγαθό ζυγό Του .
Όλοι οι κάτοικοι της γης υφίστανται αναπόφευκτα θλίψεις . Και παρόλο που δεν είναι μεγάλες οι θλίψεις που παραχωρεί ο Κύριος , όμως φαίνονται στους ανθρώπους αφόρητες και συντριπτικές . Κι αυτό γίνεται , διότι οι άνθρωποι δεν θέλουν να ταπεινωθούν ενώπιον του Θεού και να παραδοθούν στο θέλημά Του . Όσοι όμως άφησαν τον εαυτό τους στο θέλημα του Θεού , αυτούς τους καθοδηγεί ο Ίδιος ο Κύριος με τη χάρη Του και υπομένουν με ανδρεία τα πάντα για χάρη του Θεού , τον Οποίο αγάπησαν και με τον Οποίο θα δοξάζονται αιώνια .
Όταν η Παναγία βρισκόταν κοντά στον Σταυρό , η θλίψη Της ήταν ακατάληπτα μεγάλη , επειδή Αυτή αγαπούσε τον Υιό της περισσότερο απ ‘ ότι μπορεί κανείς να φαντασθεί . Κι εμείς ξέρομε πως όσο μεγαλύτερη είναι η αγάπη , τόσο μεγαλύτερη είναι και η λύπη . Κατά την ανθρώπινη φύση η Θεοτόκος δεν θα μπορούσε με κανένα τρόπο να μην υποκύψει στις θλίψεις Της ΄ παραδόθηκε όμως στο θέλημα του Θεού και το Άγιο Πνεύμα Την ενίσχυσε ν ‘ αντέξει στον πόνο της .
Μετά την Ανάληψη του Κυρίου η Παναγία έγινε η μεγάλη παρηγοριά στις θλίψεις για όλο τον λαό του Θεού .
Ο Κύριος έδωσε επί γης το Άγιο Πνεύμα και όσοι Το έλαβαν αισθάνονται τον παράδεισο μέσα τους .
Ίσως πεις : Γιατί λοιπόν δεν έχω κι εγώ μια τέτοια χάρη ; Διότι συ δεν παραδόθηκες στο θέλημα του Θεού , αλλά ζεις κατά δικό σου θέλημα .
Παρατηρήστε εκείνον που αγαπά το θέλημά του . Αυτός δεν έχει ποτέ ειρήνη στην ψυχή και δεν ευχαριστιέται με τίποτε ΄ γι ‘ αυτόν όλα γίνονται όπως δεν έπρεπε . Όποιος όμως δόθηκε ολοκληρωτικά στο θέλημα του Θεού , έχει την καθαρή προσευχή και η ψυχή του αγαπά τον Κύριο .
Έτσι δόθηκε στον Θεό η Υπεραγία Παρθένος : «Ιδού η δούλη Κυρίου ΄ γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου» . Αν λέμε κι εμείς το ίδιο : «Ιδού ο δούλος Κυρίου ΄ γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου» , τότε τα Ευαγγελικά λόγια του Κυρίου , που εγράφτηκαν με το Άγιο Πνεύμα , θα ζούσαν μέσα στις ψυχές μας , η αγάπη του Θεού θα βασίλευε σ ‘ όλο τον κόσμο και η ζωή στη γη θα ήταν απερίγραπτα ωραία . Αλλά παρόλο που τα λόγια του Κυρίου ακούγονται τόσους αιώνες σ ‘ όλη την οικουμένη , οι άνθρωποι όμως δεν τα καταλαβαίνουν και δεν θέλουν να τα παραδεχθούν . Όποιος όμως ζει σύμφωνα με το θέλημα του Θεού , αυτός θα δοξασθεί και στον ουρανό και στη γη .
Όποιος παραδόθηκε στο θέλημα του Θεού , απασχολείται μόνο με τον Θεό . Η χάρη του Θεού τον βοηθά να παραμένει στην αδιάλειπτη προσευχή . Κι όταν ακόμα εργάζεται ή μιλάει , η ψυχή του είναι απορροφημένη από τον Θεό και γι ‘ αυτό ο Κύριος την πήρε υπό την προστασία Του .
Η Παράδοση λέει πώς κατά τη φυγή στην Αίγυπτο η Αγία Οικογένεια συνάντησε στο δρόμο ένα ληστή , αλλά δεν Τους έκαμε κανένα κακό . Όταν μάλιστα ο ληστή είδε το Νήπιο , είπε πώς , αν γινόταν ο Θεός άνθρωπος , δεν θα ήταν ωραιότερος από αυτό το Νήπιο , και τους άφησε να φύγουν ανενόχλητοι .
Αξιοθαύμαστο πράγμα : Ληστής που δεν σπλαχνίζεται κανένα σαν θηρίο,
ούτε προσέλαβε ούτε λύπησε την Αγία Οικογένεια . Η ψυχή του ληστή σαν είδε το Νήπιο και την ταπεινή Μητέρα Του συγκινήθηκε και την άγγιξε η χάρη του Θεού .
Το ίδιο συνέβαινε και στα άγρια θηρία , που μόλις αντίκριζαν τους άγιους μάρτυρες ή τους όσιους καταπραύνονταν και δεν τους έκαναν κακό . Αλλά κι οι δαίμονες ακόμα φοβούνται την πράη και ταπεινή ψυχή , που τους νικά με την υπακοή , την εγκράτεια και την προσευχή .
Και πάλι πράγμα παράδοξο : ο ληστής λυπήθηκε το Νήπιο - Κύριο , ενώ οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι Τον παρέδωσαν στον Πιλάτο για να σταυρωθεί . Κι αυτό γιατί δεν προσεύχονταν και δεν ζητούσαν από τον Θεό σύνεση , πώς και τι να κάνουν .
Έτσι , πολλές φορές οι κυβερνήτες και γενικά οι άνθρωποι ζητούν μεν το αγαθό , αλλά δεν ξέρουν που είναι αυτό το αγαθό . Δεν ξέρουν πώς το αγαθό βρίσκεται στον Θεό και μας δίνεται από τον Θεό .
Είναι ανάγκη να προσευχόμαστε πάντοτε , για να μας νουθετεί ο Κύριος τι και πώς πρέπει να κάνομε , και ο Κύριος δεν θα επιτρέψει να παραπλανηθούμε .
Ο Αδάμ δεν είχε τη σύνεση , να ρωτήσει τον Κύριο για τον καρπό που του έδωσε η Εύα , και γι ‘ αυτό έχασε τον Παράδεισο .
Ο Δαβίδ δεν ερώτησε τον Κύριο : «Θα ήταν άραγε καλό για μένα να πάρω τη γυναίκα του Ουρία ;» κι έπεσε στα αμαρτήματα του φόνου και της μοιχείας .
Έτσι κι όλοι οι άγιοι που αμάρτησαν , αμάρτησαν γιατί δεν επεκαλούντο τη βοήθεια του Θεού για να τους φωτίσει . Ο Όσιος Σεραφείμ του Σαρώφ είπε : «Όταν μιλούσα από το νου μου , συνέβαιναν λάθη» .
Υπάρχουν όμως και αναμάρτητα λάθη που οφείλονται στην ατέλεια του ανθρώπου . Τέτοια βλέπομε ακόμη και στην Παναγία . Λέγεται στο Ευαγγέλιο πώς όταν επέστρεφε η Παναγία με τον Ιωσήφ από την Ιερουσαλήμ , ενόμισε πώς ο Υιός της βάδιζε μαζί με τους συγγενείς ή τους γνωστούς ... Και μόνο μετά τριών ημερών αναζήτηση Τον βρήκαν στο Ιερό των Ιεροσολύμων να συνομιλεί με τους πρεσβυτέρους .
Συνεπώς μόνον ο Κύριος είναι παντογνώστης , ενώ όλοι εμείς , όποιοι κι αν είμαστε , πρέπει να προσευχόμαστε στον Θεό ζητώντας σύνεση και να ρωτάμε τον πνευματικό μας , για ν ‘ αποφύγομε τα λάθη . ...
... Πόσο φανερό είναι για μένα πώς ο Κύριος μας κατευθύνει . Χωρίς Αυτόν δεν μπορούμε ούτε να σκεφθούμε το αγαθό . ...
... Όπου υπάρχει άφεση αμαρτιών , εκεί βρίσκεται η ελευθερία της συνειδήσεως και η αγάπη , έστω και λίγη . ...
... Στενοχωρούμε και θρηνώ και οδύρομαι για τους ανθρώπους . Πολλοί σκέφτονται με απόγνωση : «Αμάρτησα πολύ : σκότωσα , λήστεψα , εβίασα , εσυκοφάντησα , ήμουν άσωτος κι έκανα κι άλλα πολλά» . Κι από την ντροπή τους δεν έρχονται στη μετάνοια . Λησμονούν όμως ότι όλες οι αμαρτίες τους είναι σαν σταγόνα μπροστά στο πέλαγος της αγάπης του Θεού .
Ω αδελφοί μου , όλη η γη , μετανοείτε , όσο ακόμα είναι καιρός . Ο Κύριος γεμάτος έλεος περιμένει τη μετάνοιά μας . Και όλος ο ουρανός και όλοι οι άγιοι περιμένουν επίσης την επιστροφή μας . ...
... Ο Κύριος μας έδωσε την εντολή ν ‘ αγαπούμε αλλήλους . Σ ‘ αυτό έγκειται η ελευθερία : στην αγάπη για τον Θεό και για τον πλησίον . Εδώ βρίσκεται και η ελευθερία και η ισότητα . Στην κοσμική τάξη είναι αδύνατο να υπάρξει ισότητα - αυτό όμως δεν έχει σημασία για την ψυχή. Δεν μπορεί να είναι ο καθένας βασιλιάς ή άρχοντας , πατριάρχης ή ηγούμενος ή διοικητής . Μπορείς όμως σε κάθε τάξη ν ‘ αγαπάς τον Θεό και να είσαι ευάρεστος σ ‘ Αυτόν - κι ‘ αυτό είναι το σπουδαίο . Κι όσοι αγαπούν περισσότερο τον Θεό επί γης , θα έχουν μεγαλύτερη δόξα στη Βασιλεία και θα είναι πιο κοντά στον Κύριο . Ο καθένας θα δοξασθεί κατά το μέτρο της αγάπης του .
Έμαθα πως η αγάπη ποικίλλει ως προς την έντασή της . Όποιος φοβάται τον Θεό , φοβάται να Τον λυπήσει με κάτι ΄ αυτός είναι ο πρώτος βαθμός . Όποιος έχει το νου καθαρό από εμπαθείς λογισμούς , αυτό είναι ο δεύτερος βαθμός , μεγαλύτερος από τον πρώτο . Όποιος αισθητά έχει τη χάρη στην ψυχή του , αυτός είναι ο τρίτος βαθμός της αγάπης , ο ακόμα μεγαλύτερος .
Η τέταρτη βαθμίδα , η τέλεια αγάπη για τον Θεό είναι όταν έχει κανείς τη χάρη του Αγίου Πνεύματος και στην ψυχή και στο σώμα . Αυτών των ανθρώπων αγιάζουν τα σώματα και μετά τον θάνατο τους γίνονται άγια λείψανα . Έτσι γίνεται με τα σώματα των αγίων μαρτύρων , των προφητών , των οσίων ανδρών . ...

