Google

ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

http://pneumatikotita.forumotion.com/

Η ΘΕΜΕΛΙΩΔΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ Ο ΘΕΑΝΡΩΠΟΣ


Η θεμελιώδης αλήθεια της Ορθοδοξίας, ο Θεάνθρωπος


Αρχιμανδρίτη Ιουστίνου Πόποβιτς 1979

Όλες οι αλήθειες της Ορθοδοξίας, πηγάζουν και απολήγουν στην μία αλήθεια, την απεριόριστη και αιώνια. Η αλήθεια αυτή είναι ο Θεάνθρωπος Χριστός. Αν βιώσετε μέχρι τέλους οποιαδήποτε αλήθεια της Ορθοδοξίας, θα ανακαλύψετε υποχρεωτικά ότι η καρδιά της είναι ο Θεάνθρωπος Χριστός. Στη πραγματικότητα, όλες οι αλήθειες της Ορθοδοξίας δεν είναι τίποτε περισσότερο από διαφορετικές παραλλαγές της μίας Αλήθειας: του Θεανθρώπου Χριστού.

Η ορθοδοξία είναι Ορθοδοξία εν τω Θεανθρώπω, εν ουδενί άλλω. Από αυτό και η άλλη ονομασία της Ορθοδοξίας είναι Θεανθρωπότης. Μέσα της, τίποτε δεν συντελείται κατά άνθρωπον και εξ ανθρώπου αλλά τα πάντα προέρχονται από του Θεανθρώπου και συντελούνται κατά Θεάνθρωπον. Αυτό σημαίνει ότι ο άνθρωπος βιώνει και γνωρίζει την θεμελιώδη και αιώνια αλήθεια της ζωής και του κόσμου μόνο διά του Θεανθρώπου, εν τω θεανθρώπω. Και κάτι ακόμα: την πλήρη αλήθεια περί ανθρώπου, περί του σκοπού και του νοήματος της υπάρξεώς του, γνωρίζει ο άνθρωπος αποκλειστικά μέσω του Θεανθρώπου. Εκτός Εκείνου και πέραν Εκείνου δεν υφίσταται πραγματικός άνθρωπος επειδή ο άνθρωπος είναι πραγματικός μόνον διά του Θεανθρώπου και εν τω Θεανθρώπω.

Έξω από Εκείνον, ο άνθρωπος μετατρέπεται σε φάντασμα, σε σκιάχτρο, σε κάτι ανοημάτιστο. Έτσι, στη θέση του ανθρώπου θα βρείτε υπολείμματα ανθρώπου, αποσπάσματα ανθρώπου, τεμάχια ανθρώπου. Ένεκα τούτου και η αληθινή ανθρωπιά βρίσκεται μονάχα στην Θεανθρωπότητα. Δεύτερη δεν υπάρχει κάτω από τον ουρανό.

Γιατί ο Θεάνθρωπος αποτελεί τη θεμελιώδη αλήθεια της Ορθοδοξίας;

Επειδή έλυσε όλα τα ζητήματα που βασανίζουν και κατατρώγουν το ανθρώπινο πνεύμα: το ζήτημα ζωής και θανάτου, το ζήτημα καλού και κακού, το ζήτημα γης και ουρανού, το ζήτημα αληθείας και ψεύδους, το ζήτημα αγάπης και μίσους, το ζήτημα δικαίου και αδικίας. Με ένα λόγο: το ζήτημα Θεού και ανθρώπου.

Γιατί ο Θεάνθρωπος αποτελεί τη θεμελιώδη αλήθεια της Ορθοδοξίας;

Επειδή με την επίγειο ζωή Του, κατέδειξε με τον πιο εναργή τρόπο ότι ο Ίδιος είναι η σαρκωμένη, ενανθρωπήσασα, προσωποποιημένη και αιώνια Αλήθεια, η αιώνια Δικαιοσύνη, η αιώνια Αγάπη, η αιώνια Χαρά, η αιώνια Δύναμις: Παναλήθεια, Πανδικαιοσύνη, Παναγάπη, Παντοχαρά, και Παντοδύναμις. Εκείνος κατέβασε όλες τις θείες τελειότητες από τον ουρανό στη γη. Και όχι μονάχα τις κατέβασε μα και μας δίδαξε και μας έδωσε τη χαριτωμένη δύναμη να τις μεταποιούμε σε δική μας ζωή, σε δικές μας σκέψεις, σε δικά μας αισθήματα, σε δικά μας έργα. Από εδώ πηγάζει και η κλήση η δική μας: να τις σαρκώσουμε μέσα μας και στον κόσμο που μας περιβάλλει.

Παρατηρήστε τους αρίστους των αρίστων στο ανθρώπινο γένος. Σε όλους αυτούς, ο Θεάνθρωπος είναι ό,τι πιο καλό έχουν, ό,τι πιο σημαντικό, ό,τι πιο αιώνιο. Επειδή Εκείνος είναι: η Αγιότης στους αγίους, το Μαρτύριο στους μάρτυρες, η Δικαιοσύνη στους δικαίους, η Αποστολικότης στους αποστόλους, η Αγαθότης στους αγαθούς, το Έλεος στους ελεήμονες, η Αγάπη στους αγαπώντας.

Γιατί ο Θεάνθρωπος είναι όλα και τα πάντα στην Ορθοδοξία;

Επειδή Εκείνος είναι, ως ο Είς εκ της Αγίας Τριάδος, ο σαρκωμένος Υιός του Θεού, ανυπέρβλητος και ως Θεός, και ως Παράκλητος, και ως Σκεπαστής, και ως Διδάσκαλος, και ως Σωτήρας. Ταλανιζόμενος μέσα στην επίγεια τραγωδία ο άνθρωπος, μονάχα σε Εκείνον, στον πανελεήμονα Κύριο Ιησού, βρίσκει: τον Θεό που μπορεί αληθινά να νοηματοδοτήσει το πάθος, τον Παράκλητο που μπορεί αληθινά να παρηγορήσει σε κάθε συμφορά και θλίψη, τον Προστάτη που μπορεί αληθινά να προστατέψει από κάθε κακό, τον Σωτήρα που μπορεί αληθινά να σώσει από το θάνατο και την αμαρτία, τον Διδάσκαλο που μπορεί αληθινά να διδάξει την αιώνια Αλήθεια και Δικαιοσύνη.

Ο Θεάνθρωπος είναι μέσα στην Ορθοδοξία το όλον και τα πάντα επειδή έχει δώσει ανυπέρβλητο μεγαλείο στον άνθρωπο: τον ανύψωσε μέχρι του Θεού, τον έκανε Θεόν κατά Χάριν. Και το έπραξε αυτό, όχι με το να υποτιμήσει τον άνθρωπο υπέρ του Θεού αλλά με το να πληρώσει τον άνθρωπο με κάθε τελειότητα. Ο Θεάνθρωπος εδόξασε τον άνθρωπο όσο κανένας άλλος: του χάρισε την αιώνιο ζωή, την αιώνιο Αλήθεια, την αιώνιο Αγάπη, την αιώνιο Δικαιοσύνη, την αιώνιο Χαρά, το αιώνιο Αγαθό, την αιώνιο Μακαριότητα. Ο άνθρωπος απέκτησε διά του Θεανθρώπου το θείο μεγαλείο.