ΑΓΙΟΥ ΣΙΛΟΥΑΝΟΥ ΔΙΨΑ ΘΕΟΥ

ΔΙΨΑ ΘΕΟΥ
Διψά η ψυχή μου τον Κύριο και με δάκρυα Τον ζητώ. Πώς να μη Σε ζητώ ; Σύ με ζήτησες πρώτος και μου έδωσες να γευθώ την γλυκύτητα του Αγίου Πνεύματος , και η ψυχή μου Σε αγάπησε έως τέλους.
Βλέπεις , Κύριε , τη λύπη και τα δάκρυά μου ... Αν δεν με προσείλκυες με την αγάπη Σου , δεν θα Σε ζητούσα όπως Σε ζητώ . Αλλά το Πνεύμα Σου το Άγιο μου έδωσε το χάρισμα να Σε γνωρίσω και χαίρεται η ψυχή μου , γιατί Σύ είσαι ο Θεός μου και ο Κύριος μου και Σε διψώ μέχρι δακρύων .
Ποθεί η ψυχή μου τον Θεό και Τον ζητώ, με δάκρυα. Εύσπλαχνε Κύριε , Σύ βλέπεις την πτώση μου και τη θλίψη μου. Ταπεινά όμως παρακαλώ το έλεός Σου : Χορήγησέ μου , του αμαρτωλού , την χάρη του Αγίου Σου Πνεύματος. Η θύμησή της οδηγεί το νου μου να ξαναβρή την ευσπλαχνία Σου.
Κύριε , δώσε μου πνεύμα ταπεινώσεως , για να μη ξαναχάσω τη χάρη Σου και ξαναρχίσω να την θρηνώ , όπως θρηνούσε ο Αδάμ για τον παράδεισο και τον Θεό
Τον πρώτο χρόνο της ζωής μου στο Μοναστήρ, η ψυχή μου γνώρισε τον Κύριο εν Πνεύματι Άγιο .
Πολύ μας αγαπά ο Κύριος ‘ αυτό το έμαθα από το Άγιο Πνεύμα που μου έδωσε ο Κύριος κατά το μέγα έλεος .
Εγέρασα και ετοιμάζομαι για το θάνατο και γράφω την αλήθεια από αγάπη για τον λαό .
Το Πνεύμα του Χριστού , που μου έδωσε ο Κύριος , θέλει να σωθούν όλοι , να γνωρίσουν όλοι τον Θεό .
Ο Κύριος έδωσε στον ληστή τον παράδεισο ‘ έτσι θα δώσει τον παράδεισο και σε κάθε αμαρτωλό . Εγώ ήμουν χειρότερος κι από ένα βρωμερό σκύλο , εξαιτίας των αμαρτιών μου ‘ σαν άρχισα όμως να ζητώ συγχώρεση από τον Θεό , Αυτός μου έδωσε όχι μόνο τη συγχώρεση , αλλά και το Άγιο Πνεύμα , και έτσι , εν Πνεύματι Αγίω εγνώρισα τον Θεό .
Βλέπεις αγάπη που έχει ο Θεός για μας ; Ποιος , στ ‘ αλήθεια , θα μπορούσε να περιγράψει αυτή την ευσπλαχνία Του ;
Αδελφοί μου , πέφτω στα γόνατα και σας παρακαλώ , πιστεύετε στο Θεό , πιστεύετε πώς υπάρχει το Άγιο Πνεύμα , που μαρτυρεί για το Θεό σ ‘ όλες τις εκκλησίες μας και στην ψυχή μου .
Το Άγιο Πνεύμα είναι αγάπη . Κι αυτή η αγάπη πλημμυρίζει όλες τις ψυχές των ουρανοπολιτών αγίων . Και το ίδιο Άγιο Πνεύμα είναι στη γη, στις ψυχές όσων αγαπούν τον Θεό .
Εν Πνεύματι Αγίω όλοι οι ουρανοί βλέπουν τη γη , ακούγουν τις προσευχές μας και τις προσκομίζουν στον Θεό .
Ο Κύριος είναι ελεήμων , αυτό το ξέρει η ψυχή μου , μα δεν μπορώ να το περιγράψω . Είναι στο έπακρον πράος και ταπεινός και όταν Τον δη η ψυχή , τότε αλλάζει και γεμίζει από αγάπη για τον Θεό και τον πλησίον και γίνεται κι η ίδια πράη και ταπεινή . Μα αν χάση ο άνθρωπος αυτή τη χάρη , τότε θα κλαίει σαν τον Αδάμ μετά την έξωση του από τον παράδεισο . Οδυρόταν ο Αδάμ και όλη η έρημος άκουγε τους στεναγμούς του , τα δάκρυά του ήταν πικρά από την θλίψη και έκλαιγε για πολλά χρόνια .
Έτσι και η ψυχή που γνώρισε τη χάρη του Θεού και μετά την έχασε , πονά για τον Θεό και λέγει :
«Διψά η ψυχή μου τον Κύριο και με δάκρυα Τον αναζητώ «.
Είμαι μεγάλος αμαρτωλός , και όμως είδα την άμετρη αγάπη και το έλεος του Θεού για μένα .
Από τα παιδικά μου χρόνια προσευχόμουν για όσους με πρόσβαλλαν και έλεγα : «Κύριε , μη τους καταλογίζεις αμαρτίες για όσα μου κάνουν «. Όμως , παρότι μου άρεσε να προσεύχομαι , δεν απόφυγα τις αμαρτίες . Ο Κύριος όμως δεν θυμήθηκε τις αμαρτίες μου και μου έδωσε αγάπη για τους ανθρώπους . Η ψυχή μου επιθυμεί να σωθεί όλη η οικουμένη , να εισέλθουν όλοι στη Βασιλεία των Ουρανών , να δουν την δόξα του Κυρίου και να απολαύσουν την αγάπη του Θεού .
Κρίνω από την δική μου εμπειρία : Αν ο Κύριος αγάπησε εμέ τόσο πολύ , αυτό σημαίνει πως αγαπά όλους τους αμαρτωλούς , όπως αγάπησε κι εμένα .
Ω , η αγάπη του Κυρίου ! Δεν έχω δυνάμεις να την περιγράψω , γιατί είναι άπειρα μεγάλη και θαυμαστή .
Η χάρη του Θεού δίνει δύναμη για ν ‘ αγαπάς τον Αγαπημένο . Τότε η ψυχή έλκεται αδιάκοπα προς την προσευχή και δεν μπορεί να λησμονήσει τον Κύριο ούτε δευτερόλεπτο .
Φιλάνθρωπε Κύριε , πώς δεν ελησμόνησες τον αμαρτωλό δούλο Σου , αλλά γεμάτος έλεος με είδες από τη δόξα Σου και μου εμφανίστηκες με ακατάληπτο τρόπο .
Εγώ πάντα Σε πρόσβαλλα και Σε λυπούσα . Συ όμως , Κύριε , για τη μικρή μου μετάνοια μου έδωσες να γνωρίσω τη μεγάλη Σου αγάπη και την άμετρη αγαθότητά Σου .
Το ιλαρό και πράο βλέμμα Σου έθελξε την ψυχή μου .
Τι να σου ανταποδώσω , Κύριε , ή ποιόν αίνο να Σου προσφέρω ;
Σύ δίνεις την χάρη Σου , για να καίγεται αδιάλειπτα η καρδιά από αγάπη - και δεν βρίσκει πια ανάπαυση ούτε νύχτα ούτε μέρα από την θε’ι’κή αγάπη .
Η θύμησή Σου θερμαίνει την ψυχή μου , που τίποτε στη γη δεν την αναπαύει εκτός από Σένα . Γι ‘ αυτό με δάκρυα Σε ζητώ , και πάλι Σε χάνω , και πάλι ποθεί ο νους μου την γλυκύτητά Σου , αλλά Συ δεν εμφανίζεις το Πρόσωπό Σου , που επιθυμεί νύχτα και μέρα η ψυχή μου.
Κύριε , δώσε μου να αγαπώ μόνον Εσένα .
Σύ με έκτισες , Σύ με φώτισες με το άγιο βάπτισμα , Σύ συγχωρείς τα αμαρτήματά μου και μου δίνεις τη χάρη να κοινωνώ το τίμιο Σώμα και Αίμα Σου . Δώσε μου τη δύναμη να μένω πάντα κοντά Σου .
Κύριε , δώσε μου τη μετάνοια του Αδάμ και την άγια ταπείνωσή Σου .
Η ψυχή μου πλήττει στη γη και ποθεί τα ουράνια .
Ο Κύριος ήρθε στη γη για να μας πάρει εκεί που μένει Αυτός , η Πανάχραντη Μητέρα Του , η Οποία Τον υπηρέτησε στη γη για τη δική μας σωτηρία , και οι μαθητές και ακόλουθοι του Κυρίου .
Εκεί μας καλεί ο Κύριος , παρ ‘ όλες τις αμαρτίες μας .
Εκεί θα δούμε τους αγίους Αποστόλους , που δοξάζονται ως κήρυκες του Ευαγγελίου . Εκεί θα δούμε τους αγίους προφήτες και ιεράρχες , τους διδασκάλους της Εκκλησίας . Εκεί θα δούμε τους οσίους , που αγωνίστηκαν να ταπεινώσουν με τη νηστεία τη ψυχή τους . Εκεί δοξάζονται οι δια Χριστόν σαλοί , που νίκησαν τον κόσμο .
Εκεί θα δοξάζονται όλοι , όσοι νίκησαν τον εαυτό τους , όσοι προσεύχονταν για όλο τον κόσμο και σήκωσαν πάνω τους τη θλίψη όλου του κόσμου , γιατί είχαν την αγάπη του Χριστού - κι η αγάπη δεν μπορεί να υποφέρει την απώλεια έστω και μιας ψυχής .
Εκεί θέλει να κατασκηνώσει η ψυχή μου . Εκεί όμως δεν θα μπει τίποτε ακάθαρτο , γιατί μπαίνουν με μεγάλες θλίψεις , με πολλά δάκρυα , με συντριβή πνεύματος . Μονάχα τα παιδιά , που φύλαξαν τη χάρη του αγίου βαπτίσματος , περνούν εκεί χωρίς θλίψεις και γνωρίζουν εν Πνεύματι Αγίω τον Κύριο .
Νοσταλγεί η ψυχή μου τον Θεό και προσεύχεται μέρα και νύχτα , γιατί το όνομα του Κυρίου είναι γλυκό και πολυπόθητο για την προσευχόμενη ψυχή και την ελκύει στην αγάπη του Θεού .
Έζησα πολύ καιρό στη γη και άκουσα και είδα πολλά . Άκουσα πολλή μουσική που εγλύκαινε την ψυχή μου . Και σκεφτόμουν πώς , αν αυτή η μουσική είναι τόσο γλυκιά , τότε πολύ περισσότερο πρέπει να ευχαριστεί την ψυχή η ουράνια μελωδία , εκεί που δοξάζουν εν Πνεύματι Αγίω τον Κύριο για τα πάθη Του .
Η ψυχή ζει πολύ στη γη και αγαπά τα γήινα κάλλη . Αγαπά τον ουρανό και τον ήλιο , αγαπά τους όμορφους κήπους , τη θάλασσα και τα ποτάμια , τα δάση και τα λειβάδια . Αγαπά , ακόμη , και τη μουσική η ψυχή , κι όλα αυτά τα επίγεια την ευφραίνουν . Όταν όμως γνωρίσει τον Κύριό μας Ιησού Χριστό , τότε δεν θέλει πια να βλέπει τα επίγεια .
... Κύριε πόσο πολύ αγαπάς τον άνθρωπο ! ...
... Ω Κύριε , κάνε μας άξιους για τη δωρεά του Αγίου Πνεύματος , για να κατανοήσομε τη δόξα Σου και να ζήσομε στη γη με ειρήνη και αγάπη . Ας μην υπάρχουν πόλεμοι , κακία κι εχθροί κι ας βασιλεύσει μονάχα η αγάπη - έτσι δεν θα χρειάζονται πια στρατός και φυλακές και η ζωή θα είναι εύκολη σ ‘ όλη τη γη . ...
... Γνωρίζω , Κύριε , πως αγαπάς τον λαό Σου , αλλά οι άνθρωποι δεν καταλαβαίνουν την αγάπη Σου και θορυβούνται όλοι οι λαοί της γης και οι σκέψεις τους είναι σαν τα σύννεφα που τα παρασύρει ο άνεμος σ ‘ όλα τα μέρη . ...
... Πόσο απέραντο είναι το έλεος του Θεού για μας ! ...
... Πολλοί πλούσιοι και ισχυροί θα πλήρωναν πολλά για να δουν τον Κύριο ή την Πανάχραντη Μητέρα Του , αλλά ο Θεός εμφανίζεται στην ταπεινή ψυχή και όχι στον πλούτο . ...
... Υπάρχουν άνθρωποι που εύχονται για τους εχθρούς τους ή για τους εχθρούς της Εκκλησίας την απώλεια και τα βάσανα στη φωτιά της κολάσεως . Σκέφτονται έτσι , γιατί δεν εδιδάχθηκαν από το Άγιο Πνεύμα την αγάπη του Θεού . Όποιος την εδιδάχθηκε πραγματικά , αυτός χύνει δάκρυα για όλο τον κόσμο .
Λέγεις ότι είναι κακούργος κι ας καεί στη φωτιά του Άδη . Σ ‘ ερωτώ όμως : αν ο Θεός δώσει σ ‘ εσένα μια καλή θέση στον παράδεισο και δεις πεταμένο στις φλόγες εκείνον για τον οποίο τα ευχόσουν αυτά , άραγε δεν θα λυπηθείς τότε γι ‘ αυτόν , όποιος κι αν ήταν , έστω και εχθρός της Εκκλησίας ; ...
... Κύριε , όλοι οι λαοί είναι έργο των χειρών Σου . Απομάκρυνε τους από την έχθρα και το μίσος και δώσε τους μετάνοια , για να γνωρίσουν όλοι την αγάπη Σου . ...
... Κύριε , σκόρπισε τη χάρη Σου στη γη . Δώσε σ ‘ όλους τους λαούς της γης να γευθούν την αγάπη Σου , να μάθουν πως Συ μας αγαπάς σαν μητέρα κι ακόμη περισσότερο . Γιατί μπορεί κι η μητέρα να ξεχάσει το παιδί της , αλλά Συ ποτέ , γιατί αγαπάς απείρως το πλάσμα Σου και η αγάπη δεν μπορεί να λησμονήσει . ...
... Αν γνώριζε ο κόσμος τη δύναμη των λόγων του Χριστού :
«Μάθετε απ ‘ εμού , ότι πράος ειμί και ταπεινός τη καρδία» , τότε όλος ο κόσμος , όλη η οικουμένη , θα εγκατέλειπαν όλες τις επιστήμες και θα μάθαιναν μόνον αυτή την ουράνια επιστήμη . ...
... Κι αν κανείς δεν μάθει την ταπείνωση , την αγάπη και την ακακία , τότε ο Κύριος δεν θα του δώσει τη γνώση του Εαυτού Του . Ψυχή όμως που γνώρισε αληθινά εν Πνεύματι Αγίω τον Κύριο και πληγώθηκε από την αγάπη Του , δεν μπορεί πια να Τον λησμονήσει , αλλά όπως ο άρρωστος θυμάται διαρκώς την ασθένειά του , έτσι και η ψυχή που αγαπά τον Κύριο πάντα θυμάται τον Κύριο και την αγάπη Του για όλο το ανθρώπινο γένος . ...
«Τώρα δεν αντιλαμβάνεστε την αγάπη μου για σας , αλλά θ ‘ αρθεί η ώρα , οπότε το Άγιο Πνεύμα θα σας δώσει να την καταλάβετε» .
«Μην αργείτε , ελάτε κοντά μου . Σας περιμένω με πόθο σαν παιδιά αγαπημένα και θα σας δώσω την ειρήνη μου και θα έχετε χαρά και η χαρά σας θα είναι αιώνια « . ...
... Γι ‘ αυτό , αδελφοί , με όλες τις δυνάμεις σας φυλάγετέ την ειρήνη του Θεού , που σας δόθηκε δωρεάν . Κι αν κάποιος μας κακοποιεί , ας τον αγαπούμε , έστω και με κόπο , και ο Κύριος βλέποντας τον κόπο μας θα μας βοηθήσει με τη χάρη Του . ...
... Πόση χαρά είναι για μας ότι ο Κύριος όχι μόνο συγχωρεί τα αμαρτήματά μας , αλλά και δίνει στην ψυχή την γνώση Του , αρκεί μόνο να ταπεινωθεί . Κι ο τελευταίος φτωχός μπορεί να ταπεινωθεί και να γνωρίσει τον Θεό με το Άγιο Πνεύμα . Δεν χρειάζονται ούτε χρήματα, ούτε τίτλοι για να γνωρίσει κανείς τον Θεό , αλλά μονάχα η ταπείνωση . Ο Κύριος δίνεται δωρεάν , μόνο χάρη στο έλεος Του . Πριν δεν το ήξερα , αλλά τώρα βλέπω καθημερινά κάθε ώρα , κάθε λεπτό ολοφάνερα το έλεος του Θεού . Ο Θεός χαρίζει ειρήνη ακόμη και την ώρα του ύπνου και χωρίς τον Θεό δεν υπάρχει ειρήνη στην ψυχή . ...
... Σύ εστόλισες τον ουρανό με τα άστρα , τον αιθέρα με τα σύννεφα , τη γη με τις θάλασσες , τα ποτάμια και τους πράσινους κήπους όπου κελαηδούν τα πουλιά , αλλά η ψυχή μου αγάπησε μονάχα Εσένα και δεν ποθεί τον κόσμο αυτό , έστω κι αν είναι ωραίος . ...
... Πού κατοικείς , Φως μου ; Βλέπεις πώς Σε αναζητώ με δάκρυα . Αν δεν εμφάνιζες Συ τον Εαυτό Σου σε μένα , δεν θα μπορούσα να Σε ζητώ τώρα όπως Σε ζητώ . Αλλά Συ ο ίδιος με αναζήτησες , εμέ τον αμαρτωλό και μου έδωσες να γνωρίσω την αγάπη Σου .Μ ‘ άφησες να δω πως η αγάπη Σου για μας Σε οδήγησε στο Σταυρό και πέθανες μέσα σε πόνους για χάρη μας . Συ μου έδωσες να γνωρίσω πως η αγάπη Σου Σε κατέβασε από τους ουρανούς στη γη , ακόμη και στον Άδη , για να δούμε την δόξα Σου . ...
... Η αμαρτωλή ζωή είναι ο θάνατος της ψυχής , ενώ η αγάπη του Θεού είναι ο παράδεισος εκείνος της τρυφής , στον οποίο ζούσε πριν από την πτώση ο πατέρας μας Αδάμ . ...
Η ΕΙΡΗΝΗ
Όλοι επιθυμούν την ειρήνη , μα δεν ξέρουν πώς να την αποκτήσουν . Ο Μέγας Παίσιος κυριεύθηκε από θυμό και παρακάλεσε τον Κύριο να τον ελευθερώσει από αυτό το πάθος . Ο Κύριος εμφανίστηκε σ ‘ αυτόν και του είπε : «Παίσιε , αν θέλεις να μην οργίζεσαι , μην επιθυμείς τίποτε , μη κρίνεις και μη μισήσεις κανένα και θα έχεις την ειρήνη». Έτσι κάθε άνθρωπος που κάνει το θέλημα του να υποχωρεί έναντι του Θεού και των ανθρώπων , θα είναι πάντα ειρηνικός στην ψυχή . Όποιος όμως αγαπά να κάνει το θέλημά του , αυτός δεν θάχει ειρήνη .
Ψυχή που παραδόθηκε στο θέλημα του Θεού υποφέρει εύκολα κάθε θλίψη και κάθε ασθένεια ‘ γιατί τον καιρό της ασθένειας παραμένει στη θέα του Θεού και προσεύχεται : «Κύριε , Συ βλέπεις την ασθένειά μου . Εσύ ξέρεις πόσο αμαρτωλός και αδύνατος είμαι ‘ βοήθησέ με να υπομένω και να ευχαριστώ την αγαθότητά Σου». Και ο Κύριος ανακουφίζει τον πόνο και η ψυχή αισθάνεται την εγγύτητα του Θεού και μένει κοντά στον Θεό γεμάτη χαρά και ευγνωμοσύνη .
Αν υποστείς καμιάν αποτυχία , σκέψου : «Ο Κύριος βλέπει την καρδιά μου και αν είναι θέλημά Του , όλα θα είναι για το καλό το δικό μου και των άλλων». Έτσι η ψυχή σου θα έχει πάντα ειρήνη . Αλλ ‘ αν αρχίζει κανείς να παραπονείται : αυτό δεν είναι καλό , εκείνο δεν είναι όπως πρέπει , τότε ποτέ στην ψυχή του δεν θα υπάρχει ειρήνη , έστω κι αν νηστεύει και προσεύχεται πολύ . ...
... Ο Κύριος μας αγαπά κι έτσι μπορούμε να μη φοβόμαστε τίποτε , εκτός από την αμαρτία ‘ γιατί εξαιτίας της αμαρτίας χάνεται η χάρη και χωρίς την χάρη του Θεού ο εχθρός παρασύρει την ψυχή , όπως παρασύρει ο άνεμος τα ξερά φύλλα ή τον καπνό . ...
... Το κατόρθωνε γιατί αγαπούσε τον λαό και δεν έπαυε να προσεύχεται γι ‘ αυτόν :
«Κύριε , δώσε την ειρήνη Σου στον λαό Σου».
«Κύριε , δώσε στους δούλους Σου το Πνεύμα Σου το Άγιο , για να θάλπει τις ψυχές τους με την αγάπη Σου και να τους οδηγεί σ ‘ όλη την αλήθεια και σε κάθε αγαθό». ...
... Έτσι , προσευχόμενος συνεχώς για τον λαό , διαφύλασσε την ειρήνη της ψυχής , ενώ εμείς την στερούμαστε , γιατί δεν υπάρχει μέσα μας αγάπη για τον λαό . Οι Άγιοι Απόστολοι και όλοι οι Άγιοι ποθούσαν την σωτηρία του λαού και , όταν βρίσκονταν ανάμεσα σ ‘ ανθρώπους , προσεύχονταν διακαώς γι ‘ αυτούς . Το Άγιο Πνεύμα τους έδινε τη δύναμη ω ‘ αγαπούν τον λαό . Κι εμείς , αν δεν αγαπούμε τον αδελφό , δεν θα έχομε ειρήνη . ...
... Ο Όσιος Παίσιος ο Μέγας προσευχόταν για ένα μαθητή του που αρνήθηκε τον Χριστό . Ενώ λοιπόν προσευχόταν , του εμφανίστηκε ο Κύριος και του είπε : «Παίσιε , για ποιόν παρακαλείς ; Δεν ξέρεις πώς μ ‘ έχει αρνηθεί ;» Ο Παίσιος όμως εσυνέχιζε να λυπάται τον μαθητή του και τότε του είπε ο Κύριος : «Παίσιε , έγινες όμοιος με μένα στην αγάπη».
Έτσι αποκτάται η ειρήνη και εκτός απ ‘ αυτόν δεν υπάρχει άλλος δρόμος . ...
... Ψυχή αμαρτωλή , αιχμάλωτη στα πάθη , δεν μπορεί να έχει ειρήνη και χαρά εν Κύριο , έστω κι αν έχει όλα τα πλούτη της γης , έστω κι αν βασιλεύει σ ‘ όλο τον κόσμο . Αν σ ‘ ένα τέτοιο βασιλιά , την ώρα που διασκεδάζει σε συμπόσιο με τους πρίγκιπες του καθισμένος στο θρόνο του δοξασμένος , αν του πούμε ξαφνικά : «Βασιλιά , πεθαίνεις σε λίγο», τότε η ψυχή του θα ταραζόταν , θα έτρεμε από το φόβο και θα έβλεπε την αδυναμία του .
Πόσοι όμως υπάρχουν φτωχοί , αλλά πλούσιοι σε αγάπη για τον Θεό , που αν τους έλεγαν : «Τώρα πεθαίνεις» , θα απαντούσαν ειρηνικά : «Ας γίνει το θέλημα του Κυρίου . Ας είναι δοξασμένος ο Κύριος , γιατί με θυμήθηκε και θέλει να με πάρει εκεί , όπου πρώτος μπήκε ο ληστής». ...
... Δόξα Σοι , Κύριε , γιατί τώρα έρχομαι σε Σένα και θα βλέπω αιώνια με ειρήνη και αγάπη το Πρόσωπό Σου . Το ιλαρό , πράο βλέμμα Σου αιχμαλώτισε την ψυχή μου και αυτή λιώνει για Σένα». ...
... Αν όμως συνηθίσομε να προσευχόμαστε θερμά για τους εχθρούς μας και να τους αγαπούμε , θα παραμείνει για πάντα η ειρήνη στις καρδιές μας .
Δεν μπορεί να έχει ειρήνη η ψυχή , αν δεν μελετά μέρα και νύχτα τον νόμο του Θεού . Γιατί αυτός ο νόμος γράφτηκε από το Πνεύμα του Θεού και το Πνεύμα του Θεού πηγαίνει από τη Γραφή στην ψυχή . Κι η ψυχή αισθάνεται γλυκύτητα και ευχαρίστηση γι ‘ αυτό και δεν θέλει πια ν ‘ αγαπά τα επίγεια , γιατί η αγάπη για τα επίγεια ερημώνει τον νου . Η ψυχή τότε καταλαμβάνεται από αθυμία , αγριεύει και παύει να προσεύχεται . Κι ο εχθρός , βλέποντας πώς η ψυχή απομακρύνθηκε από τον Θεό , την σαλεύει και εύκολα συγχύζει τον νου με διάφορους άτακτους λογισμούς κι έτσι περνά ολόκληρη τη μέρα και δεν μπορεί να βλέπει καθαρά τον Κύριο .
Όποιος έχει μέσα του την ειρήνη του Αγίου Πνεύματος , σκορπίζει ειρήνη και στους άλλους . Όποιος όμως έχει μέσα του πνεύμα κακό , σκορπά και στους άλλους το κακό . ...
... Ο θυμώδης άνθρωπος υποφέρει ο ίδιος μεγάλο μαρτύριο από πονηρό πνεύμα , εξαιτίας της υπερηφάνειας του . Ο υφιστάμενος , όποιος κι αν είναι , πρέπει να το καταλαβαίνει και να προσεύχεται για τον ψυχικά άρρωστο προ’ι’στάμενό του και τότε ο Κύριος , βλέποντας την υπομονή του , θα του δώσει άφεση αμαρτιών και αδιάλειπτη προσευχή . Είναι μέγα έργον ενώπιον του Θεού το να προσεύχεται κανείς γι ‘ αυτούς που τον αδικούν και τον προσβάλλουν . Εξαιτίας αυτού θα του δώσει ο Κύριος τη χάρη και θα γνωρίσει με το Άγιο Πνεύμα τον Κύριο . Κι έτσι θα υπομείνει τότε , χάριν του Κυρίου , με χαρά όλες τις θλίψεις και θα του δώσει ο Κύριος αγάπη για όλο τον κόσμο και θα επιθυμεί ολόψυχα το καλό για όλους και θα προσεύχεται για όλους όπως για την ψυχή του .
Ο Κύριος μας έδωσε την εντολή ν ‘ αγαπούμε τους εχθρούς και όποιος αγαπά τους εχθρούς εξομοιώνεται με τον Κύριο . Η αγάπη για τους εχθρούς δεν είναι δυνατή παρά μόνο με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος . Γι ‘ αυτό , μόλις σε προσβάλει κανείς , προσευχήσου γι ‘ αυτόν στον Θεό κι έτσι θα διατηρήσεις την ειρήνη του Θεού στην ψυχή σου . ...
... Αν κάποιος ως προ’ι’στάμενος αναγκαστεί να δικάσει έναν άλλο για κάποιο παράπτωμα , πρέπει να παρακαλεί τον Κύριο να του δώσει συμπάσχουσα καρδιά , την οποία αγαπά ο Κύριος , και τότε θα κρίνει σωστά . Αν κρίνει όμως λαμβάνοντας υπόψη μόνο τα έργα του υποδίκου , τότε θα πέσει σε λάθη και δεν θ ‘ αρέσει στον Κύριο .
Πρέπει να κρίνει κανείς με σκοπό τη διόρθωση του ανθρώπου και συνεπώς είναι ανάγκη να συμπονή ο δικαστής κάθε ψυχή , κάθε πλάσμα και κτίσμα του Θεού και να έχει καθαρή συνείδηση σ ‘ όλες τις πτυχές της ζωής του και τότε θα βρει βαθιά ειρήνη στην ψυχή και τον νου . ...
... Αν εγνώριζαν οι βασιλιάδες και οι κυβερνήτες των λαών την αγάπη του Θεού , δεν θα έκαναν ποτέ πόλεμο . Ο πόλεμος προέρχεται από τις αμαρτίες και όχι από την αγάπη . Ο Κύριος μας εδημιούργησε κατά την αγάπη Του και μας παρήγγειλε να ζούμε με αγάπη .
Αν οι άρχοντες τηρούσαν τις εντολές του Κυρίου και ο λαός και οι υπήκοοι υπάκουαν με ταπείνωση , θα υπήρχε μεγάλη ειρήνη και αγαλλίαση πάνω στη γη . Εξαιτίας όμως της φιλαρχίας και της ανυπακοής των υπερήφανων υποφέρει όλη η οικουμένη . ...

Η ΧΑΡΗ
... Καλότυχοι εμείς , οι ορθόδοξοι χριστιανοί , γιατί μας αγαπά πολύ ο Κύριος και μας δίνει τη χάρη του Αγίου Πνεύματος . Και με το Άγιο Πνεύμα βλέπομε την δόξα του Κυρίου . Για να φυλάμε όμως τη χάρη , οφείλομε ν ‘ αγαπούμε τους εχθρούς και σ ‘ όλες τις στενοχώριες μας να ευχαριστούμε τον Θεό . ...
... Για να έχει την χάρη , πρέπει να είναι εγκρατής σε όλα ο άνθρωπος: στις κινήσεις , στην ομιλία , στην όραση , στους λογισμούς , στην τροφή . Για κάθε είδους εγκράτεια βοηθάει η μελέτη του λόγου του Θεού , όπως λέγει η Γραφή : «ουκ επ ‘ άρτο μόνο ζήσετε ο άνθρωπος , αλλ ‘ επί ρήματι εκπορευομένο δια στόματος Θεού» .
Η Οσία Μαρία η Αιγύπτια επήρε με τα δάκτυλά της λίγους κόκκους σιτάρι από τον Άγιο Ζωσιμά και είπε : «Αρκετό με τη χάρη του Θεού» . Πρέπει να μάθομε να τρώμε όσο γίνεται λιγότερο - αλλά με διάκριση κι αυτό , ανάλογα με την εργασία μας . ...
... Ω , πώς είναι ασθενική η ψυχή μου και δεν έχει δυνάμεις , για ν ‘ ανεβώ στον Κύριο και να σταθώ μπροστά Του με ταπείνωση , να κλαίω μέρα και νύχτα ! Ψυχή που γνώρισε τον Θεό , τον Δημιουργό και Ουράνιο Πατέρα της , δεν βρίσκει ανάπαυση στη γη . Και συλλογίζεται η ψυχή : «Όταν θα εμφανισθώ στον Κύριο , θα ικετεύσω το έλεός Του για όλο το γένος των χριστιανών» . Και ταυτοχρόνως σκέφτεται : «Όταν δω το αγαθό Του Πρόσωπο , τότε δεν θα μπορέσω από τη χαρά μου ν ‘ αρθρώσω λέξη . Γιατί ο άνθρωπος από την πολλή αγάπη δεν μπορεί να μιλήσει» . Αλλά και πάλι σκέφτεται : «Θα προσεύχομαι για όλο το ανθρώπινο γένος , για να επιστρέψουν όλοι οι άνθρωποι στον Κύριο και ν ‘ αναπαυθούν κοντά Του , γιατί η αγάπη του Θεού «πάντας θέλει σωθήναι» . ...
... Όποιος τηρεί όλες τις εντολές , η καρδιά του θα αισθάνεται πάντα τη χάρη , έστω και λίγο . Η χάρη όμως αφαιρείται εξαιτίας της ματαιοδοξίας, ακόμη κι εξαιτίας ενός μόνον υπερήφανου λογισμού . Μπορεί να νηστεύει κανείς πολύ , να προσεύχεται πολύ , να κάνει πολλά καλά ‘ αν όμως υπερηφανεύεται γι ‘ αυτά , θα γίνει όμοιος με κύμβαλο που αλαλάζει , αλλά μέσα είναι αδειανό . Η κενοδοξία ερημώνει από τη χάρη την ψυχή και χρειάζεται πολλή πείρα και μεγάλος αγώνας για να νικήσεις αυτό το πάθος . ...
... Πώς να λησμονήσομε τον Κύριο , εφόσον Αυτός είναι μέσα μας ; Και οι Απόστολοι εκήρυτταν στους λαούς : «Μορφωθήτω ο Χριστός εν υμίν» . ...
... Ο Όσιος Σεραφείμ του Σαρώφ ήταν είκοσι επτά ετών όταν είδε τον Κύριο και Τον αγάπησε τόσο η ψυχή του , ώστε από τη γλυκύτητα του Αγίου Πνεύματος άλλαξε ολόκληρος . Μετά όμως , καταλαβαίνοντας ότι δεν είχε πια εκείνη τη χάρη , βγήκε στην έρημο και καθόταν επί τρία έτη σε μια πέτρα προσευχόμενος : «Ο Θεός ίλεως γενού μοι τω αμαρτωλό» . ...
... Οι άνθρωποι εκτιμούν υπερβολικά τις γήινες επιστήμες ή τη γνωριμία με κάποιον επίγειο βασιλιά και χαίρονται όταν κάνουν παρέα μαζί του - αλλά αληθινά μεγάλο είναι μόνο το να γνωρίζομε με το Άγιο Πνεύμα τον Κύριο και το θέλημά Του . ...
...Πόσο μεγάλο έλεος ! Ο Κύριος θέλει να βρισκόμαστε κοντά σ ‘ Αυτόν και στον Πατέρα και η ψυχή μας αισθάνεται πώς ο Κύριος είναι κοντά μας .
Αλλά τι έχομε κάνει , Κύριε , για Σένα ή σε τι Σε ευχαριστήσαμε , ώστε να θέλεις , να είσαι μέσα μας και εμείς κοντά Σου ; Εμείς Σε σταυρώσαμε με τις αμαρτίες μας και Σύ θέλεις να είμαστε μαζί Σου ; Ω , πόσο μεγάλο έλεος έδειξες σ ‘ εμένα ! Σ ‘ εμένα , που μου αξίζει ο Άδης και τα βάσανά του , Εσύ δίνεις τη χάρη του Αγίου Πνεύματος . ...

ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ

ΑΓΙΟΥ ΛΟΥΚΑ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΚΡΙΜΑΙΑΣ
ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ
Πάντα με πολλή παρρησία πρέπει να πλησιάζουμε τον Θεό, Να Τον ικετεύουμε σαν τα μικρά παιδιά πού περιμένουν βοήθεια από την μητέρα τους και απλώνουν προς αυτήν τα μικρά τους χεράκια.
Να Τον ικετεύουμε σαν ένας φτωχός πού πεθαίνει της πείνας και ήρθε να παρακαλέσει τον άνθρωπο πού είναι γνωστός για την ευσπλαχνία του να τον βοηθήσει.
Να Τον ικετεύουμε σαν την Χαναναία γυναίκα πού με επιμονή παρακαλά τον Χριστό και σηκώνει σ' Αυτόν τα χέρια της. Τον ικετεύει με παρρησία γιατί πιστεύει και ξέρει ότι θα λάβει αυτό πού ζητά, πιστεύει και γι' αυτό παίρνει βοήθεια,
Βλέπουμε λοιπόν ότι δύο προϋποθέσεις υπάρχουν για να γίνει δεκτή ή προσευχή μας από τον Θεό.
Πρώτ' απ' Όλα χρειάζεται βαθειά και μεγάλη πίστη στον Κύριο, με όλη μας την καρδιά να πιστεύουμε σ' Αυτόν πού ικετεύουμε. Και το δεύτερο, να μην υπάρχει ούτε ίχνος αμφιβολίας, κανένας δισταγμός στην καρδιά αλλά μόνο ή πίστη, ή πίστη στο άπειρο έλεος του Θεού.
Μόνο ή προσευχή πού βγαίνει από καρδιά πού είναι γεμάτη ελπίδα και πίστη ακούγεται από τον Θεό.Εκτός απ' αυτό ή προσευχή θέλει επιμονή. Πρέπει να ξέρουμε ότι δεν θα λάβουμε αμέσως αυτό πού ζητάμε. Πρέπει να δείξουμε ότι είναι σταθερή ή ελπίδα πού έχουμε στον Θεό και ή επιμονή σ' αυτά πού ζητάμε..Τι σημαίνει να προσευχόμαστε αδιάκοπα;
Δεν έχουμε και εμείς τις δικές μας βιοτικές φροντίδες, είναι δυνατόν να ασχολούμαστε μόνο με προσευχή; Ή εντολή αυτή φαίνεται απραγματοποίητη. Και Όμως είναι εφικτή και εφαρμόσιμη, διότι τίποτα το ανέφικτο δεν ζητάει από μας ό Κύριος Ιησούς Χριστός.
Πώς όμως μπορούμε να εφαρμόσουμε στη ζωή μας αυτή την εντολή πού ισχύει για όλους τους χριστιανούς;
Το να προσευχόμαστε αδιάκοπα δεν σημαίνει μόνο να διαβάζουμε τις ευχές, να κάνουμε γονυκλισίες και να πηγαίνουμε στην εκκλησία. Δεν είναι έτσι τα πράγματα. Να προσευχόμαστε αδιάκοπα μπορούμε πάντα και οπού και να βρισκόμαστε.. Το μόνο πού χρειαζόμαστε είναι να έχει ή καρδιά μας διάθεση για προσευχή. Να είναι ταπεινή και να θρηνεί αδιάκοπα την αναξιότητα και την αμαρτωλότητά της. Γεμάτη φόβο μπροστά στην μεγαλοσύνη του Θεού, τον Όποιο προσβάλλουμε με τις αμαρτίες μας, Αν τέτοια θα είναι ή καρδιά μας, τότε πάντα θα είμαστε προσευχόμενοι και στη δουλειά και στο σπίτι. Θα είμαστε προσευχόμενοι ακόμα και τότε όταν κληθούμε να δώσουμε λόγο σ' αυτούς πού έχουν στα χέρια τους εξουσία. Και στεκάμενοι μπροστά στην πόρτα τους θα στέλνουμε τις σιωπηλές μας κραυγές στον Θεό, παρακαλώντας Τον να μας προστατέψει.
Σε κάθε μας έργο μπορούμε να προσευχόμαστε, μόνο να υπάρχει διάθεση για προσευχή, να ποθεί ή καρδιά μας τον Κύριο και τότε ή εντολή πού μας έδωσε ό απόστολος μπορεί εύκολα να πραγματοποιηθεί.
Δεν ακούει ό Θεός και εκείνες τις προσευχές πού δεν Του είναι ευάρεστες. Δεν δέχεται τις παρακλήσεις πού στρέφονται κατά των ανθρώπων.
Όταν, παραδείγματος χάριν, Του ζητάμε να τιμωρήσει τους δικούς μας εχθρούς. Πολλές φορές ασυνείδητα ζητάμε στις προσευχές μας κάτι βλαβερό για τον πλησίον, τέτοιες ευχές ό Θεός δεν εισακούει.
Ή ουσία της προσευχής είναι, να παραδιδόμαστε ολοκληρωτικά, με όλη την καρδιά μας να ικετεύουμε τον Θεό και ή προσευχή να είναι γεμάτη πίστη και ακράδαντη ελπίδα.
Έτσι όμως προσεύχεται ή πλειοψηφία των ανθρώπων;
Ασφαλώς όχι. Ή δική μας προσευχή είναι μόνο επανάληψη κάποιων λέξεων, πού έχουμε αποστηθίσει και ενώ τα διαβάζουμε, το πνεύμα μας δεν προσεύχεται, αλλά τα επαναλαμβάνουμε μηχανικά, χωρίς να σκεφτόμαστε αυτά πού ζητάμε. Εμείς οι ίδιοι δεν ακούμε τις προσευχές μας και αν δεν τις ακούμε εμείς, τότε πώς θέλουμε ό Θεός να ακούσει αυτά πού ζητάμε;
Πρέπει να ξέρουμε όταν ό Θεός στέλνει την συμφορά πού πλήττει ολόκληρο τον λαό, τότε όλος ο λαός πρέπει να Τον ικετεύει για σωτηρία.
Πρέπει όλοι να κάνουν αυτό πού έκαναν κάποτε οι κάτοικοι της Νινευί, όταν έμαθαν από τον προφήτη πώς αποφάσισε ό Θεός να καταστρέψει την πόλη.
Τι έκαναν τότε λοιπόν; Όλος ό λαός τρεις μέρες και τρεις νύχτες προσευχόταν ομόψυχα και επειδή προσεύχονταν όλοι ό Θεός τους λυπήθηκε.
Λοιπόν, να προσευχόμαστε αδιάκοπα και να χτυπάμε ακούραστα την θύρα της θείας ευσπλαχνίας. Να Τον ικετεύουμε Όχι μόνο για μας, αλλά και γι' αυτούς πού δεν Του προσεύχονται.
Θα ακουστούν οι ευχές μας και θα μας αποδώσει ό Κύριος κατά το μέγα του έλεος.

Καρδίαν συντετριμμένην και τεταπεινωμένην


Δεν χρειάζεται να δώση ο άνθρωπος άλλο τίποτε σάν αντάλλαγμα για την ψυχή του παρά το να γνωρίζη τον εαυτό του πως είναι μηδέν. Και με αυτό θα προσφέρη στον Θεό «καρδίαν συντετριμμένην και τεταπεινωμένην», η οποία είναι η μόνη θυσία που αρμόζει να προσφέρεται στο Θεό από κάθε ευσεβή άνθρωπο.
Και αυτήν μόνο την θυσία δεν πρόκειται να εξουδενώση ο Θεός, ο οποίος γνωρίζει τον άνθρωπο πως δεν έχει άλλο τίποτε δικό του να του προσφέρη σάν θυσία, καθώς λέγει και ο Δαυΐδ: «Ότι ει ηθέλησας θυσίαν, έδωκα άν? ολοκαυτώματα ουκ ευδοκήσεις. Θυσία τω Θεώ πνεύμα συντετριμμένον? καρδίαν συντετριμμένην και τεταπεινωμένην ο Θεός ουκ εξουδενώσει».
Με αυτήν την θυσία και σώθηκαν και σώζονται και θα σωθούν βασιλείς, δυνάστες, ευγενείς, δυσγενείς, σοφοί, αμαθείς, πλούσιοι, φτωχοί, ζητιάνοι, άδικοι, πλεονέκτες, άνομοι, ασελγείς, φονιάδες και κάθε είδος αμαρτωλών. Και το βάθος αυτής της θυσίας πρέπει να μετράται με το μέτρο των αμαρτημάτων? δηλαδή κατά τις αμαρτίες που έκανε ο άνθρωπος, ανάλογη να έχη και την ταπείνωσι και την συντριβή.
Aλλά ακόμη και όσιοι και δίκαιοι και καθαροί τή καρδία και όλοι γενικά διά μέσου αυτής μόνο της θυσίας σώζονται. Και η ελεημοσύνη και η πίστις και η φυγή του κόσμου και αυτός ο μεγάλος αγώνας του μαρτυρίου από τα κάρβουνα αυτής της θυσίας, δηλαδή της συντριβής, παίρνουν φωτιά.
Και αυτή είναι η θυσία στην οποία δεν βρίσκεται αμαρτία και η οποία νικά την φιλανθρωπία του Θεού. Γι? αυτήν την θυσία μόνο έρχονται οι αρρώστιες, οι θλίψεις, οι στενοχώριες, τα πταίσματα, τα πάθη τα ψυχικά και τα συνακόλουθα σωματικά? για να προσφέρη αυτήν την θυσία στον Θεό κάθε θεοσεβής.
Διότι εκείνος που θα αποκτήση αυτήν την θυσία, την συντριβή και ταπείνωσι, δεν είναι δυνατόν να πέση από κανένα μέρος, γιατί βρίσκεται πιό κάτω από όλους. Και ο Θεός δεν κατέβηκε στην γή και δεν ταπείνωσε τον εαυτό του μέχρι θανάτου για τίποτε άλλο παρά μόνο, για να εμφυτεύση σε όσους πιστεύουν σ? αυτόν «καρδίαν συντετριμμένην και τεταπεινωμένην».
Αν υποθέσουμε ότι κάποιος σκορπίζει όλα του τα υπάρχοντα και τα δίνει σε πτωχούς και νηστεύει και αγρυπνεί και χαμευνεί και προσεύχεται στο Θεό νύκτα και μέρα, και δεν ζητήση από το Θεό να αποκτήση καρδιά από φυσικού της συντετριμμένη και τεταπεινωμένη (διότι «πάν δώρημα τέλειον άνωθέν εστι καταβαίνον εκ του Πατρός των φώτων»), αυτός ο άνθρωπος δεν πρόκειται να ωφελήση καθόλου τον εαυτό του. Πρέπει λοιπόν να επιζητούμε εκείνη και μόνο την οδό διά της οποίας εμφυτεύεται μέσα μας καρδιά από φυσικού της συντετριμμένη και τεταπεινωμένη.

Συμεών ο Νέος Θεολόγος

Πώς αποκτάται η ταπεινοφροσύνη


Eίναι δύσκολο να αποκτήση κανείς την ταπεινοφροσύνη. Διότι αν δεν απομακρυνθή από κάθε είδους δόξα, δεν θα μπορέση να αποκτήση αυτόν τον θησαυρό. Είναι δε τόσο μεγάλη η ταπεινοφροσύνη, ώστε, ενώ ο διάβολος φαίνεται ότι μιμήται όλες τις αρετές, γι? αυτήν ούτε καν γνωρίζει τί τέλος πάντων είναι. Και ο Απόστολος, γνωρίζοντας την ασφάλεια και την σταθερότητά της, μας προστάζει να την ενστερνισθούμε και όλους όσους ασκούν τις αρετές να είναι ντυμένοι μ? αυτήν. Και αν νηστεύης, και αν ελεής, και αν διδάσκης, και αν είσαι σώφρων και συνετός, πάλι αυτήν να έχης σάν τείχος απρόσβλητο για τον εαυτό σου. Ας συσφίγγη και ας συγκρατή τις αρετές σου η ωραιότερη απ? όλες τις αρετές, η ταπεινοφροσύνη. Βλέπεις και στον ύμνο των αγίων Τριών Παίδων, πώς, ενώ καθόλου δεν έκαναν μνεία των άλλων αρετών, συγκατέλεξαν τους ταπεινούς μαζί με τους υμνούντες, χωρίς ν? αναφερθούν σε σώφρονες η ακτήμονες. Διότι όπως είναι αδύνατο να κατασκευασθή ένα πλοίο χωρίς καρφιά, έτσι είναι αδύνατο και να σωθή κανείς χωρίς ταπεινοφροσύνη.
Επειδή δε αυτή είναι αγαθή και σωτήρια, ο Κύριος την ενδύθηκε, όταν εξεπλήρωσε το σχέδιο για την σωτηρία των ανθρώπων. Διότι λέγει: «Μάθετε απ? εμού ότι πράός ειμι και ταπεινός τή καρδία». Πρόσεξε ποιός είναι αυτός που το λέγει? γίνε τέλειος μαθητής του. Αρχή και τέλος των αρετών σου ας γίνη η ταπεινοφροσύνη. Και εννοώ το ταπεινό φρόνημα, όχι το εξωτερικό σχήμα μόνο. Στον εσωτερικό άνθρωπο αναφέρεται. Διότι αυτόν θα τον ακολουθήση και ο εξωτερικός. Εξετέλεσες όλες τις εντολές; Το γνωρίζει ο Κύριος. Αλλά ο ίδιος σε διατάζει πάλι να γίνης δούλος απ? την αρχή. Διότι λέγει: «Όταν όλα τα κάμετε να πήτε: ¶χρηστοι δούλοι είμαστε».
Η ταπεινοφροσύνη λοιπόν κατορθώνεται με ονειδισμούς, με ύβρεις, με πλήγματα. Ν? ακούσης ότι είσαι ανόητος και βλάκας, ζητιάνος και φτωχός, αδύναμος και τιποτένιος, απρόκοπος σε έργα, χωρίς ευφράδεια στον προφορικό λόγο, άσχημος στην εμφάνισι, ασθενής στις δυνάμεις. Αυτά είναι τα νεύρα της ταπεινοφροσύνης. Αυτά άκουσε και έπαθε ο Κύριος. Σαμαρείτη τον είπαν και ότι έχει δαιμόνιο. Πήρε μορφή δούλου, ραπίσθηκε, πληγώθηκε.
Πρέπει λοιπόν κι εμείς να μιμούμαστε την έμπρακτη αυτή ταπεινοφροσύνη. Υπάρχουν λοιπόν μερικοί που υποκρίνονται με τα εξωτερικά σχήματα και ταπεινώνουν τον εαυτό τους, θηρεύοντας μ? αυτόν ακριβώς τον τρόπο την δόξα των ανθρώπων. Αλλά γίνονται φανεροί απ? τους καρπούς τους. Διότι μόλις υβρισθούν λίγο, δεν το υποφέρουν, αλλά ξερνούν το δηλητήριό τους όπως τα φίδια.



Οσία Συγκλητική

ΠΕΡΙ ΠΙΣΤΕΩΣ ΙΩΣΗΦ ΤΟΥ ΗΣΥΧΑΣΤΟΥ

Γέροντος Ιωσήφ του Ησυχαστού περί πίστεως



''Όταν η χάρη δείχνει την παρουσία της, τότε όλα είναι υποφερτά. Κάποτε όμως, για λόγους καθαρά προνοητικούς, συστέλλει την παρουσία της και τότε ο άνθρωπος χάνει τη ελπίδα του και μειώνεται ο ζήλος και αυτή ακόμα η πίστις αμβλύνεται. Αυτές είναι οι πιο σκληρές στιγμές στην πνευματική ζωή γιατί, αν εδώ δεν κρατήσει ο Θεός, δεν αντέχει ο άνθρωπος... Ο διαβολικός πόλεμος δεν φείδεται μέλους ή μέρους ή καταστάσεως, αλλά ανάλογα με τις περιστάσεις και επιτίθεται και ανθίσταται στις δικές μας αποφάσεις. Ο κυριότερος όμως στόχος του είναι να χτυπήσει την πίστη και έτσι να ρεζιλέψει τον άνθρωπο ως προδότη και αρνητή. Άν το επιτύχει αυτό, καταφέρνει καίριο πλήγμα, γιατί κόβει την προθυμία και τον ζήλο, δηλαδή το κεφάλι, και έτσι κυριεύει άκοπα όλο το σώμα. Τα πάντα γίνονται για την πίστη, αλλά και τα πάντα η πίστη τα περικρατεί. Άν τρανταχτεί η πίστη, τότε όλα σείονται και η γραμμή του μετώπου λυγίζει.''

Ο ΑΓΙΟΣ ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΩΝ


Ο ΑΓΙΟΣ ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΩΝ


Tον καιρό που τα μαύρα σύννεφα της ειδωλολατρείας σκέπαζαν απειλητικά όλη την οικουμένη, στα τέλη δηλαδή του τρίτου αιώνα μετά Χριστόν, γεννήθηκε στη Νικομήδεια της Μικράς Ασίας ο Άγιος μεγαλομάρτυρας Παντελεήμων. Την εποχή εκείνη αυτοκράτορας της Ρώμης ήταν ο φοβερός διώκτης των Χριστιανών, ο Μαξιμιανός.Ο πατέρας του λεγόταν Ευστόργιος και ήταν ειδωλολάτρης αξιωματούχος, μέλος της συγκλήτου. Η μητέρα του λεγόταν Ευβούλη και ήταν θερμή Χριστιανή. Το όνομα που έδωσαν στο παιδί τους ήταν Παντολέον.Ο Παντολέον ήταν πολύ έξυπνος, ευγενικός, επιμελής, ταπεινός και πράος, γεμάτος αρετή, παρ' όλο που ακόμη δεν είχε βαπτιστή Χριστιανός. Όταν μεγάλωσε, ο πατέρας του τον παρέδωσε σ'ένα φημισμένο γιατρό, τον Ευφρόσυνο , για να του διδάξει την ιατρική επιστήμη. Σε λίγο καιρό ο Παντολέον ξεπέρασε όλους τους συνομήλικους του στη μόρφωση και όλοι μιλούσαν με θαυμασμό για το χαρακτήρα του. Ο ίδιος ο αυτοκράτορας, μαθαίνοντας για την αρετή και την εξυπνάδα του, τον προόριζε για να γίνει γιατρός στο παλάτι, ο γιατρός των ανακτόρων.Τον ίδιο καιρό ο γέροντας ιερέας της Νικομήδειας Ερμόλαος, φωτισμένος από το Άγιο Πνεύμα κάλεσε στο σπίτι που κρυβόταν τον Παντολέοντα για να τον γνωρίσει. Αφού συνομίλησαν για πολλή ώρα, ο Ερμόλαος κατενθουσιάστηκε από τις αρετές που κοσμούσαν τον νέο και αποφάσισε να του γνωρίσει την πίστη στο Χριστό. Έτσι αναπτύχθηκε ανάμεσα τους μια άριστη πνευματική σχέση. Ο Παντολέον επισκεπτόταν καθημερινά τον Άγιο Ερμόλαο και απολάμβανε τους Χριστιανικούς του λόγους. Στερεωνόταν έτσι σιγά σιγά στην αληθινή πίστη.Ένα εντυπωσιακό γεγονός κάνει τον Παντολέοντα να πάρει τη σοβαρή και γενναία απόφαση να δεχθεί το Άγιο Βάπτισμα, να γίνει Χριστιανός. Ενώ περπατούσε στο δρόμο συνάντησε ένα παιδί που το δάγκωσε μια οχιά και πέθανε. Λέει λοιπόν στον εαυτό του: Θα προσευχηθώ στο Χριστό να αναστήσει αυτό το παιδί και αν πράγματι το παιδί αναστηθεί, εγώ πια δεν υπάρχει λόγος να καθυστερώ τη βάπτισή μου, θα γίνω Χριστιανός, θα πιστέψω ότι ο Χριστός είναι ο Θεός ο αληθινός, ο Σωτήρας του κόσμου. Αυτά σκέφτηκε και προσευχήθηκε θερμά στον Κύριο.Αμέσως το παιδί ζωντάνεψε και το φίδι απέθανε.Γεμάτος χαρά ο Παντολέον τρέχει στο γέροντα Ερμόλαο, του διηγείται το θαύμα και του ζητά να τον βαπτίσει. Και ο Ερμόλαος, επειδή γνώριζε ποιος οδηγείται στην τελειότητα, γεμάτος συγκίνηση οδήγησε στο φωτισμό του θείου βαπτίσματος τον Παντολέοντα.Απο τότε ο Παντολέον έγινε ανάργυρος ιατρός.Θεράπευε με τη δύναμη του Ιησού Χριστού τους ασθενείς, χωρίς να παίρνει καθόλου χρήματα. Ακόμη, όταν εύρισκε φτωχούς τους βοηθούσε ποικιλότροπα, δίνοντας τους χρήματα και άλλα αναγκαία είδη. Ένα από τα πιο εντυπωσιακά θαύματα του Αγίου ήταν η θεραπεία ενός τυφλού, με τη δύναμη και πάλι του παντοδύναμου Θεού μας, του Χριστού.Οι θαυμαστές θεραπείες του Αγίου προκάλεσαν το θαυμασμό των κατοίκων της Νικομήδειας, αλλά και το μίσος και το φθόνο των άλλων ιατρών της πόλης. Οι τελευταίοι κατάγγειλαν τον Παντολέοντα στον Αυτοκράτορα Μαξιμιανό, το φοβερό αυτό διώκτη του Χριστιανισμού.Ο Μαξιμιανός κάλεσε τον Άγιο στα ανάκτορα για να ζητήσει εξηγήσεις. Ο Άγιος ομολόγησε με θάρρος ότι είναι Χριστιανός. Ο αυτοκράτορας στην αρχή προσπάθησε να τον πείσει με διάφορες κολακείες και υποσχέσεις να αρνηθεί το Χριστό και να θυσιάσει στα είδωλα. Ο Παντολέον όμως έμεινε πιστός και ακλόνητος. Δεν αρνήθηκε. Δεν πρόδωσε το Χριστό.Ο αυτοκράτορας εξαγριωμένος, διέταξε φοβερά βασανιστήρια, για να κλονίσει τον Άγιο και να τον εξαναγκάσει να θυσιάσει στα είδωλα.Οι στρατιώτες του αυτοκράτορα, άρχισαν να του ξέουν τη σάρκα με μαχαίρια και να καίνε τις πληγές με λαμπάδες. Ο Χριστός, όμως,ήλθε σε βοήθεια του Αγίου και του θεράπευσε τις πληγές, φωτίζοντάς τον με αστραπές. Στη συνέχεια έβαλαν τον Παντολέοντα μέσα σε ένα καζάνι που έβραζε. Με τη βοήθεια όμως και πάλι του Θεού ο Άγιος έμεινε σώος και αβλαβής και η φωτιά θαυματουργικά έσβησε. Ακολούθως βύθισαν τον Άγιο στα βάθη της θάλασσας, αφού έδεσαν στο λαιμό του μια τεράστια πέτρα. Ο Χριστός, όμως, έκανε την πέτρα πιο ελαφριά από φύλλο και έδωσε στον Παντολέων τη δύναμη να περπατά πάνω στα νερά. Έτσι σώος και αβλαβής, βγήκε στη στεριά. Στη συνέχεια έρριξαν τον Άγιο σε πεινασμένα άγρια θηρία. Όμως τα ζώα, αντί να τον κατασπαράξουν, έγλειφαν ήρεμα και ειρηνικά με τη γλώσσα τους τα πόδια του, κουνόντας τις ουρές τους.Έκπληκτος αλλά και εξαγριωμένος ο ηγέμονας, διατάσσει τον αποκεφαλισμό του Αγίου. Θαυματουργικός το ξίφος λυγίζει και αντί αίμα τρέχει γάλα. Λίγο πριν από το μαρτυρικό δια αποκεφαλισμού θάνατο του Αγίου, ακούσθηκε φωνή απ' τον ουρανό. Ήταν η φωνή του Θεού που του έδωσε το όνομα Παντελεήμων, που σημαίνει τον Άγιο που όλους τους βοηθά και τους ελεεί ακόμη και τους εχθρούς του.Το Τίμιο Σώμα του Αγίου τάφηκε με τιμές από τους Χριστιανούς. Η εκκλησία μας τιμά την μνήμη του την 27 η Ιουλίου.

ΑΒΒΑ ΙΣΑΑΚ ΣΥΡΟΥ


"Όσον ο άνθρωπος καταφρονεί τούτον τον κόσμον και καταγίνεται εις τον φόβον του Θεού μετά σπουδής, τοσούτον και η Θεία πρόνοια πλησιάζει εις αυτόν"

"Δεν θα μας ζητήσει λόγο ο Θεός γιατί δεν κάναμε προσευχή,αλλά γιατί δεν είχαμε επαφή με τον Χριστό και μας ταλαιπώρησε ο Διάβολος"

"Η μετάνοια είναι το πλοίο,ο Θείος Φόβος οι κωπηλάτες και η αγάπη είναι το Θεϊκό λιμάνι" "Η ταπείνωσις και χωρίς έργα, συγχωρεί πολλές αμαρτίες. Τα έργα όμως, χωρίς την ταπείνωση, όχι μόνο είναι ανωφελή, αλλά προξενούν και πολλά κακά"

"Να μη λυπάσαι όταν συναντάς στενοχώριες και οι δυσκολίες στην ζωή σου, γιατί ολ' αυτά γίνονται κατά παραχώρηση Θεού για την ψυχική σου ωφέλεια"

"Μια νεφέλη μικρά, δύναται προς στιγμήν να σκεπάσει τον κύκλο του ηλίου. Αφού όμως διαλυθεί, ο Ήλιος και λαμπρότερος και θερμότερος καθίσταται"

(Άγιος Ισαάκ ο Σύρος).

ΑΓΙΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΡΟΣΤΩΦ ΠΕΡΙ ΥΠΟΜΟΝΗΣ


ΑΓΙΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΤΟΥ ΡΟΣΤΩΦ ΠΕΡΙ ΥΠΟΜΟΝΗΣ

«Υπομονής έχετε χρείαν, ίνα το θέλημα του Θεού ποιήσαντες κομίσησθε την επαγγελίαν» (Εβρ. 10. 36). Αυτοί που υπομένουν αγόγγυστα και με καρτερία τα πάντα, μένουν πιστοί στο θέλημα του Θεού. Κι αυτοί που μένουν πιστοί στο θέλημα του Θεού, θα πάρουν την αμοιβή που υποσχέθηκε Εκείνος: τη βασιλεία των ουρανών. Γιʼ αυτό κι εσύ «μη νικώ υπό του κακού, αλλά νίκα εν τω αγαθώ το κακόν... Μηδενί κακόν αντί κακού αποδιδόντες· προνοούμενοι καλά ενώπιον πάντων ανθρώπων· μη εαυτούς εκδικούντες, αγαπητοί, αλλά δότε τόπον τη οργή· γέγραπται γαρ· εμοί εκδίκησις, εγώ ανταποδώσω, λέγει Κύριος» (Ρωμ. 12. 21, 17, 19). Στον Κύριο ανήκει η κρίσις και η καταδίκη όσων σε αδικούν. Σε σένα η καλωσύνη και η μακροθυμία. Στον Κύριο ανήκει η τιμωρία και η πάταξις του κακού. Σε σένα η ανεξικακία και η υπομονή. Η υπομονή στις δοκιμασίες είναι ένα ασφαλές μέσο για να ενωθούμε με τον Θεό. Όσο ο γογγυσμός, χωρίζει από τον Θεό, τόσο η υπομονή σφυρηλατεί την ενότητα μας μαζί Του. Αν λοιπόν υπομένης μʼ ευγνωμοσύνη όλες τις δοκιμασίες για χάρι Του, θα σου ανταποδώση την αιώνια μακαριότητα. Μέσω της θλίψεως και της υπομονής εισέρχεσαι στον χώρο της αληθινής γνώσεως και καθαρίζεσαι από το πλήθος των αμαρτιών σου. Πρόσεχε ωστόσο να μην εκθέτης θεληματικά τον εαυτό σου σε κινδύνους. Να προσεύχεσαι στον Κύριο με τα λόγια της προσευχής που Εκείνος δίδαξε: «Μη εισενέγκης με εις πειρασμόν, αλλά ρύσαι με από του πονηρού»! Μην επιδιώκης εσύ τις δοκιμασίες, για νʼ ασκηθής τάχα στην υπομονή. «Μη δώης εις σάλον τον πόδα σου, μηδέ νυστάξη ο φυλάσσων σε» (Ψαλμ. 120.3). Μην εκτίθεσαι ο ίδιος σε κινδύνους και πειρασμούς. Να είσαι όμως πάντα έτοιμος να υπομείνης με ευγνωμοσύνη όσους θα παραχωρήση ο Θεός. Ο ίδιος ο Κύριος μας διδάσκει με το παράδειγμα Του. Όταν πριν από το πάθος προσευχόταν στον Πατέρα Του, έλεγε: «Πάτερ μου, ει δυνατόν έστι, παρελθέτω απʼ εμού το ποτήριον τούτο». Θυμήσου ακόμη πόσες φορές φυλαγόταν από τους Ιουδαίους και τους ξέφευγε, ή προφυλασσόταν από τους κινδύνους που τον απειλούσαν. Ήταν όμως έτοιμος πάντα να υποταχθή στο θέλημα του Πατρός: «πλην ουχ ως εγώ θέλω, αλλʼ ως συ» (Ματθ. 26. 39). Ο λόγος για την υπομονή δεν τελειώνει εύκολα. Θυμάται πάλι τους λόγους του Κυρίου: «Εν τη υπομονή υμών κτήσασθε τας ψυχάς υμών» (Λουκ. 21. 19). «ο δε υπομείνας εις τέλος ούτος σωθήσεται.» (Ματθ. 10. 22) Αλλά και στο διάστημα της επιγείου ζωής Του ο Κύριος έγινε για μας πρότυπο υπομονής, μακροθυμίας και ανεξικακίας· «ος λοιδορούμενος ουκ αντελοιδόρει, πάσχων ουκ ηπείλει, παρεδίδου δε τω κρίνοντι δικαίως» (Αʼ Πετρ. 2. 23). Υπόμεινε κι εσύ με χαρά τα πάντα, για νʼ ακούσης τη φωνή Του να λέη: «Ότι ετήρησας τον λόγον της υπομονής μου, καγώ σε τηρήσω εκ της ώρας του πειρασμού της μελλούσης έρχεσθαι επί της οικουμένης όλης, πειράσαι τους κατοικούντας επί της γης» (Αποκ. 3. 10). «Υπομένων υπέμεινα τον Κύριον και προσέσχε μοι και εισήκουσε της δεήσεως μου» (Ψαλμ. 39. 1). Ο Κύριος δέχεται σαν θυσία ευάρεστη την ανδρεία υπομονή, ενώ αποστρέφει το πρόσωπο Του από τη μικροψυχία. Οι άνθρωποι της υπομονής ακολουθούν πιστά τα ίχνη Του, οι δειλοί και οι μικρόψυχοι απομακρύνονται από κοντά Του· «πολλοί απήλθον εκ των μαθητών αυτού εις τα οπίσω και ουκέτι μετʼ αυτού περιεπάτουν» (Ιω. 6. 66) Ποιός τραυματισμένος θεράπευσε ποτέ την πληγή του χωρίς υπομονή στον πόνο και στα θεραπευτικά μέσα του γιατρού; Ποιός μπορεί νʼ ακολουθήση πίσω από τον Χριστό χωρίς να σηκώση στους ώμους τον σταυρό της υπομονής; Κανένας. Όλοι όσοι Τον ακολούθησαν και Τον ακολουθούν ήταν και είναι έτοιμοι νʼ αντιμετωπίσουν με υπομονή τις δοκιμασίες που οπωσδήποτε θα τους βρουν, καθώς τονίζει και ο σοφός Σειράχ,: «Τέκνον, ει προσέρχη δουλεύειν Κυρίω Θεώ, ετοίμασον την ψυχήν σου εις πειρασμόν» (2.1) «Ει τις θέλει οπίσω μου ελθείν, απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού και ακολουθείτω μοι» (Ματθ. 16. 24). Τί μας λέει μʼ αυτά τα λόγια Του ο Κύριος; «Ότι όποιος θέλει να βαδίση στα ίχνη Του πρέπει πρώτα νʼ αρνηθή τον εαυτό του, δηλαδή τη φιλαυτία του και το θέλημα του, έπειτα να σηκώση τον σταυρό του, σταυρό υπομονής και ανδρείας, και τέλος να Τον ακολουθήση. Αγωνίσου να παραμείνης χωρίς μεταπτώσεις σε κατάστασιν πνευματικής εγρηγόρσεως, υπομονής και ανδρείας, γιατί μόνο έτσι θα καταβάλης τον νοητό Αμαλήκ που επιβουλεύεται την ψυχή σου, θʼ απαλλαγής από βάσανα και θλίψεις και θʼ αξιωθής των αιωνίων αγαθών, όταν θα επανέλθη ο Κύριος για να κρίνη τον κόσμο. «Ουαί υμίν τοις απολωλεκόσι την υπομονήν· και τί ποιήσετε όταν επισκέπτηται ο Κύριος;» (Σοφ. Σειράχ 2. 14).