Ενώ ο Θεάνθρωπος είναι η θεμελιώδης αλήθεια της Ορθοδοξίας, η βασική αλήθεια κάθε αλλοδοξίας είναι ο άνθρωπος η τα θραύσματα της υπάρξεώς του, η διάνοια, η θέληση, οι αισθήσεις, η ψυχή, το σώμα, η τεχνολογία. Πουθενά στην αλλοδοξία δεν υπάρχει ακέραιος άνθρωπος, είναι ολόκληρος κατακερματισμένος σε άτομα, σε μόρια. Και όλο αυτό προς δόξαν του ανθρωπίνου μεγαλείου.

Όμως, όσο ανόητη είναι η ρήση: «η τέχνη για την τέχνη» άλλο τόσο ανόητη είναι και η ρήση: «ο άνθρωπος για τον άνθρωπο». Αυτή η οδός οδηγεί στο πιο ποταπό πανδαιμόνιο όπου το ύψιστο είδωλο είναι ο ίδιος ο άνθρωπος. Και δεν υπάρχει πιο ποταπό είδωλο από αυτόν.
Αφετηριακή αλήθεια για την Ορθοδοξία είναι η εξής: δεν είναι ο άνθρωπος για τον άνθρωπο αλλά για τον Θεό, η ακόμα πληρέστερα: για τον Θεάνθρωπο. Γι' αυτό και εμείς, στο όνομα του ανθρώπου, είμαστε υπέρ του Θεανθρώπου. Δι' Εκείνου αποκλειστικώς, είναι δυνατός ο λογικός χαρακτήρας του ανθρώπου, είναι δυνατή η νοηματοδότηση της ανθρωπίνης υπάρξεως. Μέσω αυτής της αλήθειας αποκτώνται όλα τα μυστήρια του ουρανού και της γης, όλες οι αξίες όλων των κόσμων τις οποίες μπορεί να φανταστεί ο άνθρωπος, όλες τις χαρές όλων των τελειοτήτων τις οποίες ο άνθρωπος μπορεί να επιτύχει. Έμμεσα η άμεσα στην Ορθοδοξία ο Θεάνθρωπος είναι το πάν και άρα εν Αυτώ και ο άνθρωπος, ενώ στην αλλοδοξία μονάχα ο γυμνός άνθρωπος.

Στην ουσία, Ορθοδοξία δεν είναι τίποτε περισσότερο παρά το θαυμαστό Πρόσωπο του Θεανθρώπου Χριστού, παρατεινόμενο σε όλους τους αιώνες, παρατεινόμενο ως η Εκκλησία. Η Ορθοδοξία έχει τη σφραγίδα και το σημείο της δια του οποίου καθίσταται γνωστή Πρόκειται για το φωτεινό Πρόσωπο του Θεανθρώπου Ιησού. Κάθε τι το οποίο δεν φέρει τούτο το Πρόσωπο, δεν είναι ορθόδοξο. Κάθε τι το οποίο δεν έχει την θεανθρώπινη Δικαιοσύνη, την Αλήθεια, την Αγάπη, την Αιωνιότητα δεν είναι ορθόδοξο.

Κάθε τι το οποίο επιδιώκει να πραγματώσει σε τούτο το κόσμο το Ευαγγέλιο του Θεανθρώπου με τις μεθόδους του κόσμου τούτου και τις μεθοδείες του βασιλείου του κόσμου τούτου, δεν είναι ορθόδοξο αλλά υποδηλώνει υποδούλωση στον τρίτο πειρασμό του πονηρού.

Το να είσαι ορθόδοξος θα πεί: να έχεις μόνιμα τον Θεάνθρωπο στην ψυχή σου, να ζείς εν Εκείνω να σκέφτεσαι εν Εκείνω, να αισθάνεσαι εν Εκείνω, να ενεργείς εν Εκείνω. Με άλλα λόγια: το να είσαι ορθόδοξος σημαίνει να είσαι Χριστοφόρος και Πνευματοφόρος. Αυτό το πετυχαίνει ο άνθρωπος όταν εν τω σώματι του Χριστού - εν τη Εκκλησία, γεμίσει όλο του το είναι από τη κορυφή μέχρι τον πυθμένα, με τον Θεάνθρωπο Χριστό. Γ' αυτό και ο ορθόδοξος άνθρωπος είναι κρυμμένος με τον Χριστό εν τω Θεώ.

Ο Θεάνθρωπος είναι ο άξονας όλων των κόσμων: Από τον κόσμο των ατόμων μέχρι τον κόσμο των Χερουβείμ. Αν από τούτον τον άξονα αποκοπεί οποιοδήποτε όν, σφραγίζεται με τη φρίκη, τον πόνο και τα πάθη. Αποκόπηκε ο Εωσφόρος και κατέληξε να γίνει Σατανάς. Αποκόπηκαν οι άγγελοι και κατέληξαν δαίμονες. Αποκόπηκε εν πολλοίς και ο άνθρωπος και κατέληξε απάνθρωπος. Μόλις οποιοδήποτε κτίσμα αποκοπεί από τον άξονα αυτό, κρημνίζεται αναπόφευκτα στο χάος και τη θλίψη. Και όταν ένας λαός στο σύνολό του απαρνηθεί τον Θεάνθρωπο, τότε η ιστορία του μετατρέπεται σε ταξίδι μέσα από την κόλαση και τα δεινά της.

Ο Θεάνθρωπος είναι, όχι μονάχα η θεμελιώδης αλήθεια της Ορθοδοξίας μα και η παντοδυναμία της αφού μόνον Εκείνος σώζει τον άνθρωπο από το θάνατο, την αμαρτία και τον διάβολο. Αυτό είναι κάτι που ποτέ δεν μπόρεσε, δεν μπορεί και ούτε θα το μπορέσει ο άνθρωπος, οποιοσδήποτε άνθρωπος μα ούτε και η ανθρωπότητα ως σύνολο. Η ήττα είναι πάντοτε το τέλος του ανθρωπίνου αγώνα με το θάνατο, την αμαρτία και τον διάβολο, εφόσον τη μάχη αυτή δεν τη διεξάγει ο Θεάνθρωπος. Μόνο δια του Θεανθρώπου Χριστού νικά ο άνθρωπος και το θάνατο και την αμαρτία και το διάβολο. Από αυτό πηγάζει και το νόημα του ανθρώπου: να πλημμυρίσει από Θεάνθρωπο μέσα στο σώμα Του - στην Ορθόδοξη Εκκλησία - να μεταμορφωθεί εν Αυτώ δια της χαριτωμένης ασκήσεως, να γίνει παντοδύναμος.