ΒΙΟΣ ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΤΟΥ ΣΑΡΩΦ


ΒΙΟΣ ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΤΟΥ ΣΑΡΩΦ


Ἐκ τῆς Ἐκδόσεως «Παρακλητικὸς Κανὼν εἰς τὸν Ὅσιον Σεραφεὶμ τοῦ Σάρωφ», ὑπὸ τοῦ Ἱερομονάχου Ἀθανασίου Σιμωνοπετρίτου, Ὑμνογράφου Μ.Χ.Ε.
Ὁ ὅσιος Σεραφείμ, τὸ ὁλοφώτεινο ἀστέρι τῆς Ρωσικῆς Ὀρθοδοξίας, ἔζησε, ἔδρασε καὶ ἔλαμψε στὶς ἀρχὲς τοῦ 19ου αἰῶνα (1759-1833).
Γεννήθηκε στὶς 19 Ἰουλίου τοῦ 1759 στὴν πόλη Κοὺρκ καὶ παρέμεινε ἐκεῖ μέχρι τὰ δεκαεννέα του χρόνια. Στὴν ἡλικία αὐτὴ πῆρε τὴ γενναία ἀπόφαση ν᾿ ἀφοσιωθεῖ ὁλόψυχα στὸ Θεό· κι Ἐκεῖνος ὁδήγησε τὰ βήματά του στὸ μοναστήρι τοῦ Σάρωφ.
Ἐνῷ ἦταν ἀκόμη δόκιμος, ἀρρώστησε βαριὰ ἀπὸ ὑδρωπικία. Μετὰ ἀπὸ τρία χρόνια ἀσθενείας, θεραπεύθηκε θαυματουργικὰ μὲ ἐπίσκεψη τῆς Θεοτόκου.
Στὴ μοναχική του κουρὰ (1786) ὀνομάστηκε Σεραφεὶμ -προηγουμένως εἶχε τὸ ὄνομα Πρόχορος. Τὸ ἴδιο ἔτος χειροτονήθηκε διάκονος καὶ μετὰ ἀπὸ ἑπτὰ χρόνια, σὲ ἡλικία 34 ἐτῶν, ἱερεύς. Ὅταν λειτουργοῦσε, πετοῦσε στὰ οὐράνια, καὶ πολλὲς φορὲς ἀξιωνόταν νὰ βλέπει θαυμαστὰ ὁράματα καὶ ν᾿ ἀκούει ἀγγελικὲς μελῳδίες.
Διψώντας νὰ πλησιάσει περισσότερο τὸ Θεό, Τὸν παρακάλεσε νὰ τὸν ἀξιώσει ν᾿ ἀποσυρθεῖ σὲ κάποια ἐρημικὴ περιοχή. Ἕνα χρόνο μετὰ τὴ χειροτονία του σὲ ἱερέα, ἔλαβε ἄδεια ἀπὸ τὴ μονὴ ν᾿ ἀφοσιωθεῖ στὴ μελέτη, στὴ σιωπή, στὴν ἄσκηση, στὴν ἔντονη προσευχή. Γιὰ δεκαέξι χρόνια, βαθιὰ μέσα στὸ δάσος, ἀγωνιζόταν ν᾿ ἀνεβαίνει, μέρα μὲ τὴ μέρα, τὴν κλίμακα ποὺ ὁδηγεῖ στὸν οὐρανό. Τότε ἔκανε καὶ τὴ γνωστὴ ἄσκηση, τὶς «χίλιες νύχτες προσευχῆς»: Πάνω σὲ μιὰ μεγάλη πέτρα, ξαγρύπνησε προσευχόμενος ἐπὶ χίλιες νύχτες.
Μαζὶ μὲ τὴν προσευχή, διάβαζε ἀκατάπαυστα τὴν Ἁγία Γραφή. «Πρέπει νὰ τρέφεις, ἔλεγε, τὴν ψυχὴ μὲ τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ, γιατί ὁ λόγος τοῦ θεοῦ εἶναι ὁ «ἄρτος τῶν ἀγγέλων». Μ᾿ αὐτὸν πρέπει νὰ τρέφονται οἱ ψυχὲς ποὺ ἀγαποῦν μὲ πάθος τὸ Θεό». Εὐλαβεῖτο ἀφάνταστα τὴ Θεοτόκο. Στὸ πρόσωπό Της ἔβρισκε ἀνέκφραστη πνευματικὴ ἀγαλλίαση. Συχνὰ ἔλεγε: «Ἡ Παναγία εἶναι ἡ χαρά, ἡ μεγαλύτερη ἀπ᾿ ὅλες τὶς χαρές».
Στὸ διάστημα ποὺ ἀσκήτευε στὴν ἔρημο, δέχθηκε ἐπίθεση λῃστῶν, ποὺ τὸν τραυμάτισαν βαριά, θεραπεύθηκε καὶ πάλι θαυματουργικὰ ἀπὸ τὴ Θεοτόκο.
Τὸ 1810 ἐπέστρεψε ἀπὸ τὴν ἔρημο στὴ Μονὴ τοῦ Σάρωφ καὶ ἔμεινε ἔγκλειστος στὸ κελλί του, ἀσκούμενος στὴ σιωπή. Στὴν ἀρχὴ ἀπέφευγε τὸν κόσμο. Ἀργότερα ὅμως, τὸ 1815, σὲ ἡλικία 56 ἐτῶν, ἄνοιξε τὸ κελλί του καὶ δεχόταν κάθε ἐπισκέπτη. Εἶχε ἀποκτήσει πιὰ φήμη ἁγίου καὶ φωτισμένου ἀνδρὸς καὶ ὁ κόσμος ἔτρεχε κοντά του νὰ ξεδιψάσει. Ὁ ἴδιος, ὡστόσο, δὲν βγῆκε ποτὲ ἀπὸ τὸ κελλί του γιὰ ἄλλα δέκα χρόνια.
Σὲ ἡλικία 66 ἐτῶν, κατόπιν ὁράματος καὶ προσταγῆς τῆς Θεοτόκου, ἀφιερώθηκε ὁλοκληρωτικὰ στὴ διακονία τοῦ πλησίον καὶ ἄρχισε στὸ ἑξῆς τὸ ἔργο τοῦ «στάρετς», τοῦ πνευματικοῦ καθοδηγητοῦ.
Ἡ δράση τοῦ ὡς «στάρετς» ὑπῆρξε καταπληκτική. Ἀναρίθμητες ψυχὲς ἔτρεχαν κοντά του, γιὰ νὰ βροῦν τὴ γαλήνη, τὴ χάρη, τὴ σωτηρία. Καὶ ὅσοι δὲν μποροῦσαν νὰ φθάσουν μέχρι τὸ κελλί του, τὸν κατέκλυζαν μὲ ἐπιστολές.
Οἱ ἐπισκέπτες του ἐπέστρεφαν ἄλλοι ἄνθρωποι. Καθὼς προσευχόταν γι᾿ αὐτούς, καθὼς τοὺς εὐλογοῦσε μὲ τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ, καθὼς μύρωνε τὸ μέτωπό τους μὲ λάδι ἀπὸ τὸ καντήλι τῆς Παναγίας, καθὼς τοὺς ἔδινε πνευματικὲς συμβουλές..., μιὰ μυστικὴ δύναμη ἁπλωνόταν στὶς ψυχές τους. «Ὁποιοσδήποτε ἐρχόταν στὸν στάρετς Σεραφείμ, ἔνιωθε νὰ τὸν ἀγγίζει ἡ θεϊκὴ φλόγα ποὺ ὑπῆρχε σ᾿ αὐτὸν καὶ ν᾿ ἀγκαλιάζει τὴν ψυχή του». Σ᾿ ὅλους μοίραζε εἰρήνη, χαρά, θεϊκὲς εὐλογίες.
Συνιστοῦσε συχνὰ τὴν εἰρήνη: «Ἀπόκτησε τὴν πνευματικὴ εἰρήνη καὶ τότε χιλιάδες ψυχὲς ὁλόγυρά σου θὰ βροῦν τὴ λύτρωση». Σχετικὰ μὲ τὸ σκοπὸ τῆς ζωῆς μας, δίδασκε: «Ὁ πραγματικὸς σκοπὸς τῆς χριστιανικῆς ζωῆς εἶναι ἡ ἀπόκτηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος». Μιλοῦσε πολὺ γιὰ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ. Χαιρετοῦσε τοὺς ἐπισκέπτες του μὲ τὰ λόγια: «Χαρά μου, Χριστὸς ἀνέστη!». Καὶ κάθε φορὰ ποὺ κοινωνοῦσε, ἀπήγγελλε τὸν πασχαλινὸ κανόνα «Ἀναστάσεως ἡμέρα...».
Ἀπὸ τὰ πνευματικά του χαρίσματα, τί νὰ πρωτοαναφέρουμε; Τὸ μάτι του διέσχιζε τὰ βάθη τῶν καρδιῶν. Εἶχε βλέμμα προφήτου. Προέβλεπε τὰ μέλλοντα. Ἀπαντοῦσε σὲ ἐπιστολὲς χωρὶς νὰ τὶς ἀνοίξει, γιατὶ γνώριζε τὸ περιεχόμενό τους. Θεράπευε μὲ τὴν προσευχή του πλῆθος ἀρρώστων. Πολλὲς φορὲς τὸ πρόσωπό του ἄστραφτε σὰν ἥλιος. Καὶ μέσα στὸ δάσος, ὅταν ἀσκήτευε, εἶχε φιλίες μὲ τὰ ἄγρια πουλιὰ καὶ ζῷα, καὶ μάλιστα μὲ μιὰ πελώρια ἀρκούδα, ποὺ κάθε μέρα ἐρχόταν νὰ φιλευθεῖ ἀπὸ τὸ χέρι του! Ζωὴ προπτωτική, παραδεισένια!
Ὁ θάνατός του ὑπῆρξε ὀσιακός. Στὶς 2 Ἰανουαρίου τοῦ 1833 βρέθηκε νεκρός, γονατισμένος, μὲ τὰ μάτια προσηλωμένα στὴν εἰκόνα τῆς Θεοτόκου. Τὴν προηγούμενη μέρα εἶχε κοινωνήσει τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων καὶ εἶχε ἀποχαιρετήσει τοὺς πατέρες τοῦ μοναστηριοῦ.
Τὸ πέρασμά του ἀπὸ τὴ γῆ θὰ μείνει ἀξέχαστο. Ἢ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ λίγες παρόμοιες μορφὲς γνώρισε. Τὰ λόγια του καὶ τὰ ἔργα του θὰ δυναμώνουν πάντα τοὺς πιστούς.
Ἅγιος ἀνακηρύχθηκε ἐπίσημα τὸ 1903. Ἢ μνήμη του ἑορτάζεται στὶς 2 Ἰανουαρίου, ἀλλὰ καὶ στὶς 19 Ἰουλίου -ἡμέρα τῆς ἀνακομιδῆς τοῦ ἁγίου λειψάνου του. Ἡ ἁγιότητά του γίνεται ὅλο καὶ περισσότερο γνωστὴ στὸν ὀρθόδοξο χριστιανικὸ κόσμο.
Συγκλονιστικὸ γεγονὸς γιὰ τὴ Ρωσία ὑπῆρξε ἡ εὕρεση τῆς σοροῦ του, τὸ 1990, καὶ ἢ μεταφορά της στὴ γυναικεία Μονὴ τοῦ Ντιβέγιεβο (τὴν ὁποία ὁ ὅσιος εἶχε ὑπὸ τὴν πνευματική του καθοδήγηση καὶ προστασία).
Εἴθε οἱ πρεσβεῖες του νὰ μᾶς ἐνισχύουν στὸ δρόμο τῆς ζωῆς μας, καὶ τὸ παράδειγμά του νὰ μᾶς ἐμπνέει.

Ο ΒΙΟΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ ΤΟΥ ΕΝ ΟΛΥΜΠΩ


Ο ΒΙΟΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ ΤΟΥ ΕΝ ΟΛΥΜΠΩ

Ο Άγιος Διονύσιος ο εν Ολύμπω υπήρξε μια μεγάλη και υπέροχη ασκητική φυσιογνωμία της Ορθόδοξης Εκκλησίας, κατά πάντα εφάμιλλος και ισοστάσιος των μεγάλων και θεοφόρων Πατέρων «των εν ασκήσει λαμψάντων».
Ήταν μια χαρισματούχα και πολυτάλαντη προσωπικότητα. Εκπλήσσεται κανείς, πώς συνδυάζονται αρμονικότατα στο λαμπρό βίο του η προδρομική του ασκητικότητα με τον αποστολικό ζήλο και την κοινωνική δράση, ο αναχωρητισμός του ησυχαστή με την οργανωτικότητα και το διοικητικό χάρισμα του ηγέτη, οι μυστικές αναβάσεις του θεωρητικού με τους αιματηρούς αγώνες του πρακτικού, και τέλος η προσήλωση προς την «ακρίβεια» των κανόνων με τη φιλάνθρωπη συγκαταβατικότητα και την οικονομία.
Σπάνια βλέπει κανείς πρόσωπα με τόση ευρύτητα διάνοιας και καρδιάς!
Υπήρξε πράγματι μια ολύμπια μορφή!
Ο οσιακός βίος του καθώς και τα αναρίθμητα θαύματά του συνετέλεσαν ώστε να καταξιωθεί σαν άγιος στη συνείδηση του πληρώματος της Εκκλησίας και να καταστεί παμμακεδονική μορφή της Ορθοδοξίας, καύχημα και προστάτης της Πιερίας και του Βελβεντού της Κοζάνης εκούσιος συνοικιστής, προστάτης και δάσκαλος.
Ο Άγιος Διονύσιος γεννήθηκε λίγο πριν από το 1.500 μ.Χ. στο χωριό Σκλάταινα της επαρχίας Φαναρίου του Νομού Καρδίτσας, σημερινή Δρακότρυπα.
Οι γονείς του ήταν φτωχοί. Το πρώτο του όνομα ήταν Δημήτριος και από νωρίς έδωσε δείγματα αφοσίωσης στο Χριστό και αγάπης στο μοναχισμό. Σε ηλικία περίπου 18 ετών και μετά το θάνατο των γονιών του, πηγαίνει στα Μετέωρα και κείρεται ρασοφόρος μοναχός με το όνομα Δανιήλ.
Αργότερα, ζητώντας ησυχαστικώτερο τόπο, πηγαίνει στο Άγιον Όρος και γίνεται μεγαλόσχημος και πρεσβύτερος (παπάς), με το όνομα ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ. Έμενε στη σκήτη της Μονής Καρακάλου, με αυστηρή άσκηση, προσευχή και νηστεία. Η ισάγγελη ζωή του τον επέβαλε σε όλους τους Πατέρες του Άθω, γι’ αυτό και αργότερα εκλέχτηκε Ηγούμενος της Μονής Φιλοθέου. Στη Μονή αυτή, η οποία τότε ήταν βουλγαρική, ο Άγιος συνάντησε μεγάλες αντιδράσεις, γι’ αυτό και αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το Άγιον Όρος.

Μετά το Άγιον Όρος, γύρω στο 1524, ήρθε στην περιοχή της Βέροιας, στη Μονή του Τιμίου Προδρόμου, την οποία ανεκαίνισε και την κατέστησε, στα δύσκολα τότε χρόνια της Τουρκοκρατίας, όπου όλα «τα ’σκιαζε η φοβέρα και τα πλάκωνε η σκλαβιά», φάρο πνευματικό για όλη την κεντρική Μακεδονία και για όλα τα παραποτάμια χωριά του Αλιάκμονα. Η επιρροή που άσκησε ο Άγιος Διονύσιος στο λαό της ευρύτερης αυτής περιοχής είναι αισθητή και στις μέρες μας.
Η παράδοση λ.χ. θέλει τους Βελβεντινούς να επισκέπτονται με τα ζώα το Μοναστήρι του Προδρόμου Βέροιας, να λειτουργούνται και να κοινωνούν σ’ αυτό. Αλλά και αργότερα όταν ο Άγιος θα πάει στον Όλυμπο, οι Βελβεντινοί θα τον ακολουθήσουν και θα επισκέπτονται με τα πόδια και με τα ζώα τους, το Μοναστήρι στον Όλυμπο, για να ζητήσουν τη βοήθεια του Αγίου.
Από το Μοναστήρι του Τιμίου Προδρόμου της Βέροιας, ο Άγιος γνωρίζεται με έναν άλλο μεγάλο Ασκητή, τον Άγιο Νικάνορα, που ασκήτευε στο Μοναστήρι της Ζάβορδας. Ανάμεσα στους δύο άνδρες υπήρχε μεγάλη εκτίμηση. Γράφει ο μακαριστός Μητροπολίτης Σερβίων και Κοζάνης Διονύσιος Ψαριανός: «Ο Άγιος Διονύσιος ο εν Ολύμπω, είπε κάποτε στους συνασκητάς του για τον πανάριστο μιμητή των Οσίων, που ασκήτευε στο Καλλίστρατον όρος. «Βλέπετε, αδελφοί, μέγαν θησαυρόν κρύπτει υποκάτω εκείνο το ευτελές τριβώνιον». Κάτω από το απλό και φτωχό ένδυμα του ταπεινού μοναχού κρυβόταν ένθεη ψυχή. Γιατί ο άνθρωπος δεν είναι ό,τι φορεί, αλλά ό,τι έχει μέσα του, μέσα στην ψυχή του. Η αγάπη και η εκτίμηση των δύο Αγίων ήταν αμοιβαία. Όχι σαν αίσθημα «ψυχικό» και σαν ανθρώπινη φιλοφροσύνη, μα σαν αποκάλυψη Θεού μέσα στις καθαρμένες συνειδήσεις των. Γράφοντας τη διαθήκη του ο όσιος Νικάνωρ, εκεί που ομιλεί για τον ηγούμενο του μοναστηριού της Ζάβορδας, δίνει οδηγία και εντολή στους αδελφούς μοναχούς. Αν δεν βρεθή κατάλληλο πρόσωπο για ηγούμενος στα μοναστήρια των Μετεώρων, τότε «πηγαίνετε εις το μοναστήρι του Τιμίου Προδρόμου του εν τη σκήτει της Βεροίας, εις το κτίριον του εμού αδελφού και συνασκητού κυρ Διονυσίου». (Ακολουθίαι του οσίου και θεοφόρου πατρός ημών Νικάνορος του θαυματουργού, Αθήναι 1970).
Από το μοναστήρι του Προδρόμου της Βέροιας, ο Άγιος Διονύσιος, αργότερα, έφυγε κρυφά, θέλοντας να αποφύγει την εκλογή του σαν Επισκόπου Βεροίας, όπως ζητούσε ο λαός, όταν χήρευσε η Επισκοπή αυτή.
Έτσι τον βλέπουμε να γίνεται «οικιστής του Ολύμπου», όπου οι σπάνιες ομορφιές του και τα δροσερά νερά του, φαίνεται τον ανέπαυσαν πλήρως.
Στην αρχή ασκήτευε μέσα σ’ ένα σπήλαιο, που σώζεται μέχρι σήμερα μ’ ένα μικρό παρεκκλήσιο.
Στο μεταξύ υφίσταται πολλές ταλαιπωρίες, διωγμούς, συκοφαντίες, όπως όλοι οι Άγιοι, εξαιτίας των οποίων αναγκάζεται να εγκαταλείψει προσωρινά τον Όλυμπο και να πάει στο Πήλιο, χτίζοντας εκεί τη Μονή της Αγίας Τριάδας.
Αργότερα όμως επιστρέφει στον Όλυμπο και χτίζει, γύρω στο 1524 το πρώτο Μοναστήρι, που σώζεται μέχρι σήμερα, προς τιμήν και πάλι της Αγίας Τριάδας.
Στον Όλυμπο ο Άγιος έζησε σαν επίγειος άγγελος και γρήγορα συγκέντρωσε γύρω του ένα πλήθος Μοναχών, που έκανε το Μοναστήρι του πραγματική Λαύρα. Ωστόσο ο ίδιος χρησιμοποιούσε ακόμα για προσευχή και ησυχία τα σπήλαια που υπήρχαν γύρω από το Μοναστήρι και που τα είχε μετατρέψει σε ναΐσκους. Εκεί έμεινε τον περισσότερο χρόνο, ζώντας μέσα στο γνόφο της νοεράς προσευχής. Πολλές φορές καθώς ερχόταν από αυτές τις σπηλιές στο Μοναστήρι τον έβλεπαν να λάμπει ολόκληρος, λουσμένος στο αναστάσιμο φως του μέλλοντα αιώνα,«μέσα στη παράφορη άνοιξη».
Ο Άγιος δεν παρέλειπε να περιέρχεται, σαν άλλος Πρόδρομος του Πατροκοσμά του Αιτωλού, τα γύρω χωριά, για να μιλήσει στους υπόδουλους, να εξομολογήσει, να στηρίξει, να αφυπνίσει τους Έλληνες. Είχε απέραντη αγάπη για το λαό. Αγκάλιαζε τους πάντες και τους βοηθούσε πνευματικά και υλικά. Όταν τον πλησίαζε κάποιος, είχε την αίσθηση ότι πλησιάζει τον ίδιο το Χριστό.
Όταν ο Άγιος έφτασε στο τέρμα του βίου του, σαν πρωταθλητής γενναίος, πήρε το στεφάνι από τα χέρια του Χριστού.
Άφησε τις τελευταίες του σοφές υποθήκες στα πνευματικά του παιδιά και φτερούγισε σαν ερωδιός στον ουρανό, μέσα στο χειμώνα, στις 23 Ιανουαρίου. Αυτήν την ημέρα τελείται και η σεπτή μνήμη του.

Ο ΚΥΡΙΟΣ ΚΑΙ Η ΥΠΕΡΑΓΙΑ ΘΕΟΤΟΚΟΣ







Ο ΚΥΡΙΟΣ ΚΑΙ Η ΥΠΕΡΑΓΙΑ ΘΕΟΤΟΚΟΣ




Κάθε φορά πού γιορτάζουμε τή μνήμη τῆς Παναγίας μᾶς διακατέχει ἱερή χαρά καί δυναμωμένη ἐλπίδα καί, γεμάτοι ἀπό εὐγνωμοσύνη καί θαυμασμό γιά τή χάρη Της ἀναφωνοῦμε ἀπό τά βάθη τῆς καρδιᾶς μας: «πόθεν μοι τοῦτο;» καί, μιμούμενοι τήν Ἐλισάβετ, εὐλογοῦμε τήν ἁγία Παρθένο, τήν αἰτία τῆς σωτηρίας μας, τή Μητέρα τοῦ Θεοῦ ἡμῶν. Ἐνεργεῖ σέ μᾶς τότε τό μυστήριο τοῦ πνευματικοῦ νόμου πού μᾶς δίδαξε ὁ μέγας Ἀπόστολος: «ἡμεῖς δέ οὐ τό πνεῦμα τοῦ κόσμου ἐλάβομεν, ἀλλά τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, ἵνα εἰδῶμεν τά ὑπό τοῦ Θεοῦ χαρισθέντα ἡμῖν» (Α´ Κορ. β´ 12). Στό δέ κέντρο τῆς λογικῆς λατρείας μας, ἀμέσως μετά τήν κάθοδο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί τόν καθαγιασμό τῶν τιμίων δώρων, κράζομεν εὐχαρίστως: «Ἐξαιρέτως τῆς Παναγίας ἀχράντου, δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καί ἀειπαρθένου Μαρίας».
Ἄν καί ἡ κάθε ἐπίκλησις τοῦ ὀνόματος τῆς Παναγίας γεννᾶ μέσα μας τέτοια χαρά καί λυτρωτική παράκληση καί ἄν τέτοια ἔμπνευση πίστεως καί ἀγάπης Θεοῦ ἐπισκιάζει τήν Ἐκκλησία ὅταν πανηγυρίζει τή δόξα Της, πῶς νά κατανοήσουμε μιά φαινομενική ἀδιαφορία τοῦ Κυρίου πρός τή Μητέρα Του, ὅταν λέγει: «τί ἐμοί καί σοί, γύναι; οὔπω ἥκει ἡ ὥρα μου» (Ἰωάν. β´ 4), ἤ, «τίς ἐστιν ἡ μήτηρ μου ἤ οἱ ἀδελφοί μου» (Μαρκ. γ´ 33);
Πῶς εἶναι δυνατό νά περιφρονήσει τή Μητέρα Του Ἐκεῖνος πού ἔδωσε τήν ἐντολή: «τίμα τόν πατέρα σου καί τήν μητέρα σου· καί ὁ κακολογῶν πατέρα ἤ μητέρα θανάτῳ τελευτάτω» (Μαρκ. ζ´ 10); Πῶς εἶναι δυνατό νά παραβεῖ τήν ἴδια τήν ἐντολή Του Ἐκεῖνος πού εἶπε: «ὁ οὐρανός καί ἡ γῆ παρελεύσονται οἱ δέ λόγοι μου οὐ μή παρέλθωσι» (Λουκ. κα´ 33);
Ἀκόμα καί ὅταν κρεμόταν πάνω στό σταυρό μέσα σέ ἀπερίγραπτη ὀδύνη καί ἀγωνία γιά τή σωτηρία τοῦ κόσμου καί ἡ ζωή Του αἰωρεῖτο μεταξύ τοῦ οὐρανίου θρόνου τοῦ Πατρός Του καί τῶν καταχθονίων, ἡ μέριμνά Του γιά τήν ἁγία Μητέρα Του δέν ἔσβησε, ἀλλά μέ στοργή ἐμπιστεύθηκε τήν προστασία Της στόν ἀγαπημένο μαθητή Του: «ἰδού ἡ μήτηρ σου» (Ἰωάν. ιθ´ 26). Ἑπομένως τό ρῆμα Του ὅτι δέν «ἦλθε καταλῦσαι τόν νόμον ἤ τούς προφήτας... ἀλλά πληρῶσαι» (Ματθ. ε´ 17) μένει ἀληθινό καί ἀπαράβατο.
Γιατί ὅμως οἱ λόγοι «τίς ἐστιν ἡ μήτηρ Μου ἤ οἱ ἀδελφοί Μου»; Γιά τούς κατά τό νόμο μόνο ἀδελφούς Του τό καταλαβαίνουμε. «Οὐδέ γάρ οἱ ἀδελφοί Αὐτοῦ ἐπίστευον εἰς Αὐτόν» (Ἰωάν. ζ´ 5). Ἐκείνη τήν ἐποχή, πρίν τήν Πεντηκοστή, ἀκόμη καί οἱ πρόκριτοι τῶν μαθητῶν δέν γνώριζαν τί νά ζητήσουν (βλ. Ματθ. κ´ 22). Ἀλλά γιά τήν ἀδιαφορία πρός τήν γνήσια Μητέρα Του, ἀπό τήν ὁποία γεννήθηκε ἀληθινά καί μέ θαυμαστό καί ἀνερμήνευτο τρόπο —«τήν γάρ γενεάν Αὐτοῦ τίς διηγήσεται;» (Ἡσ. νγ´ 7-8)— πῶς νά τήν ἐννοήσουμε; Καί ἄν λίγο πρίν ἀνέλθει πάνω στό σταυρό ὁ Κύριος μποροῦσε νά λέγει μέ παρρησία: «ἔρχεται ὁ τοῦ κόσμου ἄρχων, καί ἐν Ἐμοί οὐκ ἔχει οὐδέν» (Ἰωάν. ιδ´ 30), εἶναι φανερό πώς εἶχε ἐκπληρώσει τά πάντα ἀναμάρτητα.
Ποιό μυστήριο ἄραγε κρύβει ἡ φαινομενική ἀντίφαση τῶν λόγων τούτων τοῦ Κυρίου;
Ἄς ἐξετάσουμε προσεκτικά τίς δύο περιπτώσεις πού ἀναφέραμε στήν ἀρχή: «τί ἐμοί καί σοί, γύναι;» καί «τίς ἐστιν ἡ μήτηρ μου ἤ οἱ ἀδελφοί μου;».
Ἐγένετο κάποιος γάμος στήν Κανᾶ τῆς Γαλιλαίας, ὅπου παρευρέθηκαν ἡ ἁγία Παρθένος καί ὁ Κύριος Ἰησοῦς μέ τούς μαθητές Του. Ὅταν τελείωσε τό κρασί, ἡ Μητέρα τοῦ Κυρίου τό ἀνέφερε στόν Υἱόν Της, προτρέποντάς Τον τρόπον τινά νά θαυματουργήσει. Τότε «λέγει αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· τί ἐμοί καί σοί, γύναι; οὔπω ἥκει ἡ ὥρα μου». Ἡ ἁγία Παρθένος δέν ἀπελπίζεται, ἀλλά δέχεται ταπεινά τήν ἄρνηση τοῦ Υἱοῦ Της νά ἐκπληρώσει τήν ἐπιθυμία Της καί μέ πίστη συμβουλεύει τούς διακόνους: «ὅ,τι ἄν λέγῃ ὑμῖν, ποιήσατε». Ὁ δέ Κύριος ἐν συνεχείᾳ τελεῖ τό θαῦμα τῆς μεταβολῆς τοῦ ὕδατος σέ οἶνο. Μέ ἄλλα λόγια, ἡ ταπεινή ἀποδοχή τῆς ἀρνήσεως τοῦ Υἱοῦ νά ἐκπληρώσει τό ἀνθρώπινο θέλημα τῆς κατά σάρκα Μητέρας Του ἐπισπεύδει, σάν θυσία εὐάρεστη ἐνώπιόν Του, τόν ἐρχομό τῆς ὥρας κατά τήν ὁποία θά φανερωθεῖ ἡ δόξα Του. Καί τότε ἀκριβῶς «ἐποίησε τήν ἀρχήν τῶν σημείων ὁ Ἰησοῦς ἐν Κανᾷ τῆς Γαλιλαίας καί ἐφανέρωσε τήν δόξαν αὐτοῦ, καί ἐπίστευσαν εἰς αὐτόν οἱ μαθηταί αὐτοῦ» (Ἰωάν. β´ 11).
Στήν δεύτερη περίπτωση βλέπουμε τόν Κύριο Ἰησοῦ νά εἶναι περιστοιχισμένος ἀπό τόν ὄχλο καί νά τούς διδάσκει. Τότε ἦλθαν ἡ Μητέρα Του καί οἱ ἀδελφοί Του νά Τόν πάρουν, φοβούμενοι μήπως Τόν φονεύσουν οἱ ἐχθροί Του. Ὁ Κύριος ὅμως, ὁ Ὁποῖος ἀπό 12 ἐτῶν εἶπε στούς κατά σάρκα γονεῖς Του «οὐκ ἤδειτε ὅτι ἐν τοῖς τοῦ Πατρός μου δεῖ εἶναι με»; (Λουκ. β´ 49) ἀρνεῖται νά ὑπακούσει καί λέγει: «τίς ἐστιν ἡ μήτηρ μου καί τίνες εἰσίν οἱ ἀδελφοί μου; καί ἐκτείνας τήν χεῖρα αὐτοῦ ἐπί τούς μαθητάς αὐτοῦ ἔφη· ἰδού ἡ μήτηρ μου καί οἱ ἀδελφοί μου· ὅστις γάρ ἄν ποιήσῃ τό θέλημα τοῦ Πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς, αὐτός μου ἀδελφός καί ἀδελφή καί μήτηρ ἐστιν» (Ματθ. ιβ´ 48-50).
Ὅπως εἴπαμε πιό πάνω, νά ἀρνεῖται ὁ Χριστός τούς κατά τό νόμο ἀδελφούς Του εἶναι κατανοητό, διότι δέν ἦσαν ἀκόμη ἀδελφοί Του καί κατά τό πνεῦμα. Ἡ Παναγία Μητέρα Του ὅμως, καί πρίν νά ποιήσει τό σημεῖο τῆς Κανᾶ γιά νά φανερώσει τή δόξα Του καί νά πιστεύσουν οἱ μαθητές Του, ὅταν ἦταν ἀκόμη στή φάτνη ὁ Ἰησοῦς καί ἀναγνωρίζετο ἀπό τούς ποιμένες ὡς ὁ Σωτήρ τοῦ κόσμου καί δωδεκαετής κατέπληττε μέ τή θεία σοφία Του τούς διδασκάλους τοῦ Ἰσραήλ, εἶχε τέτοια πίστη στόν Υἱό Της, ὥστε ἡ Γραφή μᾶς λέει: «ἡ μήτηρ αὐτοῦ διετήρει πάντα τά ρήματα ταῦτα ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτῆς» (Λουκ. β´ 19 καί β´ 51). Ἑπομένως οἱ αἰνιγματικοί λόγοι τῆς ἄρνησης ἀποτελοῦν περισσότερο ἔπαινο γιά τήν Παναγία παρά μομφή, ὑπονοώντας ὅτι Αὐτή εἶναι «ἕν Πνεῦμα» (Α´ Κορ. στ´ 17) μέ τόν Υἱό Της.
Γιατί ὅμως ὁ Κύριος, ὁ ἄμωμος τηρητής τῆς σχετικῆς μέ τούς γονεῖς ἐντολῆς ἀρνεῖται;
Πρόκειται, ἀδελφοί, γιά ἕνα μεγάλο πνευματικό νόμο. Τό νόμο τῆς ὑποταγῆς τοῦ ἀνθρωπίνου θελήματος στό θέλημα τοῦ οὐρανίου Πατρός. Λίγο πρίν τήν ἄρνηση στή Μητέρα καί τούς ἀδελφούς Του ὁ Κύριος μέ τή δύναμι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐξέφρασε τούς φοβερούς λόγους: «εἴ τις ἔρχεται πρός με καί οὐ μισεῖ τόν πατέρα ἑαυτοῦ καί τήν μητέρα καί τήν γυναῖκα καί τά τέκνα καί τούς ἀδελφούς καί τάς ἀδελφάς, ἔτι δέ καί τήν ἑαυτοῦ ψυχήν, οὐ δύναταί μου μαθητής εἶναι» (Λουκ. ιδ´ 26). Ἄν ὁ Κύριος ὑπάκουε στήν προτροπή τῶν οἰκείων Του καί ἐγκατέλειπε ἀπό φόβο τό ἔργο τῆς διδαχῆς, ὁ ἐχθρός θά στεροῦσε ἀπ᾿ Αὐτόν τό δικαίωμα νά προφέρει αὐτούς τούς λόγους. Κάνοντας ὅμως «βρῶμα» Του (Ἰωάν. δ´ 34) τό θέλημα καί τό ἔργο τοῦ πέμψαντος Αὐτόν Πατρός, ἀρνήθηκε νά ὑπακούσει στό ἀνθρώπινο θέλημα τῆς Μητέρας καί τῶν ἀδελφῶν, καί ὁ λόγος Του παρέμεινε «ἐν ἐξουσίᾳ καί δυνάμει» (Λουκ. δ´ 32-36) καί ἐνεργεῖ μέχρι συντελείας τοῦ αἰῶνος.
Γιά τήν ἴδια τέλεια παράδοση στό θέλημα τοῦ Θεοῦ ἡ ἁγία Παρθένος κρίθηκε ἄξια νά γίνει Μητέρα τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ. «Ἰδού ἡ δούλη Κυρίου· γένοιτό μοι κατά τό ρῆμά σου» (Λουκ. α´ 38). Ὅμως γιά τή δόξα τοῦ Υἱοῦ Της ἐκένωσε πλήρως τό θέλημά Της σέ ὅλη τή διάρκεια τῆς ἐπί γῆς ζωῆς Της. Τό πλήρωμα τῆς κενώσεώς Της προηγήθηκε τῶν «μεγαλείων» τά ὁποῖα «ἐποίησεν αὐτῇ ὁ δυνατός» (πρβλ. Λουκ. α´ 49). Στήν ἀρχή τῆς δημιουργίας ὁ Κύριος εἶπε «γενηθήτω» καί «τά πάντα ἐγένοντο».
Στήν ἀρχή τῆς ἀναδημιουργίας ἡ ἁγία Παρθένος εἶπε «γένοιτό μοι κατά τό ρῆμά σου» καί ἀνακαινίσθηκε ἡ κτίση. Καί «νῦν», ἀδελφοί μου, μέ τήν ἴδια παράδοση στό τέλειο καί ἅγιο θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἄς εἴπωμεν κατά τό ὑπόδειγμα τῆς Μητέρας τοῦ Οὐρανοῦ: «γένοιτο, Κύριε, τό θέλημά σου ἐφ᾿ ἡμᾶς» , ὥστε νά ἀξιωθοῦμε νά γεννηθοῦμε «οὐκ ἐξ αἱμάτων, οὐδέ ἐκ θελήματος σαρκός, οὐδέ ἐκ θελήματος ἀνδρός, ἀλλ᾿ ἐκ Θεοῦ» (Ἰωάν. α´ 13), «ἄνωθεν» (Ἰωάν. γ´ 3) καί νά εἰσέλθουμε στήν οὐράνια βασιλεία τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὅπου ἡ Παναγία παρίσταται ὡς βασίλισσα ἐκ δεξιῶν (Ψαλμ. μδ´ 10) τοῦ θρόνου τοῦ Θεοῦ, διαφυλάττουσα καί σκέπουσα ὅλους ὅσους πιστεύουν καί ἀκολουθοῦν τόν ἠγαπημένον Υἱόν Της. Ἀμήν.