Όσο θα προχωρά με το σώμα δια της προσευχής μέσα στη θλιβερή μυρμηγκοφωλιά της γης, με τη ψυχή του θα κατοικεί άνω, εκεί που ο Χριστός κάθεται στα δεξιά του Θεού. Επειδή η ζωή του είναι μόνιμα σταυρωμένη με την προσευχή μεταξύ ουρανού και γης σαν το ουράνιο τόξο που ενώνει την κορυφή του ουρανού με τα βάθη της γης. Δι' Αυτού πρέπει με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος να αθανατοποιηθούμε, να θεωθούμε, να θεανθρωποποιηθούμε. Αυτό είναι το νόημα, το πραγματικό νόημα ολοκλήρου του ανθρωπίνου γένους. Αυτό είναι και η χαρά, η μόνη χαρά σε τούτο τον κόσμο της αμέτρητης θλίψεως και της φαρμακερής πίκρας. Η Ορθοδοξία, είναι Ορθοδοξία δια του Θεανθρώπου. Και εμείς οι ορθόδοξοι, ομολογώντας τον Θεάνθρωπο, έμμεσα ομολογούμε το χριστοειδές του ανθρώπου, την θεία του καταγωγή, την θεία του ανωτερότητα και ταυτόχρονα την θεία αξία και το ανυπέρβλητον του ανθρωπίνου προσώπου. Στην ουσία, ο αγώνας για τον Θεάνθρωπο είναι αγώνας για τον άνθρωπο. Όχι οι ουμανιστές, αλλά οι άνθρωποι της ορθοδόξου θεανθρωπίνης πίστεως και ζωής είναι αυτοί που αγωνίζονται για τον αληθινό άνθρωπο, εκείνον τον θεοειδή και χριστοειδή.

Εκδόσεις "Ορθόδοξος Κυψέλη"

Η πνευματική αντιμετώπιση της ασθένειας (Ιερομόναχος Γρηγόριος, Ιερόν Κουτλουμουσιανόν Κελλίον Άγ. Ιωάννης ο Θεολόγος, Καρυές Άγιον Όρος)

Η πνευματική αντιμετώπιση της ασθένειας (Ιερομόναχος Γρηγόριος, Ιερόν Κουτλουμουσιανόν Κελλίον Άγ. Ιωάννης ο Θεολόγος, Καρυές Άγιον Όρος)

Η προϋπόθεση για να ωφεληθεί ο άνθρωπος από την δοκιμασία της αρρώστιας του είναι να την αντιμετωπίσει πνευματικά. Τότε ευχαριστεί τον Θεό, ο οποίος σαν καλός πατέρας τον αξίωσε της παιδείας Του, ενθυμούμενος τον προφητικό λόγο: Ον αγαπά Κύριος παιδεύει, μαστιγοί δε πάντα υιόν ον παραδέχεται. Ενθυμείται ακόμη τον λόγο του Αποστόλου «Τις εστιν υιός ον ου παιδεύει πατήρ», και αφήνεται στην πρόνοια του Θεού, του μοναδικού Ιατρού της ψυχής και του σώματος. Ας δούμε αναλυτικότερα ποια είναι η πνευματική αντιμετώπιση της ασθενείας.

α. Με προσευχή

Ο πιστός χριστιανός ασκεί σε όλη του την ζωή το έργο της προσευχής. Πολύ περισσότερο όμως αισθάνεται την ανάγκη να καταφύγει με την προσευχή στον Θεό, κατά την περίοδο της ασθενείας του. Εν ημέρα θλίψεώς μου τον Θεόν εξεζήτησα, λέγει και ο προφήτης Δαυΐδ.
Αναφέρεται στο Γεροντικό για κάποιον άρρωστο μοναχό που ζήτησε την προσευχή του αγίου Βαρσανουφίου για να θεραπευθεί. Κι εκείνος του απάντησε: «Αδελφέ, γιατί φωνάζεις; Γιατί στέλνεις μακριά δεήσεις, ενώ έχεις πολύ κοντά σου τον Ιησού να στέκει και να ποθεί να Τον καλέσεις σε βοήθεια σου; Φώναξε Του: "Κύριε, Ιησού ελέησε με!", και θα σου αποκριθεί. Άγγιξε την άκρη του ιματίου Του και θα σου θεραπεύσει, όχι μόνο την μία, την σωματική αρρώστια, άλλα όλες σου τις αρρώστιες... Μην θλίβεσαι, είναι κοντά το έλεος του Θεού».
Η προσευχή, έστω και αν δεν έχει σαν αποτέλεσμα την άμεση θεραπεία, πολύ ωφελεί τον άρρωστο. Τον ενισχύει πνευματικά και τον δυναμώνει στην πίστη. Τον ανανεώνει ολόκληρο και τον βοηθά να αντιμετωπίσει σωστά την αρρώστια του και να ωφελείται από αυτήν.
Είναι σημαντικό βέβαια να τονίσουμε ότι ο πιστός θα πρέπει από υγιής να ασκηθεί και να αγαπήσει την προσευχή. «Πριν αρρωστήσεις αναζήτησε τον θεραπευτή», μας προτρέπουν οι Άγιοι. Διότι όταν η αρρώστια συνοδεύεται από αβάσταχτο πόνο, είναι πολύ δύσκολο ο νους, και ειδικά ο αγύμναστος, να συγκεντρωθεί και να υψωθεί προς τον Θεό. Ο πόνος του σώματος αναγκάζει τον νου να προσηλωθεί στο σημείο του πόνου.
Ρώτησαν τον γέροντα Παΐσιο πώς αντιμετωπίζει κανείς έναν ανυπόφορο πόνο, κι εκείνος απάντησε: «Αν (ο άρρωστος) είναι κοσμικός, με το τραγούδι, αν είναι πνευματικός άνθρωπος, με την ψαλμωδία». Και συνέχισε ό Γέροντας: «Μια μέρα κρύωσα και είχα έναν πονοκέφαλο, που πήγαινε να σπάσει το κεφάλι μου. Άρχισα λοιπόν μια πολύ ωραία ψαλμωδία, και μου έφυγε ο πονοκέφαλος. Πραγματικά η ψαλμωδία μαζί με την ευχή πολύ βοηθάει σ’ αυτές τις περιπτώσεις, απαλαίνει την ψυχή, την γλυκαίνει».