Ἱερομόναχος ΖΑΧΑΡΙΑΣ Ἱερά Μονή Τιμίου ΠροδρόμουἜσσεξ, Ἀγγλία

ΛΟΓΟΣ ΣΤΗΝ ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ


Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου
ΜελέτηΕἰς τήν Ἀνάστασιν τοῦ Κυρίου,εἰς τήν ὁποίαν χρεωστοῦμεν νά συγχαρῶμεν.
Α’. Μέ τόν ἀναστάντα Χριστόν.Β’. Μέ τήν ἁγιωτάτην Μητέρα Του.Γ’. Μέ τό σῶμα μας.
υλλογίσου ἀγαπητέ, ὅτι παρακινούμενοι ἡμεῖς ἀπό τόν προφήτην Δαυίδ ὅπου λέγει νά ἀγαλλώμεθα εἰς τήν ἡμέραν τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου.«αὕτη ἡ ἡμέρα, ἥν ἐποίησεν ὁ Κύριος, ἀγαλλιασώμεθα καί εὐφρανθῶμεν ἐν αὐτῇ» (Ψαλμ. ριζ’ 23) ἔχομεν χρέος ἐν πρώτοις νά συγχαρῶμεν τόν Ἰησοῦν Χριστόν, ὁ Ὁποῖος εἰς τήν χαρμόσυνόν Του Ἀνάστασιν ἀπέκτησε πάλιν μέ κέρδος ἄπειρον ὅλα ἐκεῖνα ὅπου εἶχε χάσει εἰς τό πάθος Του. Τέσσαρα πράγματα εἶχε χάσει τότε: τήν χαράν, τήν ὡραιότητα, τήν τιμήν καί τήν ζωήν. Τώρα δέ ὅπου ἀνέστη ἀνέλαβε τήν ζωήν, ἀλλά τί λογῆς ζωήν; Μίαν ζωήν ὅπου ἐθανάτωσε τελείως τόν θάνατον καί διά τοῦτο θέλει εἶναι διά πάντα ζωή μοναχή, χωρίς νά φοβῆται νά λάβῃ ἄλλην μίαν φοράν θάνατον.«Χριστός ἐγερθείς ἐκ νεκρῶν οὐκ ἔτι ἀποθνήσκει.θάνατος αὐτοῦ οὐκ ἔτι κυριεύει» (Ρωμ. στ’ 9). Ἀνέλαβε τήν τιμήν καί ἐξουσίαν, ἐπειδή Ἐκεῖνος ὁ ἴδιος ὅπου πρό ὀλίγου ἐλογίζετο ὀλιγώτερον παρά ἄνθρωπος καί ἐκαταφρονεῖτο χειρότερον παρά ἕνας σκώληξ, τώρα ἀνασταίνεται καί ἀρχίζει νά βασιλεύῃ ἐν τῷ οὐρανῷ καί ἐν τῇ γῇ. Διά τοῦτο καί ἔλεγε μετά τήν Ἀνάστασιν.«ἐδόθη μοι πᾶσα ἐξουσία ἐν οὐρανῷ καί ἐπί γῆς» (Ματθ. κη’ 18). Ἀνέλαβε τήν χαράν, ἐπειδή διερράγησαν πλέον τά μεσότοιχα ὅπου ἐκρατοῦσαν πρότερον ἐκεῖνο τό πέλαγος τῆς χαρᾶς εἰς μόνον τό ἀνώτερον μέρος τῆ ψυχῆς τοῦ Κυρίου καί τώρα, ὅλον τό πλήρωμα τῆς χαρᾶς ἐκείνης ὅπου ἐκρατεῖτο τριαντατρεῖς χρόνους, ἔτρεξεν εἰς τό νά κατακλύσῃ τάς κατωτέρας δυνάμεις τῆς ψυχῆς καί τά μέλη τοῦ Λυτρωτοῦ. Διά τοῦτο καί ὅταν ἀνέστη ἀπό τόν τάφον, ὁ πρῶτος λόγος ὅπου ἔβγαλεν ἀπό τό ἅγιον στόμα Του, ἦτο δηλωτικός ταύτης Του τῆς χαρᾶς: «καί ἰδού ὁ Ἰησοῦς ἀπήντησεν αὐταῖς λέγων χαίρετε» (Ματθ. κη’ 9). Ἀνέλαβε καί τήν ὡραιότητα καί τήν δόξαν, διότι Ἐκεῖνος ὅπου ἦτο χθές καί προχθές ἄμορφος, ἄδοξος, ἀνίδεος, τώρα ἀνέστη ἐκ τοῦ μνήματος, ὡσάν ἕνας νυμφίος ἀπό τόν θάλαμόν του: ὅλος ὡραιότατος, ὅλος δεδοξασμένος, ὅλος ἡλιόμορφος, ἐπειδή ἡ χάρις καί ἡ δόξα τοῦ ἀναστηθέντος σώματος τοῦ Χριστοῦ εἶναι τόσον ὑπερβολική, ὅπου εἰς τόν οὐρανόν αὐτή θέλει εἶναι ἡ ἀνωτάτη μακαριότης τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος καί ὅλων τῶν αἰσθήσεών μας. Καί θέλει εἶναι ἀρκετή νά εἰδοποιήσῃ εἰς ὅλους τούς μακαρίους, τόσον ἀγγέλους ὅσον καί ἀνθρώπους ἕνα Παράδεισον, εἰς τόν ὁποῖον ἔχουν νά εὐφραίνωνται ἀχόρταστα εἰς πάντας τούς αἰῶνας. Θέλεις νά τό καταλάβῃς καλλίτερα; Σχημάτισαι μέ τόν νοῦν σου ἕνα ἥλιον τόσον λαμπρόν, ὅπου μέ τό φῶς του νά σκεπάζῃ μυριάδας ἡλίους, καθώς καί οὗτος ὁ αἰσθητός ἥλιος σκεπάζει ὅλους τούς ἀστέρας. Τώρα ἕνας ἥλιος τόσον λαμπρός, βέβαια ἤθελεν εἶναι ἕνα μικρόν κάρβουνον συγκρινόμενος μέ τό ἔνδοξον σῶμα τοῦ Ἰησοῦ, τό ὁποῖον μέ τήν ὑπερβολικήν λάμψιν του θέλει καταρροφήσει τήν λάμψιν τόσων μυριάδων μακαρίων σωμάτων τῶν Ἁγίων, ἀπό τά ὁποῖα τό κάθε ἕνα θέλει εἶναι λαμπρότερον ἀπό τοῦτον τόν ἥλιον, ὡς γέγραπται: «τότε οἱ δίκαιοι ἐκλάμψουσιν ὡς ὁ ἥλιος ἐν τῇ βασιλείᾳ τοῦ πατρός αὐτοῦ» (Ματθ. ιγ’ 43), ὅπου τό, «ὡς», δέν δηλοῖ ὁμοίωσιν, ἀλλ᾽ ὑπεροχήν, ἤγουν λάμψουσιν ὑπέρ τόν ἥλιον, καθώς ἑρμηνεύει ὁ ἱερός Θεοφύλακτος καί αὕτη εἶναι ἡ δόξα ἐκείνη καί ὡραιότης ὅπου ἐζητοῦσεν ὁ Χριστός μέ τόσην παρακάλεσιν ἀπό τόν οὐράνιόν του Πατέρα πρό τοῦ πάθους Του, λέγων: «δόξασόν με πάτερ παρά σεαυτῷ τῇ δόξῃ, ᾗ εἶχον πρό τοῦ τόν κόσμον εἶναι παρά σοί» (Ἰω. ιζ’ 5). Μέ τά ὁποῖα λόγια δείχνει ὅτι ἐζήτει καί ἤθελε νά ἐξαπλωθῇ ἡ δόξα τῆς θεότητός Του διά νά δοξάσῃ πληρέστατα καί τήν ἀνθρωπότητά Του, ἐπειδή χωρίς αὐτήν τήν δόξαν καί ὡραιότητα τῆς ἀνθρωπότητος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ κᾀνένας δέν ἠδύνατο νά γίνῃ δεκτικός τῆς τοῦ Θεοῦ δόξης καί μακαριότητος καί ἀκολούθως κᾀνένας δέν ἠδύνατο νά γίνῃ ποτέ μακάριος, οὔτε ἄγγελος οὔτε ἄνθρωπος. Διότι ἡ ἀνθρωπότης τοῦ Θεοῦ Λόγου ἐστάθη ὡσάν ἕνα μεθόριον ἀνάμεσα εἰς τόν Κτίστην καί εἰς τά λοιπά κτίσματα καί πέρνουσα αὐτή εἰς τόν ἑαυτόν της ὅλον τό πλήρωμα τῆς τοῦ Θεοῦ δόξης καί μακαριότητος τό συγκερνᾷ τρόπον τινά καί οὕτω διά μέσου ἑαυτῆς μεταδίδει τήν δόξαν ταύτην καί μακαριότητα εἰς ὅλους τούς μακαρίους ἀγγέλους τε καί ἀνθρώπους. Ἀλλ᾽ ὄχι καθώς αὐτή τήν λαμβάνει ἀπό τόν Θεόν ἄκρατον, διότι εἶναι ἀδύνατον νά τήν δεχθῇ ἔτσι ἄκρατον, κανένα κτίσμα ψιλόν.ἀλλά συγκεκραμένην καί μετριωτέραν διά νά γίνωνται ταύτης δεκτικοί οἱ μακάριοι τόσον οἱ ἄγγελοι ὅσον καί οἱ ἄνθρωποι.
Ὅτι μέν οὖν οἱ ἄγγελοι λαμβάνουσι τήν δόξαν καί μακαριότητα διά μέσου τοῦ ἀναστάντος Ἰησοῦ Χριστοῦ, μάρτυς ὁ Ἀρεοπαγίτης Διονύσιος λέγων, ὅτι αἱ τάξεις τῶν Ἀγγέλων μετέχουσι τῆς τοῦ Ἰησοῦ φωτοδοσίας, ὄχι μέ εἰκόνας τινάς ἀλλά μέ πρώτην μετουσίαν τῆς γνώσεως, τῶν θεουργικῶν αὐτοῦ φώτων1. Καί ὁ σοφός Θεοδώρητος ὁ Κύρου λέγει: «μετά τήν σάρκωσιν ὤφθη (ὁ Θεός) καί τοῖς ἀγγέλοις οὐκ ἐν ὁμοιώματι τῆς δόξης ἀλλ᾽ ἀληθεῖ καί ζῶντι χρησάμενος ὡς περιβολῇ τῆς σαρκός τῷ καλύμματι» (Διάλογ. α’. κατά Εὐτυχ.). Μάλιστα δέ ὁ ἅγιος Ἰσαάκ λέγων ὅτι πρό τῆς ἐνσάρκου οἰκονομίας τοῦ Χριστοῦ δέν ἦτο δυνατόν εἰς τούς ἀγγέλους νά ἔμβουν εἰς τά ὑψηλότερα μυστήρια τῆς θεότητος. Ὅτε δέ ἐσαρκώθη ὁ Λόγος ἠνοίχθη αὐτοῖς θύρα ἐν τῷ Ἰησοῦ. (Λόγος πδ’. σελ. 478). Καί πάλιν: «καί αὐτή ἡ πρώτη τάξις θαρροῦσα λέγει ὅτι οὐκ ἀφ᾽ ἑαυτῆς, ἀλλά διδάσκαλον ἔχει τόν μεσίτην Ἰησοῦν ἐκεῖνον, ὑφ᾽ οὗ ὑποδέχεται καί τοῖς κάτω ἐπιδίδωσιν» (αὐτόθ. 477). Ὅτι δέ καί οἱ μακάριοι ἅγιοι διά μέσου τῆς ἀνθρωπότητος τοῦ Ἰησοῦ βλέπουσι τήν δόξαν τοῦ Θεοῦ, ἐδήλωσεν ὁ Κύριος εἰπών: «Πάτερ οὕς δέδωκάς μοι θέλω ἵνα ὅπου εἰμί ἐγώ, κᾀκεῖνοι ὦσι μετ᾽ ἐμοῦ, ἵνα θεωρῶσι τήν δόξαν τήν ἐμήν». Καί δέν στέκει ἕως ἐδῶ ἀλλά προσθέτει: «ἥν δέδωκάς μοι» διά νά φανερώσῃ μέ τοῦτο τήν δόξαν ὅπου ἐδόθη εἰς τήν ἀνθρωπότητά Του (βλ. Ἰω. ιζ’ 24).
Ὤ δόξαις! Ὤ λαμπρότηταις! Ὤ μεγαλεῖα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου! Ὄντως αὕτη εἶναι ἡ ἡμέρα ἥν ἐποίησεν ὁ Κύριος. Διότι τήν μέν δευτέραν καί τρίτην ἡμέραν ἐποίησε τό πρωτόγονον ἐκεῖνο φῶς καί τήν τετάρτην καί πέμπτην καί ἕκτην καί ἑβδόμην ἐποίησεν τόν ἐν τῇ δ’ ἡμέρα γενόμενον ἥλιον. Τήν δέ Κυριακήν καί πρώτην ταύτην ἡμέραν, καί ἐν τῇ κοσμογενεσίᾳ, μόνος ὁ Κύριος ἀμέσως ἐποίησεν ἐκ τοῦ μή ὄντος εἰς τό εἶναι (τό γάρ ἐν αὐτῇ γεγονός φῶς οὐχί ἀπό τό πρωΐ, ἀλλά ἀπό μεσημβρίας ἤρξατο, κατά τούς Θεολόγους) καί τώρα πάλιν μόνος ὁ νοητός Ἥλιος τῆς δικαιοσύνης Χριστός ταύτην ἐποίησεν ἀπό τοῦ μνήματος ὡς ἀπό ὁρίζοντος ἀναστάς. Καί αὐτή ἡ Κυριακή, τώρα μέν εἶναι εἰκών τοῦ μέλλοντος αἰῶνος.τότε δέ ἔχει νά ᾖναι αὐτός ἐκεῖνος ὁ ὄγδοος αἰών2.
«Ὄντως ἀναστήτω ὁ Θεός καί διασκορπισθήτωσαν οἱ ἐχθροί Αὐτοῦ» (Ψαλμ. ριζ’ 23). Οἱ ἐχθροί Του δαίμονες, ὁ ἐχθρός Του θάνατος, ὁ ἐχθρός Του ἡ ἁμαρτία, ὁ ἐχθρός Του ᾅδης, οἱ ἐχθροί Του Ἰουδαῖοι οἱ τοῦτον σταυρώσαντες καί μισοῦντες Αὐτόν. Ὄντως ἐκινδύνευε τό καράβι νά πνιγῇ καί νά πλέῃ δέν ἠδύνατο ὅπου ἐρρίφθη ὁ Ἰωνᾶς εἰς τήν θάλασσαν καί κατεπόθη ἀπό τό κῆτος. Καράβι εἶναι ὁ κόσμος ὅπου δέν ἠδύνατο νά ὑπάγῃ ἐμπρός εἰς τό ἀγαθόν. Θάλασσα εἶναι τά πάθη καί αἱ θλίψεις τοῦ κόσμου. Ἰωνᾶς ὁ Χριστός, κῆτος ἦτον ὁ θάνατος καί ὁ ᾅδης. Ἐρρίφθη ὁ Χριστός εἰς τήν θάλασσαν καί τά πάθη. Κατεπόθη ἀπό τόν θάνατον καί τόν ᾅδην. Καί ἐπειδή ἡ ζωοποιός θεότης δέν ἐχωρίσθη οὔτε ἀπό τό νεκρωθέν σῶμα τό κείμενον εἰς τόν τάφον οὔτε ἀπό τήν ψυχήν τήν καταβᾶσαν εἰς ᾅδην διά τοῦτο ἐνέκρωσε καί τόν ᾅδην καί ἀνέστη τριήμερος καί οὕτως ὁ κόσμος ὅπου ἐκινδύνευε διεσώθη «ὥσπερ γάρ ἦν Ἰωνᾶς ἐν τῇ κοιλίᾳ τοῦ κήτους τρεῖς ἡμέρας καί τρεῖς νύκτας, οὕτως ἔσται ὁ υἱός τοῦ ἀνθρώπου ἐν τῇ καρδίᾳ τῆς γῆς τρεῖς ἡμέρας καί τρεῖς νύκτας» (Ματθ. ιβ’ 40).
Τώρα ἐσύ ἀδελφέ, εἶναι δυνατόν νά μελετήσῃς ταύτας τάς ἀληθείας, καί νά μή γεμίσῃ ἀπό χαράν ἡ καρδία σου διά τήν ἀνωτάτην εὐδαιμονίαν καί δόξαν, εἰς τήν ὁποίαν βλέπεις πῶς ἔφθασεν ὁ Λυτρωτής σου διά τῆς Ἀναστάσεως, ὄχι μόνον κατά τήν ψυχήν, ἀλλά καί κατά τό πανάγιον σῶμα Του; Ὅθεν ἐπιθύμησαι νά ἔχῃς ὅλαις ταῖς χαραῖς τῶν ἀγγέλων καί ὅλων τῶν Ἁγίων ὅπου συνέστησαν σήμερον καί ἐλευθερώθησαν ἀπό τόν ᾅδην, διά νά συγχαρῇς μέ αὐτάς τόν ἀναστάντα Δεσπότην, καί διά νά εὐφρανθῇς μέ ὅλην σου τήν καρδίαν εἰς τήν νέαν ταύτην χαράν καί δόξαν καί νίκην Του, στοχαζόμενος πῶς ἠ ἰδική Του χαρά εἶναι καί χαρά ἰδική σου. Ἡ ἰδική Του δόξα εἶναι καί δόξα ἰδική σου καί ἡ ἰδική Του νίκη εἶναι καί νίκη ἰδική σου. Καί ἁπλῶς ὅσα Αὐτός προνόμια καί ἀξιώματα ἔλαβε διά τῆς Ἀναστάσεώς Του, ὅλα ταῦτα γίνονται καί ἰδικά σου διά τῆς πρός Αὐτόν πίστεως καί θερμῆς ἀγάπης. Ἐκείνου ὡς κεφαλῆς καί ἐσένα ὡς μέλους. Ἐκείνου ὡς Πατρός καί ἐσένα ὡς υἱοῦ. Ἐκείνου ὡς ἀρχιστρατήγου καί βασιλέως καί ἐσένα ὡς στρατιώτου καί βασιλευομένου. Ἐκείνου ὡς φιλουμένου καί ἐσένα ὡς φιλοῦντος.ἐπειδή ἡ ἀγάπη ἔχει φυσικόν ἰδίωμα νά κοινοποιῇ τά τῶν φίλων κατά τήν παροιμίαν.«τά τῶν φίλων κοινά». Καί καθώς χθές καί προχθές ἐκοινωνήσατε εἰς τά Πάθη καί τήν θλίψιν τοῦ Κυρίου διά τῆς πίστεως καί ἀγάπης ἔτσι καί σήμερον εἶναι δίκαιον νά κοινωνήσετε εἰς τήν χαράν Αὐτοῦ καί δόξαν καί Ἀνάστασιν, «καθώς κοινωνεῖτε τοῖς τοῦ Χριστοῦ παθήμασι χαίρετε ἵνα καί ἐν τῇ ἀποκαλύψει τῆς δόξης Αὐτοῦ χαρῆτε ἀγαλλιώμενοι» (Α’ Πέτρ. δ’ 13).
Καί ἄν ὁ Ἀβραάμ προτήτερα ἀπό τρεῖς χιλιάδας χρόνους εἶδε τήν ἡμέραν ταύτην τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Σωτῆρος καί ἐχάρη, ὅταν ἔλαβε ζωντανόν τόν υἱόν του καθώς εἶπεν ὁ Κύριος: «Ἀβραάμ ὁ πατήρ ὑμῶν ἠγαλλιάσατο ἵνα ἴδῃ τήν ἡμέραν τήν ἐμήν καί εἶδε καί ἐχάρη». (Ἰωάν. η’ 56). Πῶς ἐσύ νά μή χαρῇς ἀδελφέ εἰς τήν ἡμέραν ταύτην τοῦ Κυρίου, εἰς τήν ὁποίαν ἡ φθορά μετεβλήθη εἰς ἀφθαρσίαν, ὁ θάνατος εἰς ζωήν, ὁ ἀκάνθινος στέφανος εἰς ρόδα καί ἄνθη, ὁ κάλαμος, ἡ λόγχη, οἱ ἧλοι, ὁ Σταυρός καί τά λοιπά ὄργανα τοῦ Πάθους καί τῆς ἀτιμίας, ἔγιναν ὄργανα δόξης καί ἀπαθείας; Πῶς νά μή εὐφρανθῇς εἰς τήν ἡμέραν ταύτην, εἰς τήν ὁποίαν οἱ μέν ἐν οὐρανῷ ἄγγελοι ἀγάλλονται ἀπολαβόντες καί αὐτοί διά τῆς Ἀναστάσεως τήν σωτηρίαν; Ἤγουν τήν τελείαν ἀτρεψίαν καί ἀκινησίαν εἰς τό κακόν, ἥν οὐκ εἶχον πρότερον, καθώς ὁ θεολόγος Γρηγόριος τοῦτο δηλοῖ εἰς τό Πάσχα λέγων: «σήμερον σωτηρία τῷ κόσμῳ, ὅσος τε ὁρατός καί ὅσος ἀόρατος» καί ὁ τούτου σχολιαστής ἑρμηνεύει Νικήτας3.
Οἱ ἐν τῷ ᾃδη Προπάτορες εὐφραίνονται, οἱ ἐν τοῖς μνημείοις ἐγείρονται, οἱ ἐν τῇ γῇ Ἀπόστολοι χαίρουσι, καί ὁ ἴδιος ᾃδης πανηγυρίζει μέ ὅλα ὁμοῦ τά ἐπίγεια καί οὐράνια καί ἄλλο δέν ἀκούεται εἰς κάθε μέρος, παρά τό «Χριστός Ἀνέστη!». Πῶς ἐσύ νά μήν ἀγαλλιάσῃς εἰς τήν ἡμέραν ταύτην τῆς ἀγαλλιάσεως, ἥτις εἶναι τῶν ἑορτῶν Ἑορτή καί Πανήγυρις τῶν πανηγύρεων κατά τόν θεολόγον Γρηγόριον; Ἔαρ τῆς Ἐκκλησίας μεταξύ τῶν καιρῶν. Ἥλιος μεταξύ τῶν ἀστέρων, χρυσός μεταξύ τῶν μετάλλων καί βασιλίς, μεταξύ ὅλων τῶν ἡμερῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ. Ἤξευρε γάρ ὅτι ἄν δέν χαρῇς πνευματικῶς εἰς ὅλα ταῦτα τά ὑπερφυσικά χαρίσματα τῆς τοῦ Χριστοῦ Ἀναστάσεως, εἶναι κακόν σημάδι διά λόγου σου, πῶς δέν ἀγαπᾷς τόν ἀναστάντα Χριστόν καί ἀκολούθως πῶς δέν εἶσαι ἀληθινός Χριστιανός, ἀλλά ξένος τοῦ Χριστοῦ καί ἀλλότριος, διότι δέν συγχαίρεσαι εἰς τήν χαράν καί δόξαν τοῦ Κυρίου σου.
Διά τοῦτο ἄναψαι ἀδελφέ τήν καρδίαν σου μέ μίαν φλόγα ἀγάπης πρός τόν ἀναστάντα Χριστόν, εὐφραινόμενος εἰς τήν εὐδαιμονίαν καί εἰς τό ἰδικόν του καλόν περισσότερον, παρά ὅπου ἤθελες εὐφρανθῆ ἄν ἦτο ἰδικόν σου. Καί ἐπειδή σήμερον ἔγιναν καινούργια ὅλα τά πάντα, ὡς λέγει ὁ Παῦλος: «τά ἀρχαῖα παρῆλθεν, ἰδού γέγονε καινά τά πάντα» (Β’ Κορ. ε’ 17): καινός ὁ τάφος, καιναί αἱ σινδόνες, καινή ἡ Ἀνάστασις τοῦ Κυρίου. Καινοί οἱ ἀναστάντες Προπάτορες καί Δίκαιοι, καινός ὁ οὐρανός, καινή ἡ γῆ. Ψάλλε καί ἐσύ ἀκολούθως καινά ᾄσματα καθώς σέ προστάζει ὁ Δαβίδ: «ᾄσατε τῷ Κυρίῳ ᾄσμα καινόν». (Ψαλμ. ρμθ’ 1). Καί συλλογίζου καινούργιους λογισμούς. Κάμνε ἔργα καινούργια, ζῆσαι ζωήν καινούργιαν καί ἀξίαν τῆς τοῦ Χριστοῦ καινῆς Ἀναστάσεως. Ἐσύ ὅταν ἐβαπτίσθης, συναπέθανες καί συνεταφιάσθης μαζί μέ τόν Χριστόν εἰς τήν ἁγίαν κολυμβήθραν καί συνανεστήθης μαζί μέ Αὐτόν καί ὑπεσχέθης νά ζήσῃς μίαν καινούργιαν ζωήν, ὡς λέγει ὁ Παῦλος «συνετάφημεν οὖν αὐτῷ διά τοῦ βαπτίσματος εἰς τόν θάνατον ἵνα ὥς περ ἠγέρθη Χριστός ἐκ νεκρῶν, οὕτω καί ἡμεῖς ἐν καινότητι ζωῆς περιπατήσωμεν» (Ρωμ. στ’ 4). Λοιπόν, ἐντράπου πώς ἕως τώρα παρέβης τήν ὑπόσχεσιν αὐτήν καί ἔζησες μίαν ζωήν παλαιάν καί διεφθαρμένην καί ἀπό τῆς σήμερον καί εἰς τό ἑξῆς ἀποφάσισαι νά ἀνακαινίσῃς τήν πρώτην ἐκείνην ὑπόσχεσιν ὅπου ἔδωκες εἰς τό ἅγιον Βάπτισμα καί νά ζήσῃς μίαν ἄλλην καινούργιαν ζωήν, ὄχι μέ τρυφάς καί ξεφαντώματα καί χορούς καί τραγούδια. Ὄχι μέ φιληδονίας καί φιλοδοξίας, ὄχι μέ φιλαργυρίας καί ἄλλας ἁμαρτίας. Διότι αὐτά εἶναι τῆς φθαρτῆς ζωῆς τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώπου, τόν ὁποῖον ἐκδύθης εἰς τό Βάπτισμα καί ὅποιος ταῦτα ἐργάζεται, ἔχει νά ἀποθάνῃ «εἰ γάρ κατά σάρκα ζῆτε, μέλλετε ἀποθνήσκειν» (Ρωμ. η’ 13). Ἀλλά μέ τήν παρθενίαν καί ἀφθαρσίαν τοῦ σώματος, μέ τήν καθαρότητα καί ἀπάθειαν τῆς ψυχῆς. Μέ τήν πνευματικήν γνῶσιν καί θεωρίαν τοῦ νοός καί μέ τάς λοιπάς ζωοποιούς ἀρετάς καί καλά ἔργα, τά ὁποῖα εἶναι τῆς νέας ζωῆς τοῦ καινοῦ ἀνθρώπου καί τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ, ὁ Ὁποῖος ἀφ᾽ οὗ ἀνέστη, ἔζησε μίαν νέαν ζωήν, ἐλευθέραν ἕως καί ἀπό τά ἀδιάβλητα πάθη τῆς φύσεως, πεῖναν δηλ. καί δίψαν καί ψύχραν καί τά λοιπά.
Ἔτσι καί ἐσύ ὡς συναναστηθείς τῷ Χριστῷ διά τῆς πίστεως, χρεωστεῖς νά ζήσῃς ἐλεύθερος κᾂν ἀπό τά διαβεβλημένα πάθη καί ἁμαρτίας καί νά φυλάττῃς καθαράν αὐτήν τήν νέαν ζωήν ὅπου σοῦ ἐχάρισεν ὁ Χριστός καί μή σέ πλανήσῃ ὁ διάβολος λέγωντάς σου εἰς αὐτάς τάς ἁγίας ἡμέρας: τώρα εἶναι Ἀνάστασις καί λαμπρά καί τρῶγε, πίνε, εὐφραίνου, ξεφάντωνε. Διότι λέγει ὁ θεῖος Χρυσόστομος, ὅτι ἄν καί ὁ καιρός τῆς νηστείας ἐπέρασεν, ἀλλ᾽ ὁ καιρός τῆς ἐγκρατείας εἶναι πάντοτε μέ ἡμᾶς καί μάλιστα, διότι ἡ ἁγία Πεντηκοστή εἶναι ὀπίσω καί μᾶς προσμένει καί πρέπει νά καθαριζώμεθα εἰς τάς ἡμέρας ταύτας, διά νά λάβωμεν εἰς τήν ψυχήν μας τόν ἐρχομόν καί τήν Χάριν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καθώς καί ἡ Ἐκκλησία οὕτω ψάλλει: «νέαν καί καινήν πολιτείαν παρά Χριστοῦ μεμαθηκότες, ταύτην μέχρι τέλους φυλάττειν, διαφερόντως πάντως σπουδάσωμεν, ὅπως Ἁγίου Πνεύματος τήν παρουσίαν ἀπολαύωμεν.» Ὅθεν εἶπε καί ὁ μέγας Βασίλειος «πῶς ἡμᾶς ἡ Πεντηκοστή ὑποδέξεται, οὕτω τοῦ Πάσχα καθιβρυσθέντος, ἡ Πεντηκοστή τοῦ Πνεύματος ἔσχε τοῦ ἁγίου τήν ἐναγῆ καί πᾶσι γνωρίμην ἐπιδημίαν.σύ δέ προλαβών σεαυτόν, οἰκητήριον τοῦ ἀντικειμένου ἐποίησας Πνεύματος, ἐγένου ναός εἰδώλων, ἀντί τοῦ γενέσθαι ναός Θεοῦ διά τῆς ἐνοικήσεως τοῦ Πνεύματος τοῦ Ἁγίου καί ἐπεσσάσω τήν ἀράν τοῦ προφήτου εἰπόντος ἐκ προσώπου τοῦ Θεοῦ.«ὅτι στρέψω τάς ἑορτάς αὐτῶν εἰς πένθος» (Ἀμώς στ’ 16)» (Ἐν τῷ τέλει τοῦ «Κατά μεθυόντων» λόγου).