β. Με υπομονή και ευχαριστία

Η προσευχή μας βοηθά να αντιμετωπίσουμε σωστά την ασθένεια μας. Και η σωστή και πνευματική αντιμετώπιση της ασθενείας βρίσκεται στην υπομονή και την ευχαριστία. Οι άγιοι Πατέρες παρομοιάζουν την αρρώστια με φωτιά που δοκιμάζει το μέταλλο του αρρώστου, και γι’ αυτό καλούν τον πιστό να δείξει μεγαλοψυχία και να ευχαριστεί τον Θεό. Ώστε, «αν μεν είναι σίδηρος, δηλαδή αμαρτωλός, θα αποβάλει την σκουριά με την φωτιά της ασθενείας. Και αν είναι χρυσάφι, μένει καθαρός και λαμπρός δια της υπομονής, της ανδρείας, της ταπεινώσεως και ελπίδος» που δείχνει. «Αν υπομένεις την ασθένεια με ευχαριστία, εκείνη γίνεται για σένα αφορμή στεφάνων», μας λένε οι Άγιοι.
Ο ιερός Χρυσόστομος μας βοηθά να τοποθετηθούμε σωστά απέναντι στην δοκιμασία της ασθενείας, στην ιατρική αυτή του Θεού: «Ας μην δυσανασχετούμε, ούτε να δειλιάζουμε όταν μας συμβεί κάτι απροσδόκητο, αλλά ας αφήνουμε Αυτόν που τα γνωρίζει καλά αυτά, να δοκιμάζει στην φωτιά την ψυχή μας, όσο καιρό θέλει. Διότι αυτό το κάμνει για το συμφέρον και την ωφέλεια των δοκιμαζόμενων... Ένας γιατρός είναι γιατρός όχι μόνον όταν λούζει και τρέφει τον άρρωστο... αλλά και όταν καυτηριάζει και κόβει... Γνωρίζοντας λοιπόν ότι ο Θεός είναι περισσότερο φιλόστοργος από όλους τους γιατρούς, μην εξετάζεις με περιέργεια, ούτε να ζητάς από Αυτόν λόγο για την θεραπεία».
Γράφει ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος σε άρρωστο φίλο του: «Να φιλοσοφείς την αρρώστια... και να την θεωρείς παιδαγωγία για το συμφέρον σου... Άφησε το σώμα να πάσχει τα δικά του, αφού οπωσδήποτε, ή τώρα ή αργότερα, θα διαλυθεί σύμφωνα με τον φυσικό νόμο. Την ψυχή όμως κράτα την ψηλά, και με τους λογισμούς να βρίσκεσαι μαζί με τον Θεό». Ο ίδιος Άγιος, αναφερόμενος στην δική του περίπτωση, γράφει: «Πονώ στην αρρώστια μου, αλλά χαίρομαι». Η χαρά αυτή είναι η χαρά του Χριστού που γεμίζει την ψυχή του δοκιμαζόμενου πιστού, γι’ αυτό είναι ανεξήγητη για τον άνθρωπο που δεν πιστεύει στον Χριστό.
Όταν ο πιστός βλέπει την ασθένεια του με καλό λογισμό, παίρνει πνευματική δύναμη. Βλέπει π.χ. σε πόσο χειρότερη θέση βρίσκονται άλλοι ασθενείς, και νοιώθει να αλαφρώνει το βάρος της δικής του ασθενείας. Βλέπει με πόση καρτερία αντιμετωπίζουν άλλοι την ασθένεια τους και παραδειγματίζεται. Φέρνει στον νου του τα πάθη του Χριστού και το μέγεθος της θείας αγάπης, και συντρίβεται. Χαρακτηριστική είναι η ευχή του γέροντος Παϊσίου σε ασθενή: «Καλή υπομονή. Εύχομαι ο Χριστός να σου αυξάνει την αγάπη Του, για να ξεχνιέται ο πόνος σου». Για την αντιμετώπιση των ασθενειών έλεγε επιγραμματικά: «Ο πνευματικά υγιής γλεντά την αρρώστια του. Ο άρρωστος (πνευματικά), υποφέρει»!
Οι Άγιοι όχι μόνο χαίρονται στην αρρώστια τους, αλλά, επειδή γνωρίζουν την ωφέλεια που προξενείται από αυτήν, ανησυχούν όταν μένουν πολύ καιρό υγιείς! Διαβάζουμε στο Γεροντικό:
Ήταν ένας Γέροντας που συνεχώς κακοπαθούσε και αρρώσταινε. Κάποτε λοιπόν πέρασε έναν ολόκληρο χρόνο χωρίς να πάθει κακό και γι’ αυτό στενοχωριόταν υπερβολικά και έκλαιγε, λέγοντας:
— Μ’ εγκατέλειψε ο Θεός και δεν μ’ επισκέφθηκε!


(«ΟΙ ΑΣΘΕΝΕΙΕΣ ΚΑΙ Ο ΠΙΣΤΟΣ» ΚΕΦ. Α', Εκδόσεις Δόμος 2005)

Η ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟΣΕΥΧΗ


Η ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟΣΕΥΧΗ

Ἑρμηνεία τοῦ Πάτερ ἡμῶν, ἀπὸ τὶς Κατηχήσεις τοῦ Ἁγίου Ἀμβροσίου, ἐπισκόπου Μεδιολάνων.ΑΛΑΙΑ ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ



Οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι παρεκάλεσαν τὸν Χριστό: «Κύριε, δίδαξον ἡμᾶς προσεύχεσθαι, καθώς Ἰωάννης ἐδίδαξε τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ» (Λουκ. ια΄, 1). Τότε ὁ Κύριος τοὺς παρέδωσε τὴν Κυριακὴ προσευχή (Ματθ. στ΄, 9-13).

Πάτερ ἡμῶν

Ἡ πρώτη λέξι, πόσο εἶναι γλυκειά! Μέχρι τώρα δὲν τολμούσαμε νὰ στρέψωμε τὸ βλέμμα πρὸς τὸν οὐρανό. Χαμηλώναμε τὰ μάτια στὴν γῆ καί, ξαφνικά, δεχθήκαμε τὴν χάρι τοῦ Χριστοῦ κι ὅλα τὰ ἁμαρτήματά μας συγχωρέθηκαν. Ἀπὸ πονηροὶ δοῦλοι, ποὺ ἤμασταν, ἐγίναμε καλοὶ «υἱοί». Μήν ὑπερηφανευώμεθα, ὅμως, γιὰ τὴν δική μας προσπάθεια, ἀλλὰ γιὰ τὴν χάρι τοῦ Χριστοῦ. «Χάριτί ἐστε σεσωσμένοι», λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος (Ἐφεσ. β΄,5). Τὸ νὰ ὁμολογήσωμε τὴν χάρι δὲν εἶναι οἴησι, δὲν εἶναι ἔπαρσι, ἀλλὰ πίστι. Τὸ νὰ διακηρύξωμε αὐτὸ ποὺ ἐλάβαμε δὲν εἶναι ὑπερηφάνεια, ἀλλὰ ἀφοσίωσι· ἂς ὑψώσωμε τὰ μάτια πρὸς τὸν Πατέρα, ποὺ μᾶς ἀναγέννησε μὲ τὸ λουτρὸ τοῦ Βαπτίσματος, πρὸς τὸν Πατέρα, ποὺ μᾶς «ἐξηγόρασε» μὲ τὸν Υἱό Του κι ἂς ποῦμε: «Πάτερ ἡμῶν». Εἶναι αὐτὴ μιὰ καλή, μιὰ ταπεινὴ καύχησι. Σάν ἕνα παιδί, τὸν ὀνομάζομε πατέρα. Ἀλλά, μὴ διεκδικοῦμε κάποιο προνόμιο. Μὲ τὸν εἰδικὸ κι ἀπόλυτο τρόπο δὲν εἶναι Πατέρας παρὰ τοῦ Χριστοῦ μονάχα· γιὰ μᾶς εἶναι ὁ κοινὸς Πατέρας. Γιατὶ μόνο Ἐκεῖνον τὸν ἐγέννησε, ἐνῶ ἐμᾶς μᾶς ἐδημιούργησε. Ἄς λέμε λοιπὸν καὶ μεῖς, κατὰ χάριν, «Πάτερ ἡμῶν», γιὰ νὰ γίνωμε ἄξιοι νὰ εἴμαστε παιδιά Του. Ἄς κάνωμε δική μας τὴν εὔνοια καὶ τὴν τιμή, ποὺ ἐχάρισε στὴν Ἐκκλησία.

Ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς

Τί σημαίνει «ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς»; ἄς ἀκούσωμε τὴν Γραφή, ποὺ λέγει: «Ὑψηλὸς ἐπὶ πάντα τὰ ἔθνη (ὑψηλότερος ἀπὸ ὅλα τὰ ἔθνη), ὁ Κύριος, ἐπὶ τοὺς οὐρανούς ἡ δόξα αὐτοῦ» (Ψαλμ. ριβ΄, 4). Παντοῦ θὰ δοῦμε νὰ γίνεται λόγος ὅτι ὁ Κύριος εἶναι στούς οὐρανούς, γιὰ τοὺς ὁποίους λέγει ὁ ψαλμωδός: «Οἱ οὐρανοὶ διηγοῦνται δόξαν Θεοῦ» (Ψαλμ.ιη΄,2). Ὁ οὐρανὸς εἶναι ἐκεῖ ὁπού ἔχουν σταματήσει οἱ ἁμαρτίες. Ὁ οὐρανὸς εἶναι ἐκεῖ ὁποῦ οἱ παραβάσεις τιμωροῦνται. Ὁ οὐρανὸς εἶναι ἐκεῖ ὁποῦ δὲν ὑπάρχει καμμιὰ πληγὴ θανάτου.

Ἁγιασθήτω τὸ ὄνομά σου

Τί σημαίνει «ἁγιασθήτω;». Σάν νὰ εὐχώμαστε νὰ ἁγιασθῇ Ἐκεῖνος, ποὺ εἶπε: «ἅγιοι ἔσεσθε, ὅτι ἅγιος ἐγὼ Κύριος ὁ Θεὸς ὑμῶν» (Λευϊτ. ιθ΄, 2). Σάν νὰ ἔχη τὴν δύναμι ὁ δικός μας λόγος, νὰ αὐξήση τὴ δική Του ἁγιότητα... Ὄχι, δὲν εἶναι αὐτό. Ζητᾶμε νὰ ἁγιασθῆ ὁ Θεὸς «ἐν ἡμῖν», ἐντός μας. Τὸ ἁγιαστικό του ἔργο νὰ φθάση σὲ μᾶς.

Ἐλθέτω ἡ βασιλεία σου

Ἆρα γε δὲν εἶναι αἰώνια ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ; Ὁ Ἰησοῦς λέγει: «Ἐγὼ εἰς τοῦτο γεγέννημαι καὶ εἰς τοῦτο ἐλήλυθα εἰς τὸν κόσμον» (Ἐγὼ γι᾿ αὐτὸ γεννήθηκα καὶ γι᾿ αὐτὸ ἦλθα στὸν κόσμο, Ἰωάν. ιη΄, 37), καὶ μεῖς λέμε: «ἐλθέτω ἡ βασιλεία σου», σάν νὰ μήν ἔχῃ ἔλθει· ὅμως, τὸ αἴτημα αὐτὸ ἔχει ἕνα διαφορετικὸ νόημα. Ὁ Θεὸς ἔρχεται, ὅταν δεχώμαστε τὴν χάρι Του. Ὁ ἴδιος τὸ βεβαιώνει: «Ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐντὸς ὑμῶν ἐστι» (Λουκ. ιζ΄, 21).

Γενηθήτω τὸ θέλημά σου, ὡς ἐν οὐρανῷ καὶ ἐπὶ τῆς γῆς

Μὲ τὸ Αἶμα τοῦ Χριστοῦ ὅλα εἰρήνευσαν καὶ στὸν οὐρανὸ καὶ στὴν γῆ. Ὁ οὐρανὸς ἁγιάσθηκε, ὁ διάβολος ἐκδιώχθηκε. Βρίσκεται πιὰ ἐκεῖ, ὁποῦ βρίσκεται ὁ ἄνθρωπος, τὸν ὁποῖον ἀπάτησε. «Γενηθήτω τὸ θέλημά σου» σημαίνει νὰ ἔλθῃ εἰρήνη στὴν γῆ, ὅπως ὑπάρχει στὸν οὐρανό.

Τὸν ἄρτον ἡμῶν τὸν ἐπιούσιον δὸς ἡμῖν σήμερον

Προτοῦ ἐκφωνήσει ὁ ἱερέας, κατὰ τὴν Θ. Εὐχαριστία, τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ: «Λάβετε φάγετε... πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες...», αὐτὸ ποὺ προσφέρομε ὀνομάζεται ἄρτος. Μετὰ τὴν ἐκφώνησι δὲν τὸ ὀνομάζομε πιὰ ἄρτο, ἀλλὰ Σῶμα. Γιατί, ὅμως, στὴν Κυριακὴ προσευχή, τὴν ὁποίαν ἀπαγγέλλομε μετὰ τὸν καθαγιασμό, λέμε «τὸν ἄρτον ἡμῶν»; ...Ἀλλά, προσθέτομε «τὸν ἐπιούσιον», δηλαδὴ τὸν ἀπαραίτητο γιὰ τὴν συντήρησι τῆς οὐσίας· τὴν ὑπόστασι τῆς ψυχῆς μας δὲν τὴν ἐνισχύει ὁ ἄρτος ὁ ὑλικός, ποὺ μπαίνει στὸ σῶμα μας, ἀλλ᾿ ὁ ἄρτος ὁ οὐράνιος· τὸν ὀνομάζομε, ὅμως, κι «ἐπιούσιο», ποὺ σημαίνει ἐπίσης «καθημερινό», γιατὶ οἱ ἀρχαῖοι ὀνόμαζαν τὴν «αὔριον»: «ἐπιοῦσαν ἡμέραν». Ἔτσι ἐκφράζομε δύο ἔννοιες μὲ μιὰ λέξι.