Εὐχαρίστησε τόν Κύριον διά τά χαρίσματα ὅπου σοῦ ἐχάρισε διά μέσου τῆς Ἀναστάσεώς Του καί μάλιστα διότι σέ ἔκαμε μέ τήν Ἀνάστασίν Του καινούργιον ἀντί παλαιοῦ «εἴ τις ἐν Χριστῷ καινή κτίσις» (Β’ Κορ. ε’ 17). Καί ἐπειδή κατά τούς νηπτικούς καί θεοσόφους Πατέρας, τρεῖς εἶναι αἱ ἀναστάσεις ὅπου ἐνεργοῦνται μυστικῶς καί ἠθικῶς εἰς τόν ἄνθρωπον, ἡ μία τοῦ σώματος, ἡ ἄλλη τῆς ψυχῆς καί ἄλλη τοῦ νοός4. Ἡ μία τῆς ἀρετῆς ἥτις κατορθοῦται διά τῆς πρακτικῆς φιλοσοφίας, ἡ ἄλλη τοῦ λόγου, ἥτις κατορθοῦται διά τῆς τῶν ὄντων θεωρίας καί πνευματικῆς γνώσεως καί ἄλλη τῆς ὑπέρ λόγον σιγῆς, ἥτις κατορθοῦται διά τῆς ἁρπαγῆς πρός Θεόν. Παρακάλεσαι τόν σήμερον ἀναστάντα Κύριον νά ἐνεργήσῃ εἰς τόν ἑαυτόν σου διά τῆς Χάριτός Του αὐτάς τάς τρεῖς ἀναστάσεις καί νά ζωοποιήσῃ τό σῶμά σου ὅπου ἐνεκρώθη ἀπό τήν ἐμπάθειαν, τήν ψυχήν σου ὅπου ἐνεκρώθη ἀπό τήν ἡδυπάθειαν, καί τόν νοῦν σου τόν νεκρωθέντα ἀπό τήν προσπάθειαν. Καί οὕτω ζωοποιήσας αὐτά τά τρία μέρη διά τῆς ἀπαθείας, νά σέ ἀξιώσῃ νά ἀναστηθῇς ἀπό ἐδῶ μαζί μέ Αὐτόν, ὄχι διά ψιλῆς πίστεως, ἀλλά διά πείρας καί νοερᾶς αἰσθήσεως, ὥστε νά λέγῃς κατά ἀλήθειαν καί ὄχι μέ λόγον μόνον τό : «Ἀνάστασιν Χριστοῦ θεασάμενοι, προσκυνήσωμεν ἅγιον Κύριον». Καί νά βασιλεύῃ καί νά ζῇ ὁ Χριστός μόνος εἰς ἐσένα καί ἐσύ ἀντιστρόφως νά βασιλεύεσαι καί νά ζῇς εἰς μόνον τόν Χριστόν, κατά τήν παραγγελίαν ὅπου σοῦ δίδει ὁ Ἀπόστολος: «ἵνα οἱ ζῶντες μηκέτι ἑαυτοῖς ζῶσιν, ἀλλά τῷ ὑπέρ αὐτῶν ἀποθανόντι καί ἐγερθέντι» (Β’ Κορ. ε’ 15).
Συλλογίσου ἀγαπητέ, ὅτι ἔχομεν χρέος δεύτερον νά συγχαρῶμεν μέ τήν Παναγίαν Παρθένον, ἥτις ὅταν εἶδε τόν θεῖον Υἱόν Της ὅπου ἀνέστη, ἐγέμισε παρευθύς ἀπό τόσην μεγάλην χαράν ὅση ἦτο μεγάλη καί ἡ περασμένη θλίψις ὅπου ἐδοκίμασεν εἰς τά Πάθη Του. Οἱ πόνοι Αὐτῆς καί αἱ θλίψεις μετροῦνται ἀπό τήν γνῶσιν ὅπου εἶχε τῆς ἀπείρου ἀξιότητος τοῦ ἐνσαρκωμένου Λόγου, καί ἀπό τήν ἀγάπην ὅπου εἶχεν εἰς Αὐτόν, ὄχι μόνον ὡς Θεόν ὁμοῦ, καί ὡς γέννημα τῶν σπλάγχνων Της, ἀλλά καί ὡς Μονογενῆ Αὐτῆς Υἱόν καί ὡς μόνη οὖσα Μήτηρ Αὐτοῦ χωρίς πατρός, τά ὁποῖα ὅλα δέν ἄφιναν τήν ἀγάπην Της νά μοιρασθῇ εἰς ἄλλα πράγματα, ἀλλά τήν ἐπολλαπλασίαζαν εἰς μόνον τόν γλυκύν Της Υἱόν. Ὅθεν ἐπειδή καί Τόν ἐγνώριζε περισσότερον, Τόν ἠγάπα καί περισσότερον, παρά ὅπου Τόν ἐγνώριζαν καί Τόν ἠγάπων ὅλοι οἱ ἄγγελοι εἰς τόν οὐρανόν, λοιπόν ἀκόλουθον εἶναι νά εἰποῦμεν, ὅτι ἡ Παναγία Παρθένος ἔπαθεν εἰς τό Πάθος τοῦ Υἱοῦ Της περισσότερον ἀπό ἐκεῖνο ὅπου ἔπαθαν ὅλα ὁμοῦ τά κτίσματα. Καί ὅτι ἡ λύπη Της δέν εὑρίσκει ἄλλην παρόμοιαν διά νά συγκριθῇ πάρεξ τήν λύπην ὅπου ἐδοκίμασεν ὁ ἠγαπημένος Της Ἰησοῦς. «Καί σοῦ δέ αὐτῆς τήν ψυχήν διελεύσεται ῥομφαία» (Λουκ. β’ 35). Ἀφ᾽ οὗ ὅμως Αὐτή πρώτη ἐπῆγε κατά τό μεσονύκτιον διά νά θεωρήσῃ τόν τάφον τοῦ Υἱοῦ Της.καί ἀφ᾽ οὗ δι᾽ Αὐτήν καί μόνην ἔγινεν ὁ σεισμός καί Ἀρχάγγελος Γαβριήλ ὁ συνήθης διακονητής καί τροφεύς καί Εὐαγγελιστής Της4 κατέβη ἀπό τούς οὐρανούς καί ἐκύλισε τήν πέτραν ἀπό τήν πόρταν τοῦ τάφου καί ἐκάθητο ἐπάνω εἰς αὐτήν ἀστραπόμορφος καί χιονοειδέστατος: «Ἄγγελος γάρ Κυρίου καταβάς ἐξ οὐρανοῦ, προσελθών ἀπεκύλισε τόν λίθον ἀπό τῆς θύρας καί ἐκάθητο ἐπάνω αὐτοῦ.ἦν δέ ἡ ἰδέα αὐτοῦ ὡς ἀστραπή καί τό ἔνδυμα αὐτοῦ λευκόν ὡσεί χιών». (Ματθ. κη’ 2).Αφ᾽ οὗ λέγω κατέβη ὁ θεῖος Γαβριήλ.ὤ, πῶς μετετράπη εὐθύς εἰς ὑπερβολικήν χαράν ἡ ὑπερβολική Της λύπη! Ὤ πόσον ἠγαλλίασε τό πνεῦμα Της, ὅταν εἶδεν, ὅτι δι᾽ Αὐτήν μόνην ἀνοίχθη ὁ τάφος τοῦ Υἱοῦ Της! (Καθώς γάρ διά τήν Θεοτόκον ἀνοίχθησαν εἰς τούς ἀνθρώπους τά οὐράνια καί τά ἐπίγεια, ἔτσι καί διά τήν Θεοτόκον ἀνοίχθη ὁ ζωοποιός Τάφος τοῦ Κυρίου).ὡς λέγει ὁ μέγας τῆς Θεσσαλονίκης Γρηγόριος: «ἐμοί δέ δοκεῖ καί δι᾽ Αὐτήν πρώτην τόν ζωηφόρον ἐκεῖνον ἀνοιγῆναι τάφον.δι᾽ Αὐτήν γάρ πρώτην καί δι᾽ Αὐτῆς πάντα ἡμῖν ἠνέῳκται, ὅσα ἐπί τοῦ Οὐρανοῦ ἄνω καί ὅσα ἐπί τῆς γῆς κάτω». (Λόγ. εἰς τήν Κυριακήν τῶν Μυροφόρων).
Καί ὅταν Αὐτή πρώτη ἐθεώρησε τήν Ἀνάστασιν τοῦ Υἱοῦ Της! Ὤ πόσον εὐφράνθη, ὅταν πλησιάζουσα εἰς τόν ἀγαπητόν Της Ἰησοῦν ἐπίασε μέ ἄκραν εὐλάβειαν καί ἀγάπην τούς ἁγίους Του πόδας καί τούς ἐπροσκύνησε! Καί ὅταν εἶδε γεμάτα ἀπο θεῖον φῶς καί ἀπό τῆς Ἀναστάσεως τά μέλη τοῦ γλυκυτάτου Της Υἱοῦ, τά ὁποῖα πρό ὀλίγου ἦσαν ὅλα καταξεσχισμένα.ὅλα ἄτιμα καί ἀνίδεα! Μάλιστα δέ ἐξαιρέτως πόσον ἐχάρη, ὅταν ἤκουσεν ἀπό τό θεῖον στόμα τοῦ Υἱοῦ Της τόν χαροποιόν ἐκεῖνον λόγον ὅπου Τῆς εἶπε τό, «χαῖρε». Μολονότι καί ὁ Εὐαγγελιστής Ματθαῖος ἀναφέρει, ὅτι ἦτο μαζί Της καί ἡ Μαγδαληνή Μαρία καί ἐπίασε καί αὐτή τούς πόδας τοῦ Κυρίου καί τό «χαῖρε» καί αὐτή ἤκουσε, μέ σκοπόν διά νά μή ἀμφιβάλλεται ἡ Ἀνάστασις τοῦ Κυρίου μαρτυρουμένη ἀπό μόνην τήν θείαν Μητέρα Του διά τήν φυσικήν οἰκειότητα, ὡς ὁ Θεσσαλονίκης Γρηγόριος (μετά Ξανθοπούλου ἐν τῷ συναξαρίῳ τοῦ Πάσχα) ἀποδεικνύει τοῦτο ἰσχυρῶς. (Λόγος εἰς τήν Κυριακήν τῶν Μυροφόρων). Καί λοιπόν ποῖος νοῦς ἠμπορεῖ νά καταλάβῃ τί λογῆς τελειότης ἀγάπης καί χαρᾶς ἀπέρασεν ἀναμεταξύ τῆς Θεοτόκου καί τοῦ Χριστοῦ, ἀναμεταξύ μιᾶς τοιαύτης Μητρός καί ἑνός τοιούτου Υἱοῦ;
Ὅθεν ἄν ἡ Θεοτόκος ᾖναι φυσική μέν Μήτηρ τοῦ Χριστοῦ, θετή δέ καί πνευματική μήτηρ ὅλων τῶν Χριστιανῶν καί τοιαύτη μήτηρ, ὥστε ὅπου, καθώς ὁ Χριστός μᾶς παραγγέλλει νά μή καλέσωμεν πατέρα εἰς τήν γῆν, ἐπειδή κυρίως ἕνας εἶναι ὁ Πατήρ μας ὁ ἐπουράνιος «καί πατέρα μή καλέσητε ὑμῶν ἐπί τῆς γῆς.εἷς γάρ ἐστιν ὁ Πατήρ ὑμῶν ὁ ἐν τοῖς Οὐρανοῖς» (Ματθ. κγ’ 9). Ἔτσι ἔχομεν δίκαιον νά εἰποῦμεν, καί ὅτι ἡμεῖς μητέρα ἄλλην κυρίως δέν ἔχομεν, εἰ μή τήν Θεοτόκον6. Ἄν λέγω ἡ Θεοτόκος ᾖναι μήτηρ τῶν Χριστιανῶν, χρεωστεῖς καί σύ ἀδελφέ ὡς Χριστιανός καί υἱός τῆς Παρθένου νά συγχαρῇς εἰς τήν μεγάλην ταύτην χαράν Της. Διότι, ἀνίσως καί εἰς καιρόν τῆς τόσης Της εὐτυχίας, ἐάν δέν ἤθελες συγχαρῆ μέ τήν Παναγίαν, βέβαια ἔχεις νά φανῇς ἀνάξιος τῆς ἀγάπης Της. Καί ἐάν φανῇς ἀνάξιος τῆς ἀγάπης Της, ἔχεις νά φανῇς ἀνάξιος διά νά δεχθῇς ὑπό κάτω εἰς τήν Σκέπην Της, καί ἐάν Αὕτη ἡ κοινή μήτηρ δέν σέ δεχθῇ ὑπό τήν Σκέπην Της ἀλλοίμονον εἰς ἐσέ! ποία ἐλπίς πλέον θέλει μένει διά τήν σωτηρίαν σου; Ἐπειδή Αὐτή εἶναι ἡ μήτηρ τῆς ἐλεημοσύνης καί διά μέσου τῶν χειρῶν Αὐτῆς περνοῦν ὅλαι αἱ τοῦ Θεοῦ χάριτες, τόσον ἐν τῷ οὐρανῷ, ὅσον καί ἐν τῇ γῇ. τόσον εἰς τούς ἀγγέλους, ὅσον καί εἰς τούς ἀνθρώπους. Αὐτή μόνη γάρ μεθόριον γενομένη ἀναμεταξύ τοῦ Θεοῦ καί τῶν κτισμάτων, λαμβάνει ἀπό τήν Τρισήλιον Θεαρχίαν ὅλας τάς ὑπερφυσικάς δωρεάς καί χαρίσματα καί τά μεταδίδει ὡς φιλανθρωποτάτη Βασίλισσα εἰς ὅλας τάς τάξεις τῶν ἀγγέλων καί τῶν ἀνθρώπων, κατά τήν ἀναλογίαν τῆς ἀγάπης ὅπου ἔχουν πρός Αὐτήν, ὥστε Αὐτή μόνη εἶναι καί ὁ ταμιοῦχος ἐν ταυτῷ καί ὁ χορηγός τοῦ πλούτου τῆς Θεότητος καί χωρίς τήν μεσιτείαν αὐτῆς, δέν δύναται νά πλησιάσῃ τινάς εἰς τόν Θεόν, οὔτε ἄγγελος, οὔτε ἄνθρωπος, καθώς περί Αὐτῆς ὑψηγορεῖ ὁ μέγας τῆς Θεσσαλονίκης Γρηγόριος ἐν τῷ α’ λόγῳ τῶν Εἰσοδίων7.
Ὅθεν ἀκολούθως καί αἱ πρεσβεῖαι τῆς Θεοτόκου ἠθέλησεν ὁ Κύριος, νά εἶναι νόμοι ἀπαράβατοι, διά νά γίνεται παρ᾽ Αὐτοῦ ἔλεος καί εὐσπλαγχνία εἰς ἐκείνους, διά τούς ὁποίους πρεσβεύει: «στόμα δέ ἀνοίγει σοφῶς καί νομοθέσμως, ἡ δέ ἐλεημοσύνη αὐτῆς ἀνέστησε τά τέκνα αὐτῆς καί ἐπλούτησαν» (Παροιμ. κθ’ 26). Καί ὁ ἅγιος Γερμανός «οὐδέ γάρ ἐνδέχεταί Σε ποτέ παρακουσθῆναι.ἐπειδή πειθαρχεῖ Σοι κατά πάντα, καί διά πάντα, καί ἐν πᾶσιν ὁ Θεός, ὡς ἀληθινῇ Αὐτοῦ ἀχράντῳ Μητρί» (Λόγ. εἰς τήν Κοίμησιν). Συγχαίρου λοιπόν ἐξ ὅλης σου τῆς καρδίας μέ Αὐτήν τήν Δέσποιναν τοῦ Οὐρανοῦ καί τῆς γῆς, τῆς χαρᾶς τό δοχεῖον ἐπειδή εἰς Αὐτήν πρώτην ἐδόθῃ ἡ χαρά καί πρό τῆς Ἀναστάσεως εἰς τόν Εὐαγγελισμόν Της, καί μετά τήν Ἀνάστασιν σήμερον. Συγχαίρου μέ τήν Θεοτόκον, καθώς τήν συγχαίρεται καί ὅλη ἡ τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία εἰς χίλια μέρη τῶν ᾀσματικῶν τροπαρίων Της ψάλλουσα εἰς Αὐτήν χαρμοσύνως καί πανηγυρικῶς, τώρα μέν «ὁ ἄγγελος ἐβόα τῇ Κεχαριτωμένη, ἁγνή Παρθένε χαῖρε καί πάλιν ἐῤῶ χαῖρε.ὁ Σός Υἱός ἀνέστη τριήμερος ἐκ τάφου», τώρα δέ «Σύ δέ ἁγνή τέρπου Θεοτόκε, ἐν τῇ ἐγέρσει τοῦ τόκου Σου» καί ποτέ μέν «Ἀναστάντα κατιδοῦσα σόν Υἱόν καί Θεόν, χαίροις σύν Ἀποστόλοις, Θεοχαρίτωτε ἁγνή», ποτέ δέ «τήν γάρ ἐν τῷ πάθει σου μητρικῶς πάντων ὑπεραλγήσασαν, ἔδει καί τῇ δόξῃ τῆς σαρκός Σου, ὑπερβαλλούσης ἀπολαῦσαι χαρᾶς». Τί λέγω; Συγχαίρου μέ τήν Θεοτόκον, καθώς τήν συγχαίρεται καί αὐτή ὅλη ἡ ἄλογος καί ἀναίσθητος κτίσις καί χαίρει εἰς τήν Ἀνάστασιν τοῦ Υἱοῦ Της καί Τήν δωροφορεῖ μέ ὅλα τά κάλλιστα καί ἐξαίρετα δῶρα καί χάριτας τοῦ ἔαρος καί τῆς γλυκυτάτης ἀνοίξεως. Καί δέν βλέπεις καί μόνος μέ τούς ὀφθαλμούς σου, πῶς τώρα ὁ οὐρανός εἶναι διαυγέστερος; ὁ κύκλος τῆς Σελήνης εἶναι λαμπρότερος καί ἀργυροειδέστερος, καί ὅλος ὁ χορός τῶν ἀστέρων φαίνεται καθαρώτερος; Δέν βλέπεις πῶς τώρα ἡ γῆ εἶναι στεφανωμένη μέ τά πολυποίκιλά της χορτάρια, μέ τά ἀνοιγμένα διάφορα δένδρα της καί μέ τά ποικιλόχροα καί εὐωδέστατα ἄνθη καί ῥόδα της, τά ὁποῖα ἄλλα μέν εὐγῆκαν τελείως ἀπό τούς κάλυκάς των καί παρρησιάζουν εἰς τούς ὁρῶντας τήν ῥοδόπνοον χάριν τους ἄλλα δέ ἐβγῆκαν ὀλίγον καί ἄλλα ἀκόμη εὑρίσκονται εἰς τούς κάλυκάς των μέσα ὡσάν εἰς νυμφικόν θάλαμον; Δέν ἀκούεις μέ τά αὐτιά σου τήν συμφωνίαν καί ἐναρμόνιον μουσικήν ὅπου τώρα κάμνουν μέ τά γλυκυτάτας φωνάς των ἐπάνω εἰς τά χρυσοπράσινα καί δασύφυλλα δένδρα αἱ ἀηδόνες, αἰ χελιδόνες, αἱ τρυγόνες, οἱ κόσσυφοι, οἱ κόκκυγες, αἱ πέρδικες, αἱ κίσσαι, αἱ φάσσαι, οἱ σπῖνοι καί ὅλα τά λοιπά ὠδικά ὄρνεα καί πουλιά καί πῶς συνερίζονται νά νικήσῃ ἕνα τό ἄλλο μέ τά ποικιλόφθογγα καί γοργογλυκόστρεπτα αὐτῶν κελαδήματα; Καί πῶς κατασκευάζουν τόσον τεχνικά τάς φωλέας των καί τά μέν θηλυκά κάθηνται καί πυρώνουν τά αὐγά μέσα εἰς αὐτάς, τά δέ ἀρσενικά πετοῦν τριγύρω καί κελαδοῦν γλυκύτατα; Δέν βλέπεις πῶς τώρα αἱ βρύσες τρέχουν καθαρώτερα; Πῶς οἱ ποταμοί λυθέντες ἀπό τούς χειμερίους πάγους ῥέουσι πλουσιώτερα καί ποτίζουν ὅπου περνοῦν τῆς γῆς τό πρόσωπον; Πῶς τά περιβόλια εὐωδιάζουν; Πῶς τό χορτάρι κόπτεται; Πῶς τά μικρά καί τρυφερά ἀρνάκια πηδοῦν καί χορεύουν ἐπάνω εἰς τούς χλοηφόρους κάμπους καί τά χωράφια; Δέν βλέπεις πῶς αἱ φιλόπονοι μέλισσαι τώρα εὐγαίνουσαι ἀπό τά κοφφίνιά των βομβοῦσιν ἡδύτατα καί πετοῦν τριγύρω εἰς τούς λειμῶνας καί περιβόλια καί κλέπτουν τά ἄνθη καί πλάττουσι τά κηρία των, βάνουσαι τάς εὐθείας γραμμάς ἀντίθετα εἰς τάς γωνίας διά περισσοτέραν ἀσφάλειαν ἐν ταὐτῷ καί κάλλος τοῦ ἔργου των καί τό γλυκύτατον μέλι κατασκευάζουσι; Δέν βλέπεις πῶς τώρα οἱ ἄνεμοι ἡσυχάζουσι; Πῶς αἱ γλυκεῖαι αὖραι τῶν ζεφύρων πνέουσι; Πῶς ἡ θάλασσα εἶναι γαληνιαία καί ἤρεμος; Πῶς οἱ ναῦται ταξιδεύουν ἄφοβα καί πῶς οἱ δελφῖνες συμπεριπατοῦν ὁμοῦ μέ τά πλοῖα φυσῶντες καί κολυμβῶντες γλυκύτατα καί ξεπροβοδίζουν τούς ναύτας μέ εὐθυμίαν; Δέν βλέπεις πῶς τώρα οἱ γεωργοί, τά βόδια ζεύξαντες τέμνουσι τήν γῆν μέ τό ἄροτρον καί μέ τάς καλάς ἐλπίδας τῶν καρπῶν, ὅλοι εἶναι πασίχαροι; Πῶς οἱ ποιμένες καί βουκόλοι κατασκευάζοντες σύριγγας καί συραύλια μέσα εἰς τά δένδρα περνοῦσι τήν ἄνοιξιν καί πῶς οἱ ἁλιεῖς καί ψαράδες τά δίκτυα καί τούς γρίπους εἰς τήν θάλασσαν ρίπτοντες, τά βγάνουν τώρα γεμάτα ἀπό ψάρια; Δέν βλέπεις πῶς τώρα ὅλα τά ὁρατά κτίσματα, ὅπου καί ἄν γυρίσῃς νά ἰδῇς, εἶναι τερπνά, εἶναι εὐώδη, εἶναι δροσώδη, εἶναι χαριέστατα καί πανευφρόσυνα, εὐχαριστοῦντα τάς πέντε αἰσθήσεις τοῦ σώματος; Καί πῶς φαίνονται ὡσάν νά συνανεστήθησαν μέ τόν Χριστόν καί αὐτά καί νά ἐζωντάνευσαν ἀπό ἐκεῖ ὅπου ἦσαν πρότερον ὡσάν νεκρωμένα καί ἀποθαμένα ἀπό τήν προλαβοῦσαν ψύχραν καί δριμύτητα τοῦ χειμῶνος;8 Καί διά νά εἰπῶ μέ συντομίαν, συγχαίρου μέ τήν Θεοτόκον καί ἐσύ ἀδελφέ, καθώς τήν ἐσυγχάρηκαν καί αἱ θεῖαι μυροφόροι, ἡ Μαγδαληνή Μαρία καί ἡ Σαλώμη καί ἡ Ἰωάννα. Δύνασαι γάρ ἐάν θέλῃς νά γίνῃς καί ἐσύ ὡσάν αὐτάς κατά τήν ψυχήν, καθώς σέ παρακινεῖ ὁ θεολόγος Γρηγόριος εἰς τό Πάσχα λέγων: «κἄν Μαρία τις ἦς, κἄν Σαλώμη, κἄν Ἰωάννα, δάκρυσον ὀρθρία, ἴδε πρώτη τόν λίθον ᾐρμένον, τυχόν δέ καί τούς ἀγγέλους καί Ἰησοῦν αὐτόν», ὅπου ὁ σχολιαστής Νικήτας λέγει: «Μαρία Μαγδαληνή εἶναι κάθε ψυχή πρακτική, καθαρθεῖσα διά λόγου τῶν Εὐαγγελικῶν ἐντολῶν, ὡσάν ἀπό δαιμόνια, ἀπό τήν προσπάθειαν τῆς ἑβδοματικῆς ταύτης ζωῆς. Σαλώμη δέ, εἰρήνη ἑρμηνευομένη, εἶναι ἡ ψυχή ἐκείνη ὅπου νικήσῃ τά πάθη καί ὑποτάξῃ τό σῶμα εἰς τήν ψυχήν καί διά τῆς θεωρίας τῶν πνευματικῶν νοημάτων τήν τῶν ὄντων γνῶσιν περιλαμβάνουσα καί διά τοῦτο εἰρήνην τελείαν ἔχουσα. Ἰωάννα δέ, περιστερά ἑρμηνεύεται καί εἶναι ἡ ψυχή ἐκείνη ἡ ἄκακος καί γονιμωτάτη εἰς τάς ἀρετάς, ἡ ὁποία ἀπέβαλε κάθε πάθος μέ τήν πρᾳότητα καί εἶναι θερμή εἰς τό νά γεννᾷ τά πνευματικά νοήματα μέ γνῶσιν καί διάκρισιν. Ἐάν τοιαύτῃ γίνη ἡ ψυχή σου ἀγαπητέ, πήγαινε ὡσάν τάς μυροφόρους μετά προθυμίας καί σπουδῆς (ὁ γάρ ὄρθρος ταχύτητα καί σπουδήν δηλοῖ) εἰς τόν τάφον, ἤγουν εἰς τό βάθος, ἐν ὧ εἶναι κεκρυμμένος ὁ λόγος τῶν ἐπιγείων καί οὐρανίων καί εἰς τήν ἰδικήν σου καρδίαν9 καί ζήτησαι μέ δάκρυα νοητά καί αἰσθητά νά μάθῃς ἐάν ἀνεστήθη ὁ ἐν σοί λόγος τῆς ἀρετῆς καί τῆς γνώσεως. Καί ἐάν ζητήσῃς μέ τοιοῦτον τρόπον, πρῶτον μέν θέλεις ἰδεῖ νά σηκωθῇ ἀπό τήν καρδίαν σου ὁ λίθος, ἤγουν ἡ πώρωσις τῆς ἀσάφειας τοῦ λόγου, καί ἀφ᾽ οὗ αὐτή σηκωθῇ θέλεις ἰδεῖ τούς ἀγγέλους, ἤγουν τάς κινήσεις τῆς συνειδήσεώς σου νά σοῦ κηρύττουν, ὅτι ἀνέστη ὁ ἐν σοί διά κακίαν νεκρωθείς λόγος τῆς ἀρετῆς καί τῆς γνώσεως, ἐπειδή εἰς τήν ψυχήν τοῦ φαυλοβίου ἀνθρώπου ὁ λόγος δέν ἐνεργεῖ, ἀλλά τρόπον τινά εἶναι νεκρός. Καί εἰς ὅλον τό ὕστερον θέλεις ἰδεῖ καί αὐτόν τόν λόγον νά σοῦ ἐμφανίζεται εἰς τόν νοῦν γυμνός καί χωρίς τύπους καί σύμβολα καί νά γεμίζει τάς νοεράς δυνάμεις τῆς ψυχῆς σου ἀπό χαράν πνευματικήν. Ὅθεν ἀφοῦ τοιουτοτρόπως πληροφορηθῇς τήν τοῦ λόγου ἀνάστασιν διά τῆς πρακτικῆς, συγχαίρου καί μέ τήν ἄλλην Μαρίαν, ἤγουν τήν Μητέρα τοῦ Θεοῦ, ἥτις εἰς τήν θεωρίαν περιλαμβάνεται, ἡ ὁποία ἀφ᾽ οὗ ἐπρόλαβε μίαν φοράν καί εἶδε τήν Ἀνάστασιν τοῦ Υἱοῦ Της, ἐπληροφορήθη καί ἡσύχασε καί πλέον εἰς τόν τάφον δέν ἐπῆγεν, ὡσάν τάς ἄλλας μυροφόρους, ἐπειδή καί ἡ θεωρία προλαμβάνει καί ἁπλῶς νοεῖ, ἡ δέ πρᾶξις ἕπεται καί πείρᾳ λαμβάνει τήν γνῶσιν»11.