Ἐάν, ὅμως, ὁ ἄρτος αὐτὸς εἶναι καὶ καθημερινὸς καὶ ἀπαραίτητος γιὰ τὴν συντήρησι τῆς οὐσίας, γιατὶ περιμένομε νὰ περάση ἕνας ὁλόκληρος χρόνος, γιὰ νὰ μεταλάβωμε; ἄς λάβωμε κάθε ἡμέρα αὐτὸ ποὺ μᾶς χρειάζεται κάθε ἡμέρα. Ἄς ζοῦμε κατὰ τέτοιο τρόπο, ὥστε νὰ εἴμεθα ἄξιοι νὰ μεταλαμβάνωμε κάθε ἡμέρα. Γιατί, ἐκεῖνος ποὺ δὲν εἶναι ἄξιος νὰ τὸν λαμβάνῃ κάθε ἡμέρα, δὲν θὰ εἶναι ἄξιος νὰ τὸν δεχθῇ οὔτε μιὰ φορὰ τὸν χρόνο. Ὁ Ἰὼβ προσέφερε κάθε ἡμέρα θυσία γιὰ τοὺς γιούς του, ἀπὸ φόβο μήπως διέπραξαν κανένα ἁμάρτημα μὲ τὰ λόγια ἤ μὲ τίς ἐνθυμήσεις τῆς καρδιᾶς τους (Ἰώβ α΄, 5). Καὶ μεῖς ἀκοῦμε πώς, κάθε φορὰ ποὺ προσφέρεται ἡ ἀναίμακτος θυσία, ἀναπαριστάνεται ὁ θάνατος καὶ ἡ Ἀνάστασι καὶ ἡ Ἀνάληψι τοῦ Κυρίου, καὶ ξαναδίδεται ἡ συγχώρησι τῶν ἁμαρτιῶν, καὶ δὲν δεχώμεθα τὸν ἄρτο τῆς ζωῆς; Ὅποιος ἔχει μιὰ πληγὴ ζητάει κάποιο φάρμακο. Τὸ νὰ εἴμαστε ὑποταγμένοι στὴν ἁμαρτία εἶναι μιὰ πληγή. Τὸ οὐράνιο φάρμακο εἶναι τὰ ἄχραντα Μυστήρια.

Ἄν μεταλαμβάνωμε κάθε ἡμέρα, τότε ἡ κάθε ἡμέρα εἶναι γιὰ μᾶς μία «σήμερον». Ἐὰν σήμερα ὁ Χριστὸς εἶναι μέσα μας, ἀναγεννάει κι ἀνασταίνει τὴν σημερινή μας ἡμέρα. Μὲ ποιὸν τρόπο; Ὁ Πατήρ ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς λέγει στὸν Ἰησοῦ: «Υἱός μου εἶ σύ, ἐγὼ σήμερον γεγέννηκά σε» (Ψαλμ. β΄, 7). Τὸ «σήμερον» εἶναι ἡ ἡμέρα κατὰ τὴν ὁποίαν ὁ Χριστὸς ἀνασταίνεται. Ὑπάρχει τὸ χθές καὶ τὸ σήμερα· ὅμως, ὁ Ἀπόστολος λέγει: «Ἡ νύξ προέκοψεν, ἡ δὲ ἡμέρα ἤγγικεν» (Ρωμ. ιγ΄, 12). Ἡ νύχτα τῆς «χθές» πέρασε. Ἡ σημερινὴ ἡμέρα ἔφθασε.

Ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν,
ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν

Ποιὸ ἄλλο εἶναι τὸ «ὀφείλημα», τὸ χρέος, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ἁμαρτία; ἄν δὲν δεχώμασταν χρήματα ἀπὸ ἕναν ξένο δανειστή, δὲν θὰ χρωστούσαμε. Ἀκριβῶς γι᾿ αὐτὸν τὸν λόγο μᾶς καταλογίζεται ἁμαρτία.

Εἴχαμε στὴν διάθεσί μας τὸ «χρῆμα» καὶ ὠφείλαμε μ᾿ αὐτὸ νὰ γεννηθοῦμε πλούσιοι. Ἤμασταν πλούσιοι, πλασμένοι «κατ᾿ εἰκόνα καὶ καθ᾿ ὁμοίωσιν Θεοῦ» (Γεν. α΄, 26-27). Ἐχάσαμε αὐτὸ ποὺ κατείχαμε, δηλαδὴ τὴν ταπείνωσι, ὅταν ἀπὸ ὑπερηφάνεια προεβάλαμε διεκδικήσεις. Ἐχάσαμε τὸ χρῆμα μας. Ἐμείναμε γυμνοὶ σὰν τὸν Ἀδάμ. Πήραμε ἀπὸ τὸν διάβολο ἕνα δάνειο, ποὺ δὲν μᾶς ἦταν ἀπαραίτητο. Κι ἔτσι ἐμεῖς, ποὺ ἤμασταν ἐλεύθεροι «ἐν Χριστῷ», ἐγίναμε αἰχμάλωτοι τοῦ διαβόλου. Ὁ ἐχθρὸς κρατοῦσε τὸ γραμμάτιο. Ἀλλ᾿ ὁ Κύριος τὸ κάρφωσε πάνω στὸν Σταυρὸ καὶ τὸ ἔσβησε μὲ τὸ Αἶμα Του (Κολ. β΄, 14-15). Ἐξάλειψε τὸ χρέος καὶ μᾶς ἐλευθέρωσε. Ἑπομένως ἔχει ἰδιαίτερη σημασία αὐτὸ ποὺ λέμε: «Ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν». Ἄς τὸ προσέξωμε: «ἄφες ἡμῖν..., ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν...», (Συγχώρησέ μας..., ὅπως κι ἐμεῖς συγχωροῦμε). Ἄν συγχωροῦμε, τότε κάνομε κάτι ποὺ εἶναι ἀπαραίτητη προϋπόθεσι γιὰ νὰ συγχωρηθοῦμε. Ἄν δὲν συγχωροῦμε, πῶς ζητοῦμε, πῶς ἀπαιτοῦμε ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ μᾶς συγχωρήση;

Καὶ μὴ εἰσενέγκης ἡμᾶς εἰς πειρασμόν,
ἀλλὰ ῥῦσαι ἡμᾶς ἀπὸ τοῦ πονηροῦ

Ἄς τὸ προσέξωμε αὐτό: «Μὴ εἰσενέγκης», μὴ μᾶς ἀφήνεις νὰ πέσωμε σὲ πειρασμό, στὸν ὁποῖο δὲν μποροῦμε νὰ ἀντισταθοῦμε. Δέν λέγει: «Μὴ μᾶς ὁδηγεῖς στὸν πειρασμό». Ἀλλὰ σάν ἀθλητές, ποὺ θέλουμε νὰ ἀγωνιστοῦμε, ζητᾶμε νὰ ἔχωμε τὴν δύναμι ν᾿ ἀντισταθοῦμε στὸν ἐχθρό, δηλαδὴ στὴν ἁμαρτία. Ὁ Κύριος, ποὺ σήκωσε στούς ὤμους Του τίς ἁμαρτίες μας καὶ συγχώρησε τὰ λάθη μας, εἶναι ἱκανὸς νὰ μᾶς προστατεύσῃ καὶ νὰ μᾶς φυλάξῃ ἀπὸ τὰ τεχνάσματα τοῦ διαβόλου, ποὺ μᾶς πολεμάει, ὥστε ὁ ἐχθρός, ποὺ γεννάει συνεχῶς τὸ κακό, νὰ μὴ μᾶς κατακτήσῃ· ὅποιος ἐμπιστεύεται στὸν Θεό, δὲν φοβᾶται τὸν διάβολο. Γιατὶ «εἰ ὁ Θεὸς ὑπὲρ ἡμῶν, τίς καθ᾿ ἡμῶν;» (Ρωμ. η΄, 31). Σ᾿ Αὐτόν, λοιπόν, ἀνήκει ἡ τιμὴ καὶ ἡ δόξα, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν

ΑΓΙΟΥ ΚΟΣΜΑ ΤΟΥ ΑΙΤΩΛΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ


Τοῦ ἁγίου ΚΟΣΜΑ τοῦ Αἰτωλοῦ
Γιά τήν Ἐξομολόγηση



Εδῶ ὁποῦ ἦλθα, χριστιανοί μου, ἔλαβα μίαν χαράν μεγάλην, μά ἔλαβα καί μίαν λύπην μεγάλην. Χαράν μεγάλην ἔλαβα βλέποντας τήν καλήν σας γνώμην, τήν καλήν σας μετάνοιαν, λύπην ἔλαβα στοχαζόμενος τήν ἀναξιότητά μου, πώς δέν ἔχω καιρόν νά σᾶς ἐξομολογήσω ὅλους ἕνα πρός ἕνα, νά μοῦ εἰπῆ τό παράπονό του ὁ καθένας, νά τοῦ εἰπῶ καί ἐγώ ἐκεῖνο ὁποῦ μέ φωτίση ὁ Θεός. Θέλω καί ἀγαπῶ, ἀμά δέν ἠμπορῶ, παιδιά μου. Καθώς ἕνας πατέρας εἶναι ἄρρωστος, πηγαίνει τό παιδί του νά τό παρηγορήση, ἐκεῖνος μήν μπορώντας τό διώχνει, μά πῶς τό διώχνει; Μέ τήν καρδίαν καμμένην. Θέλει νά τό παρηγορήση, μά δέν ἠμπορεῖ. Πατέρας ἀνάξιος εἶμαι ἐγώ. Πνευματικά παιδιά μου εἴσαστε ἡ εὐγενεία σας. Τώρα ἔρχεται ἕνας νά ἐξομολογηθῆ εἰς τοῦ λόγου μου νά μοῦ εἰπῆ τό παράπονόν του, νά τοῦ εἰπῶ καί ἐγώ ἐκεῖνο ὁποῦ μέ φωτίση ὁ Θεός. Ἐγώ μήν ἠμπορώντας τόν διώχνω, μά πῶς τόν διώχνω; Τόν διώχνω καί καίεται ἡ καρδία μου καθώς ὁ πατέρας μέ τό παιδί του. Τί νά σᾶς κάμω; Μά πάλιν, νά μήν ὑστερηθῆτε παντελῶς, σᾶς λέγω ἐγώ παραμικρόν. Ὅταν θέλετε νά ἰατρεύσετε τήν ψυχή σας, τέσσαρα πράγματα σᾶς χρειάζονται. Κάνομέ τε ἕνα παζάρι; Ἀπό τόν καιρόν ὁποῦ ἐγεννηθήκετε ἕως τώρα ὅσα ἁμαρτήματα ἐκάμετε νά τά πάρω ὅλα εἰς τόν λαιμόν μου καί ἡ εὐγενεία σας νά μοῦ πάρετε τέσσαρες τρίχες. Βαρύ νά ἀσηκώσετε τέσσαρες τρίχες ἀπό αὐτά τά γένεια καί νά σᾶς πάρω ἐγώ ὅλα σας τά ἁμαρτήματα; Καί τί νά τά κάμω; Ὡστόσον ἔχω μίαν καταβόθρα καί τά ρίχνω ὅλα μέσα ὡσάν χωνευτήρι. Ποία εἶναι ἡ καταβόθρα; Εἶναι ἡ εὐσπλαγχνία τοῦ Χριστοῦ μας.

Πρώτη τρίχα εἶναι ὅταν θέλετε νά ἐξομολογᾶσθε τό πρῶτον θεμέλιον εἶναι αὐτό ὁποῦ εἴπαμε, νά συγχωρᾶτε τόν ἐχθρόν σας. Τό κάμνετε;

‒ Τό κάμνομεν, ἅγιε τοῦ Θεοῦ.

Ἐπήρετε τήν πρώτην τρίχα. Δευτέρα τρίχα εἶναι νά εὑρίσκετε πνευματικόν καλόν, γραμματισμένον, σοφόν, ἐνάρετον, εὐλαβῆ νά ἐξομολογᾶσθε. Καί νά ἐξομολογᾶσαι καί νά εἰπῆς ὅλα σου τά ἁμαρτήματα. Νά ἔχης ἑκατό ἁμαρτίες καί εἰπῆς τίς ἐνενῆντα ἐννέα εἰς τόν πνευματικόν καί μίαν νά μή φανερώσης, ὅλες ἀσυγχώρητες μένουν. Καί ὅταν κάνης τήν ἁμαρτίαν, τότε πρέπει νά ἐντρέπεσαι, ἀλλά ὅταν ἐξομολογᾶσαι, νά μήν ἔχης καμμίαν ἐντροπήν.