Ἡ μεγαλυτέρα δέ χαρά ὅπου ἔχεις νά προξενήσῃς εἰς τήν Θεοτόκον εἶναι ἐάν κάμῃς ἀπόφασιν νά νικᾷς τά πάθη σου εἰς κάθε καιρόν καί νά παρθενεύῃς διά τήν ἀγάπην τῆς Παρθένου. Καί διά νά γίνῃς ἄξιος νά σέ ὑπερασπίζεται καί νά σέ ἔχῃ διά υἱόν Της ἐπιμελήσου νά ὑποτάσσεσαι καί νά δουλεύῃς ὅσον δύνασαι περισσότερον Αὐτήν καί τόν Μονογενῆ Της Υἱόν καί παρακάλεσαί Την νά σέ συναριθμήσῃ μέ τούς εὐλαβητικούς δούλους Της καί νά σέ ἀξιώσῃ νά χαίρεσαι μέ Αὐτήν αἰωνίως εἰς τόν οὐρανόν, ψάλλοντας εἰς Αὐτήν ἐκεῖνο τό Δαυιτικόν: «μνησθήσομαι τοῦ ὀνόματός σου ἐν πάσῃ γενεᾷ καί γενεᾷ.διά τοῦτο λαοί ἐξομολογήσονταί σοι εἰς τόν αἰῶνα καί εἰς τόν αἰῶνα τοῦ αἰῶνος» (Ψαλμ. μδ’ 17).
Συλλογίσου ἀγαπητέ, ὅτι πρέπει τρίτον νά συγχαρῶμεν μέ τό σῶμά μας, διότι ὁ ἀναστάς ἐκ τῶν νεκρῶν Κύριος δέν εὐχαριστήθη μόνον μέ τόν τύπον τοῦ θανάτου καί τῆς Ἀναστάσεώς Του ὅπερ ἐστί τό ἅγιον Βάπτισμα. Τούτων γάρ τύπον ἔχει τό θεῖον Βάπτισμα, ὡς λέγει ὁ θεῖος Παῦλος: «εἰ γάρ σύμφυτοι γεγόναμεν τῷ ὁμοιώματι τοῦ θανάτου Αὐτοῦ, ἀλλά καί τῆς ἀναστάσεως ἐσόμεθα» (Ρωμ. στ’ 5), δέν εὐχαριστήθη λέγω μόνον μέ τόν τύπον τῆς Ἀναστάσεώς Του νά συγχωρήσῃ τό προπατορικόν μόνον ἁμάρτημα, νά ἀφήσῃ δέ τήν ποινήν καί τά ἀποτελέσματά του νά ἐνεργοῦν, ἀλλά σήμερον μέ τήν πραγματικήν Του Ἀνάστασιν ἐξαλείφει ἀκόμη καί αὐτήν τήν ποινήν καί τό ἀποτέλεσμα τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος.ὅπερ ἐστίν ὁ θάνατος. «Ἔσχατός φησιν ἐχθρός καταργεῖται ὁ θάνατος» (Α’ Κορ. ιε’). Καί οὕτω μέ τελειότητα σηκώνει ἀπό τό μέσον ὡς νέος Ἀδάμ τήν ἁμαρτίαν μέ ὅλας τάς ρίζας καί κλάδους της καί καρπούς. Διότι μέ τήν δύναμιν τῆς σημερινῆς Ἀναστάσεώς Του χαρίζει εἰς ὅλην τήν φύσιν τῶν ἀνθρώπων τήν ἀνάστασιν τῶν σωμάτων τόσον τῶν πιστευόντων εἰς Αὐτόν, ὅσον καί ἐκείνων ὅπου ἀπιστοῦν. Καί κατά τοῦτο ὑπερβαίνει τό χάρισμα τοῦ νέου Ἀδάμ ἀπό τό ἁμάρτημα τοῦ παλαιοῦ, καθ᾽ ὅτι, ὅσοι μέν ἐμέθεξαν ἀπό τό ἁμάρτημα ἐκείνου, οὗτοι καί ἀπέθανον. Ὅσοι δέ ἐμέθεξαν ἀπό τήν πίστιν τοῦ Χριστοῦ, δέν ἀναστένωνται μόνοι, ἀλλά ἀκόμη καί ὅσοι δέν ἐμέθεξαν ἀπό ταύτην τήν πίστιν, ὡς λέγει ὁ κριτικός Φώτιος ἑρμηνεύων τό ἀποστολικόν ἐκεῖνο, «πλήν οὐχ ὡς τό παράπτωμα, οὕτω καί τό χάρισμα.εἰ γάρ τῷ τοῦ ἑνός παραπτώματι οἱ πολλοί ἀπέθανον, πολλῷ μᾶλλον ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ καί ἡ δωρεά ἐν χάριτι τοῦ ἑνός ἀνθρώπου Ἰησοῦ Χριστοῦ εἰς τούς πολλούς ἐπερίσσευσε» (Ρωμ. ε’ 15).Καί ἡ αἰτία εἶναι διότι, καθώς ὅλην τήν φύσιν τῶν ἀνθρώπων ἀνέλαβεν ὁ Κύριος εἰς τήν θείαν Του ὑπόστασιν, ἔτσι ἀνεκαίνισε ὅλην τήν φύσιν, ἀναστήσας καί τούς ἀπίστους αὐτούς, διότι φυσικῶς ἐν τῷ Ἀδάμ ἥμαρτον καί οὐ προαιρετικῶς. Ἐπειδή ὅμως προαιρετικῶς δέν ἠθέλησαν νά πιστεύσουν εἰς τόν νέον Ἀδάμ, διά τοῦτο καί τά μέλλοντα ἀναστηθῆναι σώματα αὐτῶν θέλουν ἔχει μεγάλην καί ἀσύγκριτον διαφοράν ἀπό τά ἀναστηθησόμενα σώματα τῶν πιστῶν καί ἐναρέτων. Καθ᾽ ὅτι ἐκεῖνα μέν θέλουν εἶναι σκληρά βαρέα, ἄσχημα, ἄτιμα, μαῦρα, σκοτεινά, ψυχρά καί χονδρά καί αὐτά ὅλα τά ἄθλια ἰδιώματα ἔχουν νά αὐξάνουν ἤ νά ὀλιγοστεύουν εἰς αὐτά, κατά τήν ἀναλογίαν τῆς ἀπιστίας αὐτῶν καί κακίας, τά δέ σώματα τῶν πιστῶν καί Ὀρθοδόξων ἔχουν ἐκ τοῦ ἐναντίου νά εἶναι μαλακά, κοῦφα, ὡραῖα, ἔνδοξα, διαφανῆ, φωτεινά, θερμά καί πνευματικά. Καί αὐτά ὅλα τά μακαριστά ἰδιώματα ἔχουν νά αὐξάνουν ἤ νά ὀλιγοστεύουν εἰς αὐτά κατά τήν ἀναλογίαν τῆς πίστεως καί ἀρετῆς αὐτῶν, καθώς γενικῶς περί τούτων τῶν ἰδιωμάτων ἀναφέρει ὁ Ἀπόστολος ἐν τῇ Α’ πρός Κορινθ. κεφ. ιε’ 42 λέγων: «σπείρεται ἐν φθορᾷ, ἐγείρεται ἐν ἀφθαρσίᾳ.σπείρεται ἐν ἀτιμία, ἐγείρεται ἐν δόξῃ. σπείρεται ἐν ἀσθενείᾳ, ἐγείρεται δυνάμει.σπείρεται σῶμα ψυχικόν, ἐγείρεται σῶμα πνευματικόν».Συλλογίσου λοιπόν ἀδελφέ, πόσον μᾶς ἠγάπησεν ὁ Δεσπότης μας Ἰησοῦς Χριστός ὥστε ὅπου χωρίς ἡμᾶς δέν ἠθέλησε νά ᾖναι ἀθάνατος καί μακάριος κατά τήν ψυχήν καί κατά τό σῶμα, ἀλλά ἠθέλησε καί τά ἰδικά μας σώματα νά θριαμβεύσουν κατά τοῦ θανάτου καί νά γυρίσουν πάλιν νά ζοῦν ὁμοῦ μέ Αὐτόν διά παντός, δεδοξασμένα καί μακάρια: «εἰ γάρ πιστεύομεν ὅτι Ἰησοῦς ἀπέθανε καί ἀνέστη, οὕτω καί ὁ Θεός τούς κοιμηθέντας διά τοῦ Ἰησοῦ ἄξει σύν αὐτῷ» (Α’ Θεσσαλ. θ’ 13). Ἐπειδή μέ τό μέσον τοῦ θανάτου καί τῆς Ἀναστάσεώς Του μᾶς ἔκαμεν ἀξίους διά μίαν τοιαύτην ζωήν καί μακαριότητα, γενόμενος ἡμῶν Πατήρ ἀθάνατος καί ἡμεῖς ἀθάνατα τέκνα Του εἰς αἰῶνας αἰώνων, κατά τόν τίτλον ὅπου Τοῦ ἔδωκεν ὁ Προφήτης: «Πατήρ τοῦ μέλλοντος αἰῶνος». (Ἡσ. θ’ 6). Μάλιστα ἠθέλησεν ὄχι μόνον νά ὑπηρετήσῃ εἰς τήν ἀνάστασίν μας ὡς μισθός, ἀλλά καί ὡς ἀρχέτυπον. Ὥστε τό σῶμα μας ὅταν ἀναστηθῇ νά ἔχῃ μεγάλην ἀναλογίαν καί ὁμοιότητα μέ τό μέτρον ἐκείνου τοῦ δεδοξασμένου Του σώματος: «μετασχηματίσει τό σῶμα τῆς ταπεινώσεως ἡμῶν, εἰς τό γενέσθαι αὐτό σύμμορφον τῷ σώματι τῆς δόξης Αὐτοῦ» (Φιλιπ. γ’ 21). Καί καθώς ὁ αἰσθητός ἥλιος ὅταν κτυπήσῃ τάς ἀκτίνας του εἰς ἕνα καθαρόν καθρέπτην, ὁ καθρέπτης ἐκεῖνος γίνεται ἄλλος ἥλιος, ἔτσι καί ὁ νοητός ἥλιος Χριστός ἐν τῇ μελλούσῃ ἀναστάσει κτυπῶντας τάς ἀκτίνας Του εἰς τά ἀναστηθέντα σώματά μας, ἔχει νά τά κάμῃ νά λάμπουν ὡσάν ἄλλοι ἥλιοι ὅμοιοί Του καθώς εἶναι γεγραμμένον: «τότε οἱ δίκαιοι ἐκλάμψουσιν ὡς ὁ ἥλιος ἐν τῇ βασιλείᾳ τοῦ Πατρός αὐτῶν» (Ματθ. ιγ’ 43).
Ὤ θαυμαστά ἐφευρέματα ὅπου εὗρεν ὁ γλυκύτατός μας Ἰησοῦς διά νά μᾶς ἀγαθοποιήσῃ! Ὤ ἀσύγκριτα χαρίσματα ὅπου μᾶς ἐχάρισε διά τῆς Ἀναστάσεώς Του! Καί τί ἄλλο μεγαλύτερον καί θεοπρεπέστερον χάρισμα ἠδύνατο νά χαρίσῃ εἰς ἡμᾶς ὡσάν αὐτό ὅπου μᾶς ἐχάρισεν, ἤγουν τό νά δοξάσῃ μέ τόσην μεγαλοπρέπειαν αἰωνίως ὄχι μόνον τήν ψυχήν ἀλλά καί αὐτό τό σῶμά μας; Ἔστω.ἡ ψυχή εἰς ὅλον τό ὕστερον εἶναι καθαρόν πνεῦμα.εἶναι συγγενές μέ τούς ἀγγέλους καί εἰκών τῆς Θεότητος, ὅθεν δέν φαίνεται τόσον ὑπερβολική ἀγάπη τό νά πάθῃ ὁ Κύριος, διά νά τήν δοξάσῃ αἰώνια. Ἀλλά τί λογῆς ὑπερβολή ἀγάπης εἶναι αὕτη τό νά πάθῃ τόσον ἕνας Υἱός τοῦ Θεοῦ διά νά ἀξιώσῃ μιᾶς αἰωνίου δόξης τό σῶμά μας ὅπου εἶναι μία γῆ καί σποδός; ὅπου εἶναι ἕνα σκεῦος γεμάτον ἀπό δυσωδίαν καί ἀκαθαρσίαν καί μάλιστα ὅπου ἀπεστάτησε τόσαις καί τόσαις φοραῖς ἀπό τό θεῖόν Του θέλημα μέ τάς κακάς του ὀρέξεις; Κατά ἀλήθειαν ἀνίσως καί ἡμεῖς ἠθέλαμεν καταξεσχίσῃ διά τόν Ἰησοῦν Χριστόν μέ χίλια μαρτύρια τό σῶμά μας.ἀνίσως καί ἠθέλαμεν τό καρφώσῃ δι᾽ ἀγάπην Του ἐπάνω εἰς τόν Σταυρόν.ἤ τό ὁλιγώτερον ἀνίσως ἠθέλαμεν τό φυλάξῃ καθαρόν ἀπό κάθε λογῆς ἁμαρτίαν καί μολυσμόν, πάλιν δέν ἦτο ἄξιον τό σῶμά μας νά ἀπολαύσῃ εἰς τόν οὐρανόν ἕνα προνόμιον τόσον ὑψηλόν, ὅπου νά συνδοξασθῇ μέ τό σῶμα τοῦ Λυτρωτοῦ μας «οὐκ ἄξια τά παθήματα τοῦ νῦν καιροῦ πρός τήν μέλλουσαν δόξαν ἀποκαλυφθῆναι εἰς ἡμᾶς» (Ρωμ. η’ 18).Καί τώρα νά ἀπολαύσῃ αὐτό τό ὑψηλόν προνόμιον τοῦτο τό σῶμα, ὕστερα ἀφ᾽ οὗ ὕβρισε τόν Θεόν διά νά θεραπεύσῃ τόν ἑαυτόν του καί ἀφ᾽ οὗ ἐμολύνθη μέ τόσας ἁμαρτίας μόνον διότι ἐκαθαρίσθη μετρίως μέ τήν μετάνοιαν; Τοῦτο ἐκπλήττει κάθε νοῦν. Τοῦτο κάμνει ἄφωνον κάθε γλῶσσαν.
Ὤ μακάριαι λοιπόν ὅπου εἶναι αἱ ἐλπίδες τῶν Χριστιανῶν, μέ τάς ὁποίας προσμένουν βέβαια νά λάβουν τά σώματά των μίαν τοιαύτην ἀνάστασιν καί δόξαν! Αὐταί αἱ ἐλπίδες τῆς ἀναστάσεως κάμνουσι σήμερον νά χαίρωνται οἱ Προπάτορες καί Προφῆται. Ὁ ἀποκτανθείς Ἄβελ, ὁ ἀπιστούμενος Νῶε, ὁ ἐν τοῖς ξένοις ξενωθείς Ἀβραάμ καί Ἰσαάκ καί Ἰακώβ. Ὁ λεπρωθείς Ἰώβ, ὁ διωχθείς Μωσῆς, ὁ διαβληθείς Ἀαρών, ὁ πολεμῶν Ἰησοῦς ὁ τοῦ Ναυῆ, ὁ πεινῶν Δαβίδ, ὁ ἀπογνούς ἑαυτόν Ἠλίας, ὁ περιγελώμενος Ἑλισσαῖος. Ὁ πριονισθείς Ἡσαΐας, ὁ ἐν τῷ λάκκῳ βληθείς Ἱερεμίας. Ὁ ραπισθείς Μιχαίας, ὁ λιθοβολιθείς Ναβουθαί. Αὐταί αἱ ἐλπίδες κάμνουσι νά εὐφραίνωνται οἱ Ἀπόστολοι καί οἱ μάρτυρες Ἰάκωβος καί Παῦλος οἱ ἀποκεφαλισθέντες.Πέτρος καί Ἀνδρέας οἱ σταυρωθέντες.ὁ ποτήριον φαρμάκου πιών11 καί ἐν ζέοντι ἐλαίῳ βληθείς12 Ἰωάννης ὁ Θεολόγος.Ματθαῖος καί Πολύκαρπος οἱ πυρποληθέντες.οἱ Γεώργιοι, οἱ Δημήτριοι, οἱ Εὐστάθιοι καί πάντες οἱ λοιποί. Αὐταί αἱ ἐλπίδες κάμνουσι σήμερον νά ἀγάλλωνται ὅλοι οἱ Ὅσιοι καί Ἀσκηταί, οἱ ὁποῖοι ἐπλανῶντο ἐν ἐρημίαις καί ὄρεσι καί σπηλαίοις, κακουχούμενοι, θλιβόμενοι καί βασανίζοντες τήν σάρκα των μέ διαφόρους κακοπαθείας καί ὅσον περισσότερον ἐβασανίζοντο, τόσον περισσότερον ἐχαίροντο. Διατί; Διά νά λάβουν ἐνδοξοτέραν ἀνάστασιν: «οὐ προσδεξάμενοι τήν ἀπολύτρωσιν, ἵνα κρείττονος ἀναστάσεως τύχωσιν» (Ἑβρ. ια’ 35).
Αὐταί, αὐταί αἱ μακάριαι ἐλπίδες τῆς ἀναστάσεώς σου, πρέπει νά κάμνουν καί ἐσένα ἀδελφέ νά χαίρεσαι εἰς τάς θλίψεις σου, νά πλουτίζῃς εἰς τήν πτωχείαν σου, νά παρηγορῆσαι εἰς τάς ἀσθενείας σου καί νά εὐφραίνεσαι εἰς ὅλας τάς δυστυχίας ὅπου σοῦ ἔρχονται. Διότι ὅσον περισσότερον θλιβῇς καί κακοπαθήσῃς ἐδῶ, τόσον ἐνδοξοτέραν ἀνάστασιν ἔχεις νά λάβῃς: «ἵνα κρείττονος ἀναστάσεως τύχωσιν». Ὅθεν ἄν τυφλωθῇς, χαῖρε ὅτι αὐτά τά μάτια ἔχουν νά λαμπρυνθοῦν περισσότερον καί νά θεωροῦν καθαρώτερον τό φῶς τῆς Τρισηλίου Θεότητος. Ἄν κουλλαθῇς χαῖρε, διότι αὐτά τά χέρια ἔχουν νά ἐκτείνωνται μέ περισσοτέραν παρρησίαν εἰς τόν Θεόν. Ἄν κουτσαθῇς χαῖρε, διότι θέλεις χορεύει καλύτερα εἰς τόν Παράδεισον. Ἄν λεπρωθῇ ὅλον σου τό σῶμα χαῖρε, διότι ἔχει νά ἀναστηθῇ ἐνδοξότερον, λαμπρότερον καί ὡραιότερον. Ἄν μετανοῇς καί κλαίῃς διά τάς ἁμαρτίας σου, χαῖρε, διότι μέ τά δάκρυα αὐτά θέλεις πλυθῇ ἀπό κάθε μολυσμόν καί θέλεις ἀναστηθῇ καθαρώτερος. Καί λοιπόν διατί φρίττεις καί τρομάζεις τόσον πολύ τήν μετάνοιαν; Διατί ἀποφεύγεις τόσον κάθε λογῆς πειρασμόν καί θλίψιν ἀντί νά ἐπιθυμῇς νά ἔλθουν καταπάνω σου ὅλαι αἱ τιμωρίαι διά νά δοκιμασθῇς τώρα εἰς αὐτά, ὡσάν τό χρυσάφι καί νά ἀναστηθῇς λαμπρότερος;
Καί τί νομίζεις; Ἕνας ἀναμάρτητος Ἰησοῦς, ἦτον ἀνάγκη νά πάθη τόσα βάσανα, διά νά ἔμβῃ εἰς τήν δόξαν, ἥτις ἦτο χρεωστουμένη εἰς τό θεῖόν Του σῶμα, διά πολλά αἴτια. «Οὐχί ταῦτα ἔδει παθεῖν τον Χριστόν καί εἰσελθεῖν εἰς τήν δόξαν αὑτοῦ;» (Λουκ. κδ’ 26), καί ἐσύ θέλεις νά μή πάθῃς τίποτε καί νά ἔμβῃς εἰς τήν αὐτήν δόξαν, ἀφ᾽ οὗ ἔγινες ἀνάξιος διά αὐτήν τόσαις φοραῖς ὅσαις ἥμαρτες; Ἔβγαλε ἀπό τόν νοῦν σου αὐτήν τήν πλάνην ἀνάμεσα εἰς ὅλον τό πλῆθος τῶν δικαίων, ὅπου ὁ θεολόγος Ἰωάννης εἰς τήν Ἀποκάλυψίν του, κανένας δέν ἠδυνήθη νά ἀπολαύσῃ τόσην εὐδαιμονίαν μέ ἄλλο πάρεξ μέ μίαν μεγάλην θλίψιν: «οὗτοί εἰσιν οἱ ἐρχόμενοι ἐκ τῆς θλίψεως τῆς μεγάλης» (Ἀποκ. θ’ 14), καί ἐσύ θέλεις νά γίνῃ διά λόγου σου μία καινούργια πόρτα εἰς τόν Παράδεισον διά νά περάσῃς ἀκόπως νά χαίρεσαι μέ τήν ψυχήν καί μέ τό κορμί ὅλας τάς τρυφάς τοῦ οὐρανοῦ, ἀφ᾽ οὗ ἐθεράπευσες τάς αἰσθήσεις σου μέ ὅλας τάς τρυφάς τῆς γῆς; Ἀνόητος ὅπου εἶσαι. Ἕνας Παῦλος ἔχαιρε νά συγκοινωνῇ εἰς τά παθήματα τοῦ Χριστοῦ μέ τά βάσανα καί νά συμμορφώνεται μέ τόν θάνατόν Του, διά νά ἀπολαύσῃ τήν μέλλουσαν δόξαν τῆς ἀναστάσεως: «εὑρεθῶ ἐν αὐτῷ ἔχων τήν κοινωνίαν τῶν παθημάτων αὐτοῦ, συμμορφούμενος αὐτοῦ ἐν τῷ θανάτῳ, εἴπως καταντήσω εἰς τήν ἐξανάστασιν τῶν νεκρῶν» (Φιλιππ. γ’ 10), καί ἐσύ θέλεις νά ἀπολαύσῃς αὐτήν τήν δόξαν τῆς ἀναστάσεως τρώγωντας καί πίνωντας καί μή θέλωντας νά δοκιμάσῃς καμμίαν θλίψιν καί βάσανον; Πεπλανημένος ὅπου εἶσαι ἀπό τόν κόσμον καί ἀπό τόν διάβολον. Ἤξευρε γάρ, ὅτι καθώς ὁ ἄνθρωπος εἶναι διπλοῦς ἐκ ψυχῆς καί σώματος, ἔτσι καί ἡ ἀνάστασις εἶναι διπλή, πρώτη καί δευτέρα. Ἡ πρώτη εἶναι τῆς ψυχῆς, τήν ὁποίαν ἐνεργεῖ εἰς αὐτήν ἡ Χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐν τῇ παρούσῃ ζωῇ, διά μέσου τῆς ἐργασίας τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ καί τῆς καθάρσεως τῶν ψυχικῶν παθῶν καί τῶν σωματικῶν, περί τῆς ὁποίας ἀναστάσεως γέγραπται ἐν τῇ Ἀποκαλύψει: «Αὕτη ἡ ἀνάστασις ἡ πρώτη» (Ἀποκ. κ’ 5). Ἡ δευτέρα ἀνάστασις εἶναι τοῦ σώματος, ἥτις μέλλει νά γίνῃ ἐν τῇ συντελείᾳ τοῦ κόσμου. Καί ὅποιος ἀξιωθῇ ἀπ᾽ ἐδῶ νά ἀναστηθῇ κατά τήν ψυχήν, οὗτος δέν θέλει δοκιμάσει τόν δεύτερον θάνατον, ὅπου εἶναι ἡ κόλασις, ἀλλά θέλει ἀναστηθῇ μέ τό σῶμα, διά νά ζήσῃ καί νά συμβασιλεύσῃ αἰωνίως μέ τόν Χριστόν, κατά τήν αὐτήν Ἀποκάλυψιν: «μακάριος καί ἅγιος ὁ ἔχων μέρος ἐν τῇ ἀναστάσει τῇ πρώτη.ἐπί τούτων ὁ δεύτερος θάνατος οὐκ ἔχει ἐξουσίαν» (Ἀποκ. κ’ 6).
Ὅποιος δέ ἀπ᾽ ἐδῶ δέν ἀναστηθῇ κατά τήν ψυχήν, αὐτός κινδυνεύει, ὄχι νά δοξασθῇ μέ τήν ἀνάστασιν τοῦ σώματος, ἀλλά νά κολασθῇ μέ τό σῶμα, καί μέ τήν ψυχήν. Λέγει γάρ ὁ μέγας Γρηγόριος, ὁ τῆς Θεσσαλονίκης, ὅτι καθώς ὁ ἀληθινός θάνατος, ἤτοι ἡ ἁμαρτία, ὁ αἴτιος τοῦ πρώτου καί δευτέρου καί προσκαίρου καί παντοτεινοῦ θανάτου τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος ἄρχισε μέσα εἰς τόν τόπον τῆς ζωῆς, ἤτοι εἰς τόν Παράδεισον, ἔτσι καί ἡ ἀληθινή ζωή, ἤτοι ἡ ἀρετή καί ἡ μετά Θεόν ἕνωσις, πρέπει διά νά ἀρχίσῃ ἀπό τόν τόπον τοῦ θανάτου, ἤτοι ἀπό τήν παροῦσαν ζωήν. Καί ὅποιος αὐτήν τήν ζωήν δέν σπουδάσῃ νά ἀποκτήσῃ ἀπ᾽ ἐδῶ, οὗτος ἄς μή ἀπατᾷ τόν ἑαυτόν του μέ ἐλπίδες εὔκεραις, ὅτι θέλει τήν λάβῃ ἐκεῖ: «ὥστε καί ἡ ὄντως ζωή ἡ καί ψυχῇ καί σώματι πρόξενος τῆς ἀθανάτου καί ὄντως ζωῆς, ἐν τῷ τόπῳ τούτῳ τοῦ θανάτου ἕξει τήν ἀρχήν καί ὁ μή σπεύδων κτήσασθαι αὐτήν κατά ψυχήν ἐνταῦθα, μή κεναῖς ἐλπίσιν ἀπατάτω ἑαυτόν, ὡς λήψεται αὐτήν ἐκεῖ» (Λόγος εἰς τήν Ξένην). Ἐντράπου λοιπόν ἀδελφέ, διά τήν ἀγνωσίαν ὅπου εἶχες τούτων τῶν ἀληθειῶν καί διότι ἐνόμισες πώς ἔχεις νά ἀπολαύσῃς τήν μέλλουσαν δόξαν τῆς ἀναστάσεως, χωρίς θλίψεις καί βάσανα. Ὅθεν μή ἀφίσῃς τόν ἑαυτόν σου νά πλανηθῇ πλέον. Κάμε ἀπόφασιν ἀπό τώρα καί ἐμπρός νά παθαίνῃς μέν θεληματικῶς κάθε κόπον ἀρετῆς.νά ὑπομένῃς δέ εὐχαρίστως κάθε ἀκούσιον πειρασμόν, διά τήν ἐλπίδα τῆς μελλούσης ἀναστάσεως ὅπου σέ προσμένει. Καθώς καί ὁ γεωργός διά τήν ἐλπίδα τῶν καρπῶν ὑπομένει κόπους, χιόνας, βροχάς, χειμῶνας καί θέρη καί ὁ πραγματευτής διά τό κέρδος τρέχει ἐπάνω καί κάτω διά ξηρᾶς καί διά θαλάσσης. Καί ὁ στρατιώτης διά τήν ἐλπίδα τῆς νίκης δέν συλλογίζεται τελείως τόν πόλεμον, καί ὁ ἀσθενής διά τήν ἐλπίδα τῆς ὑγείας πίνει μετά χαρᾶς τά πικρά ἰατρικά. Καί ἐπειδή ὁ Κύριος εἶναι ἡ Ἀνάστασις καί ἡ Ζωή: «ἐγώ εἰμι ἡ ἀνάστασις καί ἡ ζωή.ὁ πιστεύων εἰς ἐμέ, κᾄν ἀποθάνῃ ζήσεται» ι(Ἰω. ια’ 25), διά τοῦτο παρακάλεσαί Τον νά ἐντυπώσῃ μέσα εἰς τήν καρδίαν σου τοῦτον τόν λογισμόν: «ἐγώ ἔχω βέβαια νά ἀναστηθῶ καί συνδοξασθῶ, μέ τόν Ἰησοῦν», λοιπόν πρέπει νά ἑτοιμάζωμαι, ἵνα μέ τοῦτον τόν λογισμόν καί τήν ἐλπίδα καθαρίζῃς τάς αἰσθήσεις καί ὅλα τά μέλη σου ἀπό κάθε λογῆς μολυσμόν καί ἁμαρτίαν, καθώς εἶναι γεγραμμένον: «πᾶς ὁ ἔχων τήν ἐλπίδα ταύτην ἐπ᾽ αὐτῷ, ἁγνίζει ἑαυτόν, καθώς ἐκεῖνος ἁγνός ἐστι» (Α’ Ἰω. γ’ 3). Καί οὕτω ποιῶν νά ἑτοιμασθῇς ἀπ᾽ ἐδῶ μέ μίαν ζωήν καθαράν, ἁγίαν καί ἀξίαν διά νά λάβῃς ἐμπράκτως τέτοιαις ἐξαίρεταις ἐπαγγελίαις εἰς τόν καιρόν ἐκεῖνον.ἤγουν διά νά ἀναστηθῇς, ὄχι εἰς ἀνάστασιν κρίσεως, καθώς ἔχουν νά ἀναστηθοῦν οἱ ἁμαρτωλοί, ἀλλά εἰς ἀνάστασιν ζωῆς, καθώς ἔχουν νά ἀναστηθοῦν οἱ δίκαιοι: «καί ἐκπορεύσονται οἱ τά ἀγαθά ποιήσαντες, εἰς ἀνάστασιν ζωῆς, οἱ δέ τά φαῦλα πράξαντες, εἰς ἀνάστασιν κρίσεως».(Ἰω. ε’ 29).