Μία γυναῖκα ἐπῆγε νά ἐξομολογηθῆ εἰς ἕνα ἀσκητήν. Ὁ ἀσκητής εἶχεν ἕνα ὑποτακτικόν ἐνάρετον. Λέγει τοῦ ὑποτακτικοῦ του ὁ ἀσκητής: πήγαινε παρέκει νά ἐξομολογήσω τήν γυναῖκα. Ὁ ὑποτακτικός ἐμάκρυνεν ἕως ὁποῦ ἔβλεπε, μά δέν ἤκουε τίποτε. Ἐξομολόγησε τήν γυναῖκα, ἔφυγε. Ὕστερα ἔρχεται ὁ ὑποτακτικός καί λέγει: «Γέροντά μου, εἶδα ἕνα παράδοξον θαῦμα: ἐκεῖ πού ἐξομολογοῦσες τήν γυναῖκα ἔβλεπα ὁποῦ ἔβγαιναν μέσα ἀπό τό στόμα της ὀφίδια μικρά. Βλέπω καί κρεμιέται ἕνα μεγάλο. Ἔκανε νά ἔβγη καί πάλιν ἐτραβήχθη εἰς τά ὀπίσω.» Λέγει ὁ ἀσκητής: «Πήγαινε νά τήν κράξης νά ἔλθη ὀπίσω ὀγλήγορα.» Πηγαίνοντας ὁ ὑποτακτικός τήν εὗρεν ἀποθαμένην. Γυρίζει ὀπίσω καί τό λέγει τοῦ γέροντός του. Αὐτός μήν ἠμπορώντας νά καταλάβη τό θαῦμα ἐπαρακάλεσε τόν Θεόν νά τοῦ φανερώση ἡ γυναῖκα ἐσώθη ἤ ἐκολάσθη; Καί φαίνεται ἐμπρός του μία ἀρκούδα μαύρη καί λέγει τοῦ ἀσκητή: «Ἐγώ εἶμαι ἐκείνη ἡ ταλαίπωρος γυναῖκα, ὁποῦ ἐξομολογήθηκα καί δέν σοῦ ἐφανέρωσα ἕνα θανάσιμον ἁμάρτημα ὁποῦ εἶχα κάμει καί διά τοῦτο ὅλα μου τά ἁμαρτήματα ἔμειναν ἀσυγχώρητα καί μέ ἐπρόσταξεν ὁ Κύριος νά πηγαίνω εἰς τήν Κόλασιν νά καίωμαι πάντοτε.» Καί ἐνταυτῷ ἔγινε μία βρῶμα ὡσάν καπνός καί ἐχάθη ἀπ᾽ ἔμπροσθέν του.

Διά τοῦτο, χριστιανοί μου, ὅταν ἐξομολογᾶσθε, νά λέγετε ὅλα σας τά ἁμαρτήματα παστρικά καί καλά. Καί πρῶτον νά εἰπῆς τοῦ πνευματικοῦ σου: «Πνευματικέ μου, ἐγώ θέ νά κολαστῶ, διατί δέν ἀγαπῶ τόν Θεόν καί τούς ἀδελφούς μου μέ ὅλην μου τήν καρδίαν καί μέ ὅλην μου τήν ψυχήν ὡσάν τόν ἑαυτόν μου.» Καί νά εἰπῆς ἐκεῖνο πού σέ τύπτει τό συνειδός σου ἤ ἐφόνευσες ἤ ἐπόρνευσες ἤ ἐμοίχευσες ἤ ὅρκον ἔκαμες ἤ εἶπες ψεύματα ἤ τόν πατέρα σου ἤ τήν μητέρα σου δέν ἐτίμησες ἤ ἀδελφός τόν ἀδελφόν ἤ γείτονας τόν γείτονα ἤ γυναῖκα τόν ἄνδρα ἤ ἄλλο κακόν ὁποῦ νά ἔκαμες. Βαρύ εἶναι νά τό κάμης αὐτό;

‒ Ὄχι, ἅγιε διδάσκαλε.

Ἰδού ἐπῆρες τήν δευτέραν τρίχα. Ἡ τρίχα ἡ τρίτη εἶναι φυσικά ὡσάν ἐξομολογηθῆς θέ νά σέ ἐρωτήση ὁ πνευματικός νά σοῦ εἰπῆ: «Διατί, παιδί μου, νά κάμης αὐτά τά ἁμαρτήματα;» Ἐσύ νά προσέχης νά μήν κατηγορήσης ἄλλον, ἀλλά τοῦ λόγου σου καί νά εἰπῆς: «Αὐτά τά ἔκαμα ἀπό τό κακόν μου κεφάλι, ἀπό τήν κακήν μου προαίρεσιν.» Βαρύ εἶναι νά κατηγορήσης τοῦ λόγου σου;

‒ Ὄχι.

Λοιπόν ἐπῆρες καί τήν τρίτην τρίχα. Ἔχομεν τήν τετάρτην. Ὅταν σέ δώση ἄδειαν ὁ πνευματικός σου καί ἀναχωρήσης, νά ἀποφασίσης μέ στερεάν γνώμην, μέ στερεάν ἀπόφασιν καλύτερα νά χύσης τό αἷμα σου, μά εἰς ἄλλην φοράν ἁμαρτίαν νά μή κάμης. Τό κάμνεις καί αὐτό;

‒ Μάλιστα.

Ἐπῆρες καί τήν τετάρτην τρίχα. Αὐτά τά τέσσαρα εἶναι τά ἰατρικά σου καθώς εἴπαμε καί ὄχι ἄλλα. Τό πρῶτον εἶναι νά συγχωρᾶτε τούς ἐχθρούς σας. Τό δεύτερο νά ἐξομολογᾶσθε παστρικά καί καλά. Τό τρίτο νά κατηγορᾶτε τοῦ λόγου σας. Τό τέταρτο νά ἀποφασίζετε νά μή κάμετε ἁμαρτίαν. Καί ἄν ἠμπορεῖτε νά ἐξομολογᾶσθε κάθε ἡμέραν, καλόν καί ἅγιον εἶναι. Εἰδέ καί δέν ἠμπορεῖτε καθ᾽ ἡμέραν, ἄς εἶναι μία φορά τήν ἑβδομάδα καί μία φορά τόν μῆνα ἤ τό ὀλιγώτερον τέσσαρες φορές τόν χρόνον. Καί νά συνηθίζετε τά παιδιά σας ἀπό μικρά, διά νά συνηθίζουν εἰς τόν καλόν δρόμον, νά ἐξομολογοῦνται.

Ἰδού ὁπού σᾶς ἐξομολόγησα ὅλους παρρησίᾳ, διά νά μήν ὑστερηθῆτε. Αὐτά ὁπού σᾶς εἶπα εἶναι τά ἰατρικά σας εἰδέ ἐκεῖνο ὁπού δίνουν οἱ πνευματικοί, σαρανταλείτουργα, μετάνοιες, νηστεῖες καί ἄλλα, δέν εἶναι ἰατρικά, ἀλλά διά νά μήν τύχη καί ξεπέσετε ἄλλην φοράν εἰς τήν ἁμαρτίαν σᾶς τά δίδουν καί ὅποιος τά βάλη μέσα εἰς τήν καρδίαν του αὐτά τά τέσσαρα, νά ἀποθάνη ἐκείνη τήν ὥραν, σώνεται. Εἰδέ χωρίς αὐτά τά τέσσαρα χίλιες χιλιάδες καλά νά κάμη ὁ ἄνθρωπος, ἄν ἀποθάνη, εἰς τήν Κόλασιν πηγαίνει.



ΚΟΣΜΑ ΤΟΥ ΑΙΤΩΛΟΥ
ΔΙΔΑΧΕΣ
Ἰωάννου Β. Μενούνου
Ἐκδ. «ΤΗΝΟΣ»
(σελ. 164-167